Ο Λόγος του Θεού από την Καθολική Εκκλησία

Βάπτισμα: Πηγή Ζωής

  • Σάββατο, 18 Μαρτίου, 2017 - 11:04

Ο διάλογος του Ιησού με έναν άνθρωπο, που ενώ αναζητά τον Θεό, υποκινείται από προσωπικές προσδοκίες και αναμονές, αγκυροβολημένες στο παρελθόν παρουσιάζεται στη σημερινή ευαγγελική περικοπή.

Μέσα από τον λόγο του Ευαγγελιστή Ιωάννη, ο Ιησούς με μαεστρία και ξεκινώντας το διάλογο με απλότητα και ανθρωπιά οδηγεί μία Σαμαρείτισσα, χωρίς να γνωρίζει το παρελθόν της και τις πεποιθήσεις της, στο να στρέψει το ενδιαφέρον της προς το μέλλον και να συνειδητοποιήσει το καινούριο που φανερώνεται σιγά σιγά στη ζωή της και μπορεί να την ανανεώσει.

Ακολουθεί η ευαγγελική περικοπή

Τον καιρό εκείνο, ο Ιησούς φτάνει σε μια πόλη της Σαμάρειας που λέγεται Συχάρ, κοντά στο χωράφι που έδωσε ο Ιακώβ στον Ιωσήφ το γιο του. Και εκεί ήταν το πηγάδι του Ιακώβ. Ο Ιησούς, λοιπόν, επειδή είχε κουραστεί από την οδοιπορία, καθόταν έτσι απλά δίπλα στο πηγάδι. Ήταν περίπου δώδεκα η ώρα το μεσημέρι.  Έρχεται τότε μια γυναίκα από τη Σαμάρεια να αντλήσει νερό. Λέει σ’ αυτήν ο Ιησούς: «Δώσε μου να πιω».Του λέει λοιπόν η γυναίκα η Σαμαρείτισσα: «Πώς εσύ που είσαι Ιουδαίος ζητάς να πιεις από εμένα, μια γυναίκα που είμαι Σαμαρείτισσα;». Αποκρίθηκε ο Ιησούς και της είπε: «Αν ήξερες τη δωρεά του Θεού και ποιος είναι αυτός που σου λέει, “δώσε μου να πιω”, εσύ θα του ζητούσες και θα σου έδινε νερό ζωντανό».  Λέει σ’ αυτόν η γυναίκα: «Κύριε, ούτε κουβά έχεις και το πηγάδι είναι βαθύ. Από πού λοιπόν έχεις το νερό το ζωντανό; Μήπως εσύ είσαι μεγαλύτερος από τον πατέρα μας τον Ιακώβ, που μας έδωσε το πηγάδι και ήπιε από αυτό αυτός και οι γιοι του και τα ζώα του;» Αποκρίθηκε ο Ιησούς και της είπε: «Καθένας που πίνει από το νερό τούτο θα διψάσει πάλι. Όποιος όμως πιει από το νερό που εγώ θα του δώσω δε θα διψάσει στον αιώνα, αλλά το νερό που θα του δώσω θα γίνει μέσα του πηγή νερού που θα αναβλύζει για ζωή αιώνια». Λέει προς αυτόν η γυναίκα: «Κύριε, δώσε μου αυτό το νερό, για να μη διψώ μήτε να περνώ εδώ να αντλώ. Βλέπω ότι εσύ είσαι προφήτης. Της λέει ο Ιησούς: «Πίστευέ με, γυναίκα, ότι έρχεται ώρα που ούτε στο όρος ετούτο ούτε στα Ιεροσόλυμα θα προσκυνάτε τον Πατέρα. Εσείς λατρεύετε αυτό που δεν ξέρετε. εμείς λατρεύουμε αυτό που ξέρουμε, γιατί η σωτηρία είναι από τους Ιουδαίους. Αλλά έρχεται ώρα, και μάλιστα είναι τώρα, που οι αληθινοί προσκυνητές θα προσκυνήσουν τον Πατέρα με Πνεύμα και με αλήθεια. Και πράγματι, ο Πατέρας τέτοιοι ζητά να είναι εκείνοι που τον προσκυνούν. Πνεύμα είναι ο Θεός, και εκείνοι που τον προσκυνούν με Πνεύμα και με αλήθεια πρέπει να τον προσκυνούν». Λέει σ’ αυτόν η γυναίκα: «Ξέρω ότι έρχεται ο Μεσσίας, ο λεγόμενος Χριστός. Όταν έρθει εκείνος, θα μας τα αναγγείλει όλα». Της λέει ο Ιησούς: «Εγώ είμαι, που σου μιλώ».

Πολλοί Σαμαρείτες τον πλησίασαν και τον παρακαλούσαν να μείνει κοντά τους. Και έμεινε εκεί δύο ημέρες. Και πολύ περισσότεροι πίστεψαν εξαιτίας του λόγου του, και στη γυναίκα έλεγαν: «Δεν πιστεύουμε πια από τη δική σου διήγηση, γιατί εμείς οι ίδιοι έχουμε ακούσει και ξέρουμε ότι αυτός είναι αληθινά ο Σωτήρας του κόσμου».