Του Δημ. Α. Σιδερή, ομ. Καθηγητή καρδιολογίας

ΑΠΑΛΛΑΓΗ

  • Τετάρτη, 27 Ιουνίου, 2018 - 06:09

Εδώ και 10 χρόνια περίπου είμαι συνταξιούχος. Μισό αιώνα επαγγελματικής ζωής έζησα ξυπνώντας κάθε πρωί στις 06.45΄, ενώ τις νύχτες είχα το ασύρματο τηλέφωνο στο προσκέφαλό μου. Με τη συνταξιοδότησή μου, κατάργησα το ασύρματο και το ξυπνητήρι, έφθασα μάλιστα να μη φορώ ρολόι στο χέρι μου. Απαλλάχτηκα από κάποιες δουλείες, καθώς το κοινωνικό Εγώ μου ανακουφίσθηκε από σημαντικές υποχρεώσεις.

Υπάρχουν καταστάσεις που περιγράφονται, αλλά, αν δεν τις βιώσεις ο ίδιος, δεν γίνονται μέρος του νοητού Εγώ σου, σα μέρος της ιδιαίτερης ταυτότητάς σου. Τις προάλλες, Κυριακή μεσημέρι, μού συνέβηκε το αναπάντεχο. Βγήκα για εφημερίδα. Στην επιστροφή μου, άνοιξα την πόρτα της πολυκατοικίας, κάποιος κύριος, εργατικά ντυμένος, μπήκε μαζί μου και κατευθύνθηκα στον ανελκυστήρα. Με σταμάτησε. «Μια στιγμή», μου είπε. «Έρχομαι για το ασανσέρ σας. Έχει διαρροή». Μπήκε μαζί μου, το άγγιξε, σα να τινάχθηκε λίγο το χέρι του. Στον όροφό μου μού ζήτησε ένα χαρτί. «Ένα απλό χαρτί της κουζίνας», διευκρίνισε. Στο μεταξύ είχε ανέβει κι ο βοηθός του. Πήγα, με ακολούθησε. «Φαίνεται η βλάβη είναι εξωτερική, διότι έχει πρόβλημα και η ηλεκτρική κουζίνα». Έγειρε την πόρτα, ο βοηθός του ανοιγόκλεινε τις ασφάλειες, ενώ εκείνος μου ζητούσε να αναβοσβήνω τα μάτια της ηλεκτρικής κουζίνας. Σε διάστημα 5 λεπτών υποπτεύθηκα πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Του ζήτησα να ανοίξει την πόρτα. Σα να δυσανασχέτησε, σκέφθηκα τότε να ρωτήσω ποιος ακριβώς είναι, έβαλα τις φωνές και οι δυο έσπευσαν να με απαλλάξουν από την παρουσία τους. Λίγο μετά την αναχώρησή τους διαπίστωσα πως, εκτός από την παρουσία τους, με είχαν απαλλάξει και από κάποια άλλα πράγματα, χρυσαφικά, ρολόγια (που δε φορούσα πια), χρήματα. Η Άμεση Δράση ήλθε σε λίγα λεπτά από τη στιγμή που κάλεσα το 100, αλλά φυσικά ήταν ήδη πολύ αργά. Μου έδειξαν 1300 φωτογραφίες υπόπτων, κανένας τους δεν έμοιαζε με τους δράστες. Όσο περίμενα έξω από το γραφείο του Αξιωματικού Υπηρεσίας, κάποια κυρία που ήταν στο γραφείο του περιέγραφε ακριβώς το ίδιο επεισόδιο που είχε συμβεί στη γειτονιά μου 1 ώρα προηγουμένως. Είχα ακούσει να συμβαίνει και στο παρελθόν παρόμοια κλοπή. Δεν είχα βάλει μυαλό!

Τώρα έχω βάλει; Αμφιβάλλω. Είμαι σχεδόν βέβαιος πως θα την ξαναπάθω, κάτω από λίγο διαφορετικές συνθήκες. Κι όμως κάτι έμεινε. Σκέφτομαι, ξανασκέφτομαι το συμβάν. Ευτυχώς δεν υπήρξε βία. Με τις 80 δεκαετίες μου και την αδύναμη γυναίκα μου, θα ήμουν απόλυτα ανίκανος να αντιμετωπίσω τους δύο, 35 και 50 ετών αντίστοιχα. Προσπαθώ να αναπολήσω όλες τις λεπτομέρειες, όλο και κάτι νέο θυμάμαι, αλλά, μάταια. Τι έμεινε;

Με τις μέρες που περνούσαν διαπίστωσα με έκπληξή μου ότι τίποτε, μα τίποτε, δεν άλλαξε από τον τρόπο ζωής μου. Άρα, πόσο αναγκαία ήταν τα αντικείμενα που μας έκλεψαν; Που μου τα πήραν, στερήθηκα την ικανοποίηση πως τα είχα, αλλά και το άγχος μήπως μου τα πάρει κάποιος. Μήπως το άγχος ζυγίζει περισσότερο; Θυμήθηκα το «Φτωχούλη του Θεού», τον Άγιο Φραγκίσκο της Ασίζης, που πέταξε όλα τα ρούχα του στον έμπορο πατέρα του για να φύγει ολόγυμνος, χωρίς να οφείλει σε κανέναν τίποτε, εκτός από την ύπαρξή του, και να κηρύξει τη φτώχεια. Πολύς κόσμος τον ακολούθησε. Κάποτε, κουρασμένος από το χρόνο, αποσύρθηκε. Και τότε ήλθε η μεγάλη απογοήτευση. Επιστρέφοντας βρήκε να έχουν κατασκευάσει οι διάδοχοί του ένα ολόχρυσο άγαλμα για την Άγια Φτώχεια!

Αναρωτιέμαι τώρα. Να βάλω συναγερμό; Χρήσιμος ιδιαίτερα όταν εγώ θα λείπω (από την άλλη, καλύτερα να λείπω, για να μη διακινδυνεύσω βία). Όμως, με την ταχύτητα που δρουν, ώσπου να έλθει η ασφάλεια, αυτοί θα έχουν εξαφανισθεί. Να βάλουμε κάμερες; Θα αναγνωρίζονται πιο εύκολα, αλλά κατόπιν εορτής. Να πληρώνουμε κάποιον για ιδιωτική ασφάλεια της πολυκατοικίας, κάτι είναι, αλλά, οπωσδήποτε απόλυτη ασφάλεια δεν υπάρχει. Κι η πολιτεία; Να αυξήσει τις αστυνομικές βάρδιες, να βάλει και κάμερες σε κάθε γωνιά του δρόμου; Είναι ό,τι χρειάζεται για να προετοιμαστεί η εγκαθίδρυση ενός ολοκληρωτικού, αστυνομικού, καθεστώτος. Τέτοια ασφάλεια υπήρξε (υπάρχει) σε όλα ανεξαιρέτως τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, δεξιά ή αριστερά αδιάφορο. Κλοπές και άλλα είδη ιδιωτικής βίας δεν υπάρχουν σ΄ αυτά. Βέβαια αυξάνεται η κοινωνική βία. Όσο αυστηρότερα είναι τα αστυνομικά μέτρα τόσο αυξάνονται ανελευθερία και τρομοκρατικές επιθέσεις. Αν, για κάποιο διάστημα, ανασταλούν κι αυτές, απλώς αναβάλλονται και, όταν εκδηλωθούν είναι πολύ εντονότερες. Η σωστή μέριμνα της πολιτείας είναι, πιστεύω, να καταστήσει την αξία της εργασίας (μείον το μόχθο) υψηλότερη από την αξία της κλοπής (μείον τον κίνδυνο σύλληψης και ποινής).

Μένει η προσωπική αντιμετώπιση. Η άμυνα έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Μπορεί να προστατεύσει την περιουσία, αλλά μπορεί να καταλήξει ακόμη και σε αφαίρεση ζωής του θύματος ή και του κλέφτη. Μολονότι όλοι σχεδόν συμπαθούμε το θύμα μάλλον παρά τον κλέφτη, η αφαίρεση ζωής δεν παύει να είναι ηθικά απαράδεκτη, αφού δεν τη δώσαμε εμείς. Η συνειδητοποίηση ότι τα πραγματικά απαραίτητα μάς είναι ελάχιστα είναι άλλη μια στάση. Ο Άγιος Φραγκίσκος δεν φοβόταν τους κλέφτες. Δεν είχε τίποτε να του κλέψουν. Και ο Ιησούς μας θυμίζει: «Μ θησαυρίζετε μν θησαυρος π τς γς, που σς κα βρσις φανίζει κα που κλέπται διορύσσουσι κα κλέπτουσι» (Μτθ στ΄, 19).

Μα χωρίς θησαυρισμό, πώς θα επιβιώσουμε σε περιόδους ένδειας; Βοήθα Παναγιά, αλλά κούνα και συ το χέρι σου. Κάπου εδώ είναι η κύρια διαφορά μεταξύ αγελαίων και κοινωνικών (κάποιων εντόμων) ζώων. Η αποθήκευση αναπαραγόμενου κεφαλαίου έχει λογική. Ο θησαυρισμός αδρανούς πλούτου, όμως τι χρειάζεται; Από κει αρχίζει άλλη μεγάλη ιστορία, σε ποιον ανήκει το αναπαραγόμενο κεφάλαιο. Σε ένα άτομο ή σε κάποιο σύνολο; Πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα σε κάθε λύση. Αυτή τη στιγμή τείνω να παραδεχθώ ότι η αποθήκευση αδρανούς θησαυρού, περισσότερο άγχος παρά ανακούφιση φέρνει.

Και η αποθήκευση «άχρηστων» έργων τέχνης; Είτε χρυσά, είτε πέτρινα είτε ξύλινα, μας προσφέρουν μια εσωτερική απόλαυση που είναι ένας από τους λόγους που αξίζει να ζούμε. Οι πρόγονοί μας τόνιζαν τα δημόσια έργα τέχνης, ναούς, αγάλματα, ενώ ο ιδιωτικός τους χώρος ήταν λιτός. Αντίστοιχα, οι δραστηριότητές τους εκδηλώνονταν περισσότερο στην αγορά, στο θέατρο, στο γυμναστήριο παρά στην κατοικία. Εμείς και που έχομε ένα πανέμορφο σπίτι, κάθε βράδυ, αντί να χαιρόμαστε το κονάκι μας, βγαίνομε έξω στη φασαριόζικη ταβέρνα, στο μπαράκι, οπουδήποτε. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου! Νάναι καλά οι κλέφτες που έγιναν αφορμή να κάνω τέτοιες λυτρωτικές σκέψεις!

Διαβάστε ακόμα