Του Δημ. Αντ. Σιδερή, ομ. καθ. Καρδιολογίας

ΟΙ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ ΜΑΣ

  • Τρίτη, 10 Μαΐου, 2016 - 06:20

Κλασικά οι αισθήσεις μας είναι πέντε: Ακοή, Αφή, Γεύση, Όραση, Όσφρηση. Διαμέσου τους εισέρχονται τα μηνύματα του έξω κόσμου μέσα μας, τα επεξεργαζόμαστε, τα τροποποιούμε, τα συγκρίνομε το ένα με το άλλο κλπ. Στην πραγματικότητα, οι αισθητήρες μας είναι πολυάριθμοι και βρίσκονται τόσο στην επιφάνεια του σώματός μας όσο και στο εσωτερικό του.

Πολλοί από τους αισθητήρες μας είναι όχι απλά πύλες εισόδου μηνυμάτων, αλλά και αρχή ενός αντανακλαστικού τόξου: Η διέγερσή τους συνεπάγεται, μετά από κατάλληλη επεξεργασία στο νευρικό μας σύστημα, διέγερση κάποιων κινητήρων. Ας πούμε, όταν πέφτει μια ακτίνα φωτός στο μάτι μας, στενεύει η κόρη κι όταν τοποθετείται μια μπουκιά φαγητό στο στόμα μας, εκκρίνεται σάλιο.

Οι αισθήσεις μας έχουν ποικίλες ιδιότητες. Μια είναι η ευαισθησία τους. Για παράδειγμα, η όραση είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη σε ηλεκτρομαγνητικά κύματα που βρίσκονται στα όρια του ουράνιου τόξου. Διακρίνομε τα χρώματα. Καμιά άλλη αίσθηση δεν τα καταλαβαίνει, αν και η αφή μπορεί να αισθανθεί το ερυθρό φως ως θερμότητα. Άλλη ιδιότητα είναι η ειδικότητά τους, δηλαδή είναι αναίσθητες οι αισθήσεις μας σε ερεθίσματα που δεν τους αρμόζουν. Και πάλι ως ένα όριο. Μια γροθιά στο μάτι θα μας κάνει να δούμε κάτι σαν αστραπή. Μια τρίτη ιδιότητά τους είναι να αποτελούν την είσοδο για ένα αντανακλαστικό με αναδραστικό χαρακτήρα, θετικό ή αρνητικό. Μια γλυκιά γεύση μας κάνει να πάρουμε κι άλλη μπουκιά από παρόμοια τροφή, ενώ μια πικρή, να τη φτύσουμε. Η οσμή της γαρδένιας μας κάνει να εισπνεύσουμε βαθύτερα το ωραίο άρωμα, ενώ η οσμή του σάπιου αβγού να κρατήσουμε την αναπνοή μας. Αντίστοιχα, τα γευστικά και οσφρητικά ερεθίσματα χαρακτηρίζονται ως ευχάριστα ή δυσάρεστα. Οι αισθήσεις μας με τη μεγαλύτερη ευαισθησία και ειδικότητα, η όραση και η ακοή, είναι ουδέτερες. Τα οπτικά και ακουστικά ερεθίσματα δεν προκαλούν αντανακλαστική αντίδραση. Ούτε ευχάριστα είναι ούτε δυσάρεστα. Μπορούν όμως να προκαλούν γενικευμένη χαλάρωση ή διέγερση. Τα ήπια μονότονα ερεθίσματα προκαλούν χαλάρωση, τα ισχυρά,ασυνεχή, μεταβαλλόμενα, διέγερση. Η όραση και η ακοή αποτελούν πύλες εισόδου των έργων Τέχνης, εικαστικών και μουσικών.

Από τις πέντε αισθήσεις μας, η αφή είναι η περισσότερο αξιόπιστη. Δεν αρκείται, όπως οι άλλες αισθήσεις να προσλαμβάνει ερεθίσματα, όπως αν ένα αντικείμενο είναι θερμό ή ψυχρό, λείο ή ανώμαλο. Επιπλέον ασκεί μια επίδραση πάνω στο αισθητό αντικείμενο και διαπιστώνει την αντίδρασή του. Πιέζει ελαφρά και προσλαμβάνει την ανταπόκρισή του αντικειμένου, αν είναι σκληρό ή μαλακό. Επιπλέον, με την απτική τριβή, διεγείρονται κορυφαία αισθήματα πόνου ή ηδονής. Διασταυρώνει έτσι τις πληροφορίες που δέχεται. Για τον παραπάνω λόγο, ο Έπαφος, εξώγαμος (ως συνήθως) γιος του Δία και της Ιώς, ήταν ο πιο αξιόπιστος από τους θεούς.

Πήγε η Μαρία η Μαγδαληνή στον τάφο του Χριστού και δεν βρήκε το σώμα Του. Το αναζήτησε και τότε είδε πίσω της κάποιον που τον νόμισε κηπουρό. Ήταν όμως ο Ιησούς. Καθώς εκείνη στράφηκε, Εκείνος της λέει: «Μμοῦἃπτου!» Και δεντον άγγιξε. Αργότερα, οι μαθητές Του είδαν τον Ιησού να παρουσιάζεται ανάμεσά τους, να τους δείχνει τις πληγές Του και να λέει: «Ερήνημίν». Και δεν ήταν μαζί τους ο Θωμάς. Όταν τα άκουσε αυτά, δήλωσε πως «ἐὰνμὴἲδωνταςχερσνατοτν τύπον τνλων, κα βάλω τνχερα μου εςτνπλευρνατο, ομπιστεύσω». Οκτώ μέρες αργότερα παρουσιάσθηκε πάλι ο Ιησούς στους μαθητές Του – παρών και ο Θωμάς. Τον παρακίνησε ο Ιησούς να ψηλαφήσει τα σημάδια, αλλά εκείνος είχε ήδη πιστέψει. Τελικά, τον Ιησού τον είδαν μετά την Ανάστασή Του μόνον οι μαθητές Του, και όσοι εκ των προτέρων ήταν έτοιμοι να πιστέψουν στην Ανάστασή Του, αλλά κανένας τους δεν τον άγγιξε. Το θαύμα της Ανάστασης τεκμηριώνεται ωστόσοαπό τη μαρτυρία του αυτόπτη Ιωάννη ότι είδε τα οθώνια(σάβανα) και το σουδάριο στη θέση τους, στον τάφο, και το σώμα να λείπει. Αν κάποιος Τον είχε απαγάγει μέσα απόφρουρούς, δεν θα χρονοτριβούσε να αφαιρέσει τα ρούχα του και να τον πάρει γυμνό.

Το μειονέκτημα της αφής έναντι της όρασης και της ακοής είναι ότι οι τελευταίες αισθήσεις διεγείρονται από απομακρυσμένες πηγές, πράγμα αδύνατο για την αφή. Ο σύγχρονος κόσμος έχει αναγάγει την επεξεργασία των οπτικών και ακουστικών ερεθισμάτων σε κορυφαία αισθήματα, σχεδόν εξοβελίζοντας την αφή. Όλοι καθόμαστε μπροστά σε μια οθόνη ή έχομε την κατάλληλη συσκευή στο αφτί μας και βλέπομε και ακούμε τους πάντες όσο μακριά κι αν βρίσκονται. Όμως η αφή; Η πιο αξιόπιστη από τις αισθήσεις μας;

Η ιατρική διάγνωση στηρίζεται από τον καιρό του Ιπποκράτη αφενός στη λήψη ενός ιστορικού, που εκφράζει τα συμπτώματα του αρρώστου και την εξέλιξη αυτών και των σημείων της με το χρόνο. Και αφετέρου στις πληροφορίες που διασταυρώνομε με ό,τι παρατηρούμε με τις αισθήσεις μας, με την επισκόπηση, ψηλάφηση, επίκρουση, ακρόαση. Όλες αυτές οι πληροφορίες μάς παρέχονται στο σύγχρονο κόσμο μεγεθυσμένες διαμέσου της τεχνολογίας. Η τεχνολογία κάνει πλέον και την επεξεργασίας τους, ώστε να υποδεικνύει πιθανή διάγνωση, ή ακόμη και την περισσότερο ενδεδειγμένη θεραπεία. Έχει γίνει ένα θαυμάσιο άλμα. Μπορεί πια ο άρρωστος να γιατρεύεται χωρίς γιατρό. Ταχύτερα από κάθε προσδοκία, ο ηλεκτρονικός γιατρός έχει στη διάθεσή του το ιστορικό, τις απεικονιστικές εξετάσεις, τις βιοχημικές και μικροβιολογικές και κάθε τι άλλο. Και ο γιατρός-ρομπότ ανταποκρίνεται άμεσα με συμβουλές ή ακόμη και με επεμβάσεις διαμέσου μηχανημάτων που χειρίζεται ένας χειρουργός από την άλλη άκρια της γης. Πραγματικό θαύμα.

Και η ψηλάφηση; Η πιο αξιόπιστη από τις αισθήσεις μας; Πάει αυτή! Κι όμως ακόμη είναι πολλές φορές αναντικατάστατη. Ακόμη και σήμερα δεν νοείται αξιολόγηση του προστάτη χωρίς ψηλάφησή του. Επιπλέον η επαφή του αρρώστου με το γιατρό του μεταφέρει πιο άμεσα από κάθε άλλη εξέταση τα συναισθήματα του πάσχοντα, τις αγωνίες του. Μια απλή χειραψία θα δείξει πόσο ψυχρή και υγρή είναι η παλάμη του αρρώστου, πόσο άγχεται. Και η καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση γίνεται με κατάλληλους χειρισμούς ταχύτερα από κάθε άλλη επέμβαση. Εξάλλου, το άγγιγμα του γιατρού μπορεί να καθησυχάσει με το απαλό χάδι του σταθερού χεριού του. Ακόμη κι αν δεν εξοστρακίζει τον κίνδυνο η αφή, ο άρρωστος υποφέρει και η προσωπική επαφή με το γιατρό μπορεί να τον ανακουφίσει περισσότερο από κάθε ασπιρίνη ή άλλου είδους χάπι. Κάπως έτσι λειτουργούν οι θεραπευτές.

Διαβάστε ακόμα