Ο προπονητής του Α.Ο. Ερμούπολης μιλά στην “Κοινή Γνώμη” για τις επιτυχίες της ομάδας του, αλλά και για το μπάσκετ στις Κυκλάδες

“Θέλουμε να αναδείξουμε πολλά παιδιά”

Ο προπονητής του Α.Ο. Ερμούπολης, Ανδρέας Μαύρος βρέθηκε στα στούντιο της “Κοινής Γνώμης” και μίλησε στη WEB CAMERA. Για τη δουλειά που γίνεται τα τελευταία χρόνια στον Α.Ο. Ερμούπολης.

“Όπως όλα τα πράγματα στη ζωή, έχουν μία αρχή. Έτσι, η αρχή έγινε σε εμάς το 2005, όταν δηλαδή ξεκινήσαμε να λειτουργούμε τμήματα υποδομής και ήρθαν κοντά μας παιδιά μικρής ηλικίας. Από εκεί και πέρα υπάρχει μία μεθοδολογία, ένας προγραμματισμός. Κάθε ηλικίας λειτουργεί πάνω σε διαφορετικά αντικείμενα, με απώτερο σκοπό κάποια παιδιά, μέσα απ' αυτή τη διαδικασία αν γίνεται να αναδειχθούν και να προχωρήσουν. Όλος ο προγραμματισμός της ομάδας δεν είναι η κατάκτηση των πρωταθλημάτων, τα πρωταθλήματα απλά έρχονται. Το θέμα είναι πως θα αναδείξουμε κάποια παιδιά. Το πρωτάθλημα δεν είναι αυτοσκοπός, απλά η κατάκτηση του πρωταθλήματος είναι ένα κίνητρο για τα παιδιά, να παίξουν κάποια παιχνίδια παραπάνω, με διαφορετικούς αντιπάλους. Τώρα, ότι αυτά τα χρόνια πρωταγωνιστούμε στις μικρές ηλικίες, για μένα δεν μου λέει κάτι. Εγώ από την πλευρά μου χαίρομαι που έχουμε αναδείξει ήδη τον Βαγγέλη Δρόσο και την Γεωργία Βελούδου και θεωρώ ότι υπάρχουν κι άλλα παιδιά, τα οποία σε λίγα χρόνια θα προοδεύσουν κι αυτά”.

Ο Βαγγέλης Δρόσος πάει πάρα πολύ καλά, καθώς είναι στην ομάδα της ΑΕΚ και έκανε ένα καλό πρωτάθλημα.

“Ο Βαγγέλης είχε φτάσει στα πρόθυρα της Εθνικής παίδων, όμως κόπηκε την τελευταία στιγμή και η Γεωργία Βελούδου, θεωρώ ότι στο κομμάτι του ομαδικού αθλητισμού στο μπάσκετ στις Κυκλάδες δεν έχει παίξει παιδί που γαλουχήθηκε εδώ σε Εθνική ομάδα. Η Γεωργία έχει παίξει στην Εθνική ομάδα των Νεανίδων και έχουμε πάει μαζί σε ένα καμπ της FIBA στη Σλοβενία το 2007”.

Το μπάσκετ είναι το άθλημα το οποίο έχει φέρει σε εθνικό επίπεδο τις μεγαλύτερες επιτυχίες, όμως με την οικονομική κρίση που υπάρχει στην Ελλάδα αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα. Αλήθεια πως μπορείτε να να πείσετε του μικρούς αθλητές να ασχοληθούν με αυτό το άθλημα, να προπονείται σκληρά καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου και να αγωνισθεί σε ένα πρωτάθλημα το οποίο και δεν είναι ανταγωνιστικό, αλλά και ο αριθμός των παιχνιδιών είναι μικρός.

“Σίγουρα δυσκολίες υπάρχουν πολλές, οι Κυκλάδες είναι δύσκολες για το μπάσκετ. Το μπάσκετ στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχει πολλές επιτυχίες, αφού δεν έχουν σταματήσει να έρχονται, τόσο σε επίπεδο Εθνικών ομάδων, όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Έχουμε δει ότι στα τελευταία final-four στην Ευρωλίγκα τα είχαν πάρει Ελληνικές ομάδες. Άρα θεωρώ ότι είμαστε από τους καλύτερες χώρους, όσον αφορά το μπάσκετ και μην ξεχνάμε άλλωστε ότι στην Παγκόσμια κατάταξη στο FIBA Ranking, αυτή τη στιγμή η Ελλάδα είναι στην τέταρτη θέση. Άρα το μπάσκετ είναι πάρα πολύ υψηλά και στη συνείδηση των Ελλήνων. Απλά οι Κυκλάδες είναι ένας νομός που έχει ιδιαιτερότητες και πληθυσμιακά αν το δούμε και με την πολυνησιωτικότητα που έχει, υπάρχουν πάρα πολλές δυσκολίες και από εκεί και μετά τα παιδιά, τα έχουμε κοντά μας πείθοντάς τα, ότι ο σκοπός και το κίνητρο είναι να γαλουχηθούν στο κομμάτι αυτό και μετά με κάποιο τρόπο σε συνδυασμό με τις σπουδές τους να εξακολουθήσουν να ασχολούνται με αυτό το άθλημα”.

Όντως οι Κυκλάδες είναι ένα δύσκολος νομός, καθώς έχει ένα παίκτη από μικρή ηλικία και όταν φτάσει στην εφηβεία να τον χάνεις γιατί πρέπει ο αθλητής να πάει για σπουδές.

“Αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα. Ήδη κάποια παιδιά που έχουμε στην εφηβική ομάδα και καταφέραμε να κατακτήσουμε το πρωτάθλημα, του χρόνου οι αθλητές αυτοί εύχομαι να περάσουν σε κάποια σχολή και να πάνε σε ομάδες και να συνεχίσουν να κάνουν αυτό που αγαπούν. Τώρα, αν το παιδί έχει κάποιες δυνατότητες, αυτές μπορεί να βελτιωθούν και να αγωνισθούν σε μεγαλύτερο επίπεδο”.

Δεν χάνετε το κίνητρο όταν τα παιδιά φεύγουν για σπουδές;

“Είναι δύσκολο να κάνεις μία ανταγωνιστική ομάδα σε ανδρικό επίπεδο. Όποιο παιδί τώρα έχει φιλοδοξίες και βλέψεις, θεωρώ ότι θα το επιδιώξει αυτό. Θα πάει να δει άλλες καταστάσεις, άλλα πρωταθλήματα, ποιο ανταγωνιστικά με μεγαλύτερο επίπεδο. Ουσιαστικά εμείς εδώ λειτουργούμε φροντιστηριακά, δίνουμε στα παιδιά το κίνητρο να αγαπήσουν το άθλημα, τους μαθαίνουμε όσα περισσότερα πράγματα μπορούμε και από εκεί και μετά το κάθε παιδί μπορεί να δείξει το ταλέντο του”.

Μπορεί να αναδειχθεί ένα παιδί από τις Κυκλάδες;

“Ναι σίγουρα. Τα επόμενα χρόνια αν συνεχίσουν να δουλεύουν με τον τρόπο που το κάνουν τώρα θα έχουμε καλά αποτελέσματα. Είδαμε και στο final-four αρκετά παιδιά με ταλέντο. Θα πρέπει να συνεχίσουν να δουλεύουν σκληρά και ο κόπος τους θα ανταμειφθεί. Βέβαια υπάρχουν πολλά προβλήματα, δηλαδή για ένα παίκτη δεν φτάνει μόνο η προπόνηση, χρειάζεται να έχει και αγωνιστικές εμπειρίες, αν δεν χάσεις όπως λέω εγώ στα παιδιά 10 παιχνίδια στο πόντο, δεν θα μάθει να κερδίζει ματς στον πόντο. Αυτό όμως έρχεται μόνο μέσα από τα παιχνίδια, οι αγώνες είναι πάρα πολλοί λίγοι και δυστυχώς σε σχέσει με άλλους αθλητές, τα παιδιά εδώ στις Κυκλάδες τρέχουν με διαφορετικές ταχύτητες”.

Κάθε χρόνο όπως έχω δει όλα αυτά τα χρόνια ξεχωρίζουν 2-3 παιδιά σε όλα γενικά τα αθλήματα, αλήθεια πως γίνεται αυτοί οι αθλητές κάποια στιγμή να εξαφανίζονται;

“Για το παιδί το κίνητρό του είναι να πάει κάπου ώστε να μπορεί να παίξει παραπάνω. Εμείς από την πλευρά μας το ωθούμε σ' αυτό. Μην ξεχνάμε ότι η δυναμικότητα στις Κυκλάδες δεν είναι το ίδιο με τις άλλες περιοχές. Δηλαδή, κάποιοι αθλητές που μπορεί να ξεχώρισαν εδώ, σε άλλες πόλης της Ελλάδας να υπάρχουν άλλοι 1000 παρόμοιοι παίκτες. Τώρα, παίζει μεγάλο ρόλο το κίνητρο που θα έχει το ίδιο το παιδί, το πείσμα του και το πόσο τύχη έχει. Γιατί πραγματικά θέλει να έχεις και τύχη”.

Παίζουν ρόλο οι διασυνδέσεις και το σε ποια ομάδα θα στείλουν τον αθλητή;

“Εγώ από την πλευρά μου πιστεύω ότι ο αθλητισμός είναι από τα λίγα αξιοκρατικά πράγματα στην Ελλάδα. Εδώ στην Ελλάδα ζούμε με τη λογική της βοήθειας και των διασυνδέσεων. Εγώ θεωρώ πως ένας παίκτης όταν δεν αξίζει, δεν μπορεί να προχωρήσει. Δηλαδή, μπορεί να πάει σε μία ομάδα, αλλά αν δεν έχει πραγματικά τις δυνατότητες δεν μπορεί να παίξει. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις Εθνικές ομάδες. Ακούγονται διάφορα πάνω σ' αυτό το κομμάτι, όμως δεν μπορείς να πάρεις ένα παιδί και να εκτεθείς ως προπονητικό τιμ. Όταν το παιδί αξίζει, θα παίξει. Οι μεγάλες ομάδες δεν σημαίνει ότι είναι και καλές. Αυτή τη στιγμή στην Αθήνα σε επίπεδο υποδομών, οι ομάδες είναι ο Πανιώνιος και ο Ηλυσιακός. Ο Ολυμπιακός από τον Πανιώνιο έχασε με πολύ μεγάλη διαφορά, δεν σημαίνει ότι είσαι ο Ολυμπιακός είσαι και καλή ομάδα. Το θέμα είναι το παιδί να πάει σε ένα κατάλληλο προπονητικό πρόγραμμα. Δηλαδή, η λογική μου είναι και αυτή τη συζήτησα με τον Βαγγέλη το καλοκαίρι, να πάει σε μία ομάδα η οποία θα έχει ένα πρόγραμμα, που μέσα απ' αυτό θα αναδειχθεί. Δεν παίζει πάρα πολύ μεγάλο ρόλο το όνομα της ομάδα, όσο το πρόγραμμα που ακολουθεί η ομάδα”.

Πάμε λίγο να μιλήσουμε και λίγο για το επίπεδο των ομάδων στις Κυκλάδες. Πιστεύω ότι έχει

ανέβει λίγο το επίπεδο των ομάδων, όμως πως μπορεί να ανέβει περισσότερο αν υπάρχουν τόσα πολλά προβλήματα.

“Τα τελευταία χρόνια υπήρχε μία “νεκρή” περίοδος. Η διαφορά ήταν ότι η ομάδα του Πανναξιακού είχε ένα κορμό παιδιών, τα οποία βρέθηκαν όλοι μαζί στη Νάξο και ήταν σε μία πάρα πολύ καλή ηλικία και σε συνδυασμό με τη δουλειά που έκαναν, έφεραν στο νησί επιτυχίες. Επίσης, τα τελευταία χρόνια η ομάδα των Φαναριών έχει ανέβει πάρα πολύ σε ανδρικό επίπεδο, κι αυτό έγινε με τις μεταγραφικές προσθήκες. Φέτος η ομάδα αυτή πήρε πέντε αθλητές, όπου απ' αυτούς τα δύο είναι πάρα πολύ μεγάλα ονόματα στον μπασκετικό χώρο. Οι αθλητές είναι ο Πρόκος και ο Φράτας. Ο πρώτος επί πολλά χρόνια ήταν ο πρώτος σκόρερ της Α2 κατηγορίας και είχα την τύχη να είμαστε συμπαίκτες στον Άγιο Θωμά. Από την άλλη ο Φράτας έπαιζε στην Κηφισιά και συμμετέχει στην ομάδα που από την Β' Εθνική πήρε την άνοδο στην Α2 κατηγορία”.

Πόσο βοηθά το άθλημα η ανάπτυξη των υποδομών, αλλά και τι χρειάζεται να γίνει ώστε το μπάσκετ στις Κυκλάδες να αλλάξει επίπεδο.

“Θεωρώ ότι οι Κυκλάδες τα τελευταία χρόνια έχουν πάρει το μήνυμα και οι προπονητές σε άλλα νησιά, ασχολούνται πλέον πάρα πολύ με το κομμάτι αυτό. Είναι θέμα χρόνου να ανέβει κι άλλο το επίπεδο των Κυκλάδων, δηλαδή αν δούμε πως πριν από 5-6 χρόνια ήταν λίγες οι ομάδες που ασχολούνταν με τις υποδομές, τώρα ασχολούνται πολλοί πιο σοβαρά. Είναι θέμα χρόνου, σίγουρα γίνεται καλή δουλειά και θα έχουν πολύ καλύτερα αποτελέσματα”.

Θα παίξει ρόλο η αύξηση των κλειστών γυμναστηρίων στις Κυκλάδες;

“Σίγουρα θα παίξει ρόλο η αύξηση των κλειστών γυμναστηρίων. Αυτό άλλωστε το βλέπω κι εδώ όταν κάνουμε προπόνηση στα έξω γήπεδα που οι αθλητές γκρινιάζουν. Από την πλευρά μου τους απαντάω βέβαια πως στα άλλα νησιά κάνουν με τέτοιες συνθήκες κάθε μέρα προπόνηση. Ακόμη κι εγώ όταν ξεκίνησα προπονήσεις δεν έκανα μέσα σε κλειστό, αλλά σε ανοικτό γήπεδο. Πιστεύω ότι έτσι γαλούχησε και σκληραγώγησε”.

 

Κάποτε στη Σύρο υπήρχε ένα κλειστό και όλες οι ομάδες ήταν ικανοποιημένες καθώς δεν υπήρχε πρόβλημα χώρου. Τώρα με δύο κλειστά στην πρωτεύουσα των Κυκλάδων, υπάρχει τεράστια μουρμούρα για τις ώρες προπόνησης και ότι δεν υπάρχει χώρος.

“Παλαιότερα όντως έτσι ήταν καθώς υπήρχε μόλις μία ανδρική ομάδα, άντε να είχε κι ένα παιδικό τμήμα. Αυτή τη στιγμή εμείς σαν ομάδα, σαν σωματείο έχουμε εννέα τμήματα. Συνολικά έχουμε 160 παιδιά. Αυτά τα παιδιά αν κάνουν τρεις φορές τη βδομάδα προπόνηση, σίγουρα οι ώρες δεν φτάνουν. Άρα πρέπει να κάνουν και έξω σε ανοικτό χώρο προπόνηση”.

 

Ο κόσμος βοηθά την προσπάθειά σας αυτή;

“Η αλήθεια είναι ότι είναι πάρα πολύ δύσκολες εποχές, οι επιχορηγήσεις έχουν κοπεί τελείως και κάθε χρόνο αγωνιούμε να βρούμε κάποιους ανθρώπους για να βοηθήσουν. Ακόμη και τα εισιτήρια που πρέπει να πληρώσουμε για να πάμε να αγωνισθούμε στα γύρο νησιά είναι ένας βραχνάς, καθώς δεν έχουν από πουθενά κάποια βοήθεια. Επιπλέον πρέπει να πληρώσουμε, γήπεδα, νερά και προπονητές”.

Θα ήθελα να μου πείτε αν το μπάσκετ έχει περάσει στη συνείδηση του Έλληνα και αν έρχονται κοντά σας όλο και περισσότερα παιδιά.

“Αυτό είχε συμβεί το 1987, όταν η Εθνική Ελλάδος είχε κατακτήσει τον πρώτο μεγάλο τίτλο. Τότε με στοιχεία της ομοσπονδίας τα Δελτία στο μπάσκετ είχαν τριπλασιαστεί. Όπως μεγάλη άνοδο της τάξης του τριάντα τα εκατό στην έκδοση δελτίων ήταν μετά το χρυσό του Βελιγραδίου, το 2005. Πιστεύω ότι οι Έλληνες αγαπούν το μπάσκετ, απλά οι επιτυχίες φέρνουν κόσμο πιο κοντά στο άθλημα. Αντίστοιχα και παρόμοια παράδειγμα συμβαίνει και με το ποδόσφαιρο, μετά το πανευρωπαϊκό που πήρε το 2004”.

Κλείνοντας θα ήθελα να μου πείτε πόσο σημαντικό είναι το κομμάτι για εσάς η Εθνική ομάδας, αφού έχει φτάσει στο υψηλότερο σκαλοπάτι με την ομάδα των εφήβων.

“Η Εθνική είναι μία καλοκαιρινή απασχόληση, είμαι επτά χρόνια στα επιτελεία των Εθνικών ομάδων και έχω συνεργαστεί με διάφορους προπονητές, όπως με τον κ. Μίσα, τον κ. Δάγκλα τον κ. Σόφτση. Σίγουρα το χρυσό στη Ρόδο ήταν μία πάρα πολύ μεγάλη επιτυχία, αν αναλογιστούμε και με τις συνθήκες που ήρθε. Γιατί χτίζαμε μία ομάδα για τον Πανευρωπαϊκό στη χώρα μας, αλλά τα περισσότερα παιδιά έλλειπαν για το Παγκόσμιο των Εφήβων, στη Νέα Ζηλανδία και ουσιαστικά όταν πήγαμε να παίξουμε όλοι μαζί είχαμε κάνει μόλις μιάμιση προπόνηση. Τότε παιχνίδι με παιχνίδι γινόμαστε ομάδα, όμως το ταλέντο των παιδιών ήταν πάρα πολύ μεγάλο. Στην αποστολή ήταν ο Μάντζαρης, ο Σλούκας, ο Παπανικολάου, ο Παππάς, ο Γιάνκοβιτς και ο Σαρικόπουλος. Την επόμενη χρονιά πήραμε το αργυρό στην Κροατία. Με τις γυναίκες φτάσαμε στην πέμπτη θέση στον Πανευρωπαϊκό της Λετονίας και αυτή η επιτυχία ήταν η μεγαλύτερη και συγχρόνως πήραμε μέρος για πρώτη φορά στο Παγκόσμιο πρωτάθλημα της Τσεχίας. Πέρσι είμαστε με την Εθνική νέων, όπου στην αποστολή είχαμε τον Γιάννη Αντεντοκούμπο, τον Παπαπέτρου και τον Μποχορίδη. Τους ίδιους αθλητές θα τους έχουμε και φέτος και το Πανευρωπαϊκό θα γίνει στο Ηράκλειο και προσδοκούμε σε ένα μετάλλιο”.

 

Μόνο η παρουσία του Αντεντοκούμπο σας δίνει νομίζω ένα μικρό πλεονέκτημα.

“Ο Γιάννης πιστεύω ότι είναι παίκτης NBA λόγω σωματικών προσόντων, τον βοηθά το στιλ παιχνιδιού εκεί. Πιστεύω ότι στην Αμερική είναι τελείως διαφορετικό το μπάσκετ και μην ξεχνάμε πως και πέρσι στο Πανευρωπαϊκό το παιδί αντιμετώπισε ιδιαίτερες δυσκολίες. Στο NBA είναι διαφορετικό το μπάσκετ, υπάρχουν περισσότεροι χώροι και οι αθλητές χρησιμοποιούν πολύ περισσότερα τα σωματικά τους προσόντα”.

 

Ετικέτες: