Του Δημ. Α. Σιδερή, ομ. καθ. Καρδιολογίας

ΖΩΗ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ. ΤΕΛΟΣ

  • Παρασκευή, 6 Μαΐου, 2016 - 06:20

Για την αρχή της ζωής συζητήσαμε στην προηγούμενη επιφυλλίδα. Πλειάδα σημαντικών ανθρώπων, με συντονιστή το Γιάνη Δημολιάτη, άνοιξαν μια συζήτηση με θέμα «Πότε πρέπει να πεθαίνουμε», ιδωμένο από φιλοσοφική, ιστορική, εκκλησιαστική σκοπιά. Εμπνευσμένος από τη θαυμάσια συζήτηση, γράφω αυτά τα δύο άρθρα. Συνέβαλε ακόμη στις ιδέες που αναπτύσσω ο «Ανθρώπινος Λόγος» του Ροζέ Γκαρωντύ.

Το Εγώ μας είναι λοιπόν τρισυπόστατο: αισθητό, νοητό και κοινωνικό. Οι τρεις αυτές υποστάσεις έχουν σημαντική αυτονομία. Το αισθητό Εγώ γεννιέται με τη σύλληψη, το νοητό με τη γέννηση και το κοινωνικό με τη βάπτιση στους Χριστιανούς ή με άλλη αντίστοιχη τελετουργία σε άλλες κοινωνίες. Όπως διαφορετικός είναι ο χρόνος της γέννησης, έτσι διαφορετικός είναι και ο χρόνος του θανάτου των τριών υποστάσεων. Με τη διάσταση των τριών υποστάσεων του Εγώ, το ερώτημα της ομάδας Δημολιά τη διαμορφώνεται στο πότε«πρέπει» να πεθαίνει καθεμιά τους.

Όσο ζούμε, πολύπλοκοι μηχανισμοί στον οργανισμό μας εξασφαλίζουν ώστε να διατηρείται μια σταθερότητα στις φυσικοχημικές ιδιότητες των στοιχείων που αποτελούν το αισθητό Εγώ μας, το σώμα μας. Σταθερή θερμοκρασία, υγρασία, οξύτητα, ωσμωτική πίεση, χημική σύνθεση κλπ, ενώ οι αντίστοιχες ιδιότητες του περιβάλλοντός μας διαρκώς και απρόβλεπτα μεταβάλλονται. Η συμπεριφορά του αισθητού Εγώ κανονίζεται αφενός από εξωτερικά ερεθίσματα με αντανακλαστικά που κληρονόμησε από τους γονείς του ή τα δημιούργησε όσο ζούσε (εξαρτημένα) και αφετέρου από τις ταλαντώσεις των ποικίλων λειτουργιών του που αυτόματα επαναλαμβάνονται περιοδικά. Ο θάνατος έρχεται όταν πάψει αυτή η ομοιόσταση. Από τα τρισεκατομμύρια κύτταρα που μας αποτελούν, ωστόσο, υπάρχουν ελάχιστα που επιζούν. Είναι εκείνα τα γεννητικά μας κύτταρα που γονιμοποιήθηκαν και θα εξελιχθούν σε άλλη ανθρώπινη οντότητα. Όπως κι εμείς προερχόμαστε από το υλικό της αρχέγονης αμοιβάδας που πρωτοεμφανίσθηκε πάνω στη γη. Αυτά τα γεννητικά μας κύτταρα είναι αθάνατα!

Από τη στιγμή που γεννήθηκε το νοητό Εγώ αρχίζει να αποκτά συνήθειες, στη βάση των ερεθισμάτων από το περιβάλλον του και της λειτουργίας προϋπαρχόντων αντανακλαστικών. Έτσι αναπτύσσει τη νόησή του, το γνωστικό, το συναισθηματικό και το βουλητικό μέρος του. Στην ανώτερη βαθμίδα της ζωής, τον άνθρωπο, το γνωστικό μέρος περιλαμβάνει το λόγο, που επιτρέπει γνωστική επικοινωνία μεταξύ πολλών ανθρώπων σε μια αγέλη. Από την αλληλεπίδραση αγέλης και λόγου προκύπτει η κοινωνία. Το νοητό Εγώ αναπτύσσει κεφαλαιώδη συναισθήματα, στηριγμένα στη μνήμη των παρελθόντων, στην πίστη και την ελπίδα για τα μέλλοντα και την αγάπη για τα παρόντα. Το νοητό Εγώ είναι άβατο για όλους τους άλλους πλην του εαυτού του, που νιώθει να ξεχωρίζει από το περιβάλλον του. Χάρη στα ανώτερα εξαρτημένα αντανακλαστικά που δημιουργούνται μόνο στον άνθρωπο, αυτός συμπεριφέρεται όχι μόνο με βάση τις αιτίες, όπως κάθε έμβιο και άβιοόν, αλλά και με βάση σκοπούς που σχηματίζει το ίδιο: το μέλλον υπαγορεύει το παρόν, αντίθετα από την αιτιότητα. Η λειτουργία του νοητού Εγώ εξαρτάται απόλυτα από τη λειτουργία του αισθητού Εγώ, μόνο που η λειτουργία του δεύτερου υπαγορεύεται από το πρώτο, τουλάχιστον για όσα θέματα αφορούν την επικοινωνία με τους άλλους ανθρώπους, με συνέπεια το κοινωνικό Εγώ. Ο θάνατος του αισθητού Εγώ συνεπάγεται αναγκαστικά το θάνατο του νοητού. Το τελευταίο παύει να ξεχωρίζει τον εαυτό του από το περιβάλλον του, δηλαδή πεθαίνει, λίγο πριν από το βιολογικό θάνατο του αισθητού Εγώ. Το «λίγο» είναι συνήθως ελάχιστα λεπτά, αλλά σε βαριά κώματα μπορεί να είναι μέρες, μήνες ή και χρόνια. Με το θάνατο του νοητού Εγώ, μένει τίποτε ζωντανό; Μένουν σαν υπαινιγμός του τα δημιουργήματά του.

Το κοινωνικό Εγώ θα πεθάνει με μια τελετή, όπως και γεννήθηκε με μια τελετή: Με την κηδεία του, με τη διαγραφή από τα ληξιαρχικά βιβλία κλπ. Μπορεί να επιζεί μετά το θάνατο του αισθητού Εγώ, αν δεν έχει γίνει η διαγραφή του από την κοινωνία, οπότε μπορεί ακόμη (παράνομα φυσικά) να παίρνει σύνταξη, να ψηφίζει, να δικαιοπραττεί κλπ. Μπορεί ακόμη να παραμένει αιώνια «ζωντανό» στη μνήμη του κοινωνικού εκμαγείου του που διατηρεί τη μορφή και τη συμπεριφορά του. Εκεί δεν υπάρχει «ούτε πόνος, ούτε λύπη, ούτε στεναγμός, αλλά ζωή ατελεύτητη». Το «αιωνία η μνήμη» που λέγεται στις κηδείες είναι συνώνυμο με την Πλατωνική «αθανασία της ψυχής».

Κι εγώ, σα γιατρός, που μπορώ να αναβάλω το θάνατο του αισθητού Εγώ, να βελτιώσω την ποιότητα ζωής του νοητού Εγώ και να βοηθήσω, στην αποκατάσταση των κοινωνικών σχέσεων του κοινωνικού Εγώ με οικογένεια, φίλους, εργασία, τι πρέπει να κάνω;

Όσο το νοητό Εγώ διατηρεί τις ικανότητές του, να ξεχωρίζει τον εαυτό του από το περιβάλλον του, η κοινωνία, κυρίως διαμέσου του γιατρού, έχει την υποχρέωση να ενισχύει το αισθητό Εγώ, στο οποίο στηρίζεται το νοητό. Αντίθετα, όταν στο νοητό Εγώ δεν έχει απομείνει παρά μόνο η βούληση να αποχωρήσει (ή ούτε και αυτή), η κοινωνία το βοηθάει, αν διευκολύνει την «ανώδυνη, ανεπαίσχυντη, ειρηνική» αναχώρησή του.

Αν μου ζητηθεί να παρατείνω τη ζωή ενός ετοιμοθάνατου, για να του αποσπασθούν πληροφορίες ή για ν΄ αλλάξει τη διαθήκη του, αυτή η παράταση της ζωής είναι για το συμφέρον κάποιων άλλων, όχι του αρρώστου μου. Όμως εγώ έχω ορκισθεί να ενεργώ για το συμφέρον του αρρώστου μου, που δεν είναι πάντοτε η παράταση της ζωής του, αν εκείνος έχει χάσει την ικανότητα να θυμάται το παρελθόν, να πιστεύει και να ελπίζει για το μέλλον, να αγαπά στο παρόν, να ξεχωρίζει τον εαυτό του από το περιβάλλον του. Τότε το νοητό Εγώ έχει αποδομηθεί πλήρως.Ή, πιο σωστά, έχει επανέλθει σε μια, σαν την ενδομήτρια, μακάρια ανυπαρξία. Αυτό απαιτεί το φυσικό δίκαιο. Αντίθετα, το τυπικό δίκαιο, απολίθωμα αντίδρασης στη ναζιστική θηριωδία, επιβάλλει την άνευ όρων παράταση της (αισθητής, σωματικής) ζωής. Η άποψή μου δεν αφορά βέβαια στην αυτοκτονία, που είναι απόρροια κατάθλιψης, μιας νόσου του νοητού Εγώ. Κύριο χαρακτηριστικό της είναι η ψευδεντύπωση του αρρώστου πως δεν μπορεί πια να διατηρεί τις καθαρά ανθρώπινες ικανότητες. Και είναι νοσηρή η κατάσταση αυτή, αφού έχει αποδειχθεί εμπειρικά πως είναι συχνά ιάσιμη. Η θεραπεία της δεν μπορεί να είναι μόνο η διανοητική αποκατάσταση με αντικαταθλιπτικά. Πολλές φορές αυτά, βελτιώνοντας τις πνευματικές ικανότητες του καταθλιπτικού τον καθιστούν ικανό να πραγματοποιήσει τη νοσηρή επιθυμία του να πεθάνει. Οφείλει η θεραπεία του να αποσκοπεί στην αποκατάσταση της πίστης, της ελπίδας και της αγάπης, της δημιουργικής ικανότητάς του.

Διαβάστε ακόμα