"Ο Ιησούς παρουσιάζει ένα Θεό ζωντανό και απρόβλεπτο"

Με την αλλαγή που επιφέρει η παρουσία του Ιησού στη γη, στον τρόπο, με τον οποίο αντιλαμβάνεται ο πιστός το Θέλημά Του, ασχολείται σήμερα ο π. Γιάννης Μαραγκός.

Ξεκινώντας, σημειώνει, πως “τα 41 εδάφια της σημερινής Ευαγγελικής Περικοπής έχουν ένα δικαστικό χαρακτήρα, θα λέγαμε, με δύο κατηγορουμένους. Τον Ιησού, που κατηγορείται ως αμαρτωλός, διότι θεράπευσε έναν εκ γενετής τυφλό την ημέρα του Σαββάτου, παραβιάζοντας έτσι μία πολύ μεγάλη και ιερή εντολή του Νόμου και από την άλλη, τον ίδιο τον τυφλό, που κατηγορείται ότι πιστεύει στον ευεργέτη του”.

Την “αμαρτία” που διέπραξαν ο Ιησούς και ο τυφλός, καλούνται να εξετάσουν οι Φαρισαίοι, οι οποίοι, όταν άκουσαν τον Ιησού να λέει, πως ήλθε στον κόσμο, προκειμένου οι τυφλοί να δουν και όσοι βλέπουν να τυφλωθούν, Τον ρώτησαν, αν θεωρεί πως εκείνοι είναι αμαρτωλοί. Τότε, ο Ιησούς απάντησε, πως αν ήταν τυφλοί δεν θα είχαν αμαρτία, ωστόσο τώρα που βλέπουν, η αμαρτία τους μένει.

Σύμφωνα με τον π. Γιάννη, οι μαθητές, όπως και η υπόλοιπη κοινωνία, θεωρούσαν, πως η τύφλωση, ή οποιαδήποτε άλλη πάθηση, στελνόταν από το Θεό ως τιμωρία για τις αμαρτίες του ίδιου του ατόμου ή της οικογένειάς του. Ωστόσο, η απάντηση του Ιησού, πως δεν αμάρτησε κανείς, ούτε ο τυφλός, ούτε η οικογένειά του, θέτει την πραγματική βάση των γεγονότων, μην εκφέροντας καμία κρίση. “Οι άλλοι, αντί να χαρούν που βρήκε το φως του, προβληματίζονται, ενώ στο τέλος τον καταδικάζουν κιόλας”, σημειώνει, λέγοντας, πως ο κύριος προβληματισμός που εκφράζεται, είναι αν ο Θεός, όπως οι Εβραίοι Τον αντιλαμβάνονταν έως τότε, αποτελεί Νομοθέτη και Δικαστή, ή αν, σύμφωνα με τις πράξεις του Ιησού, ο Θεός έχει συμπόνοια και δίνει συγχώρηση.

Όπως τονίζει, “ο Ιησούς παρουσιάζει ένα Θεό, που αποκαλύπτεται μέσα στη ζωή των ανθρώπων, που είναι ζωντανός και απρόβλεπτος. Που απευθύνεται στον άνθρωπο, όχι για να τηρήσει νόμους, αλλά για να του ξυπνήσει την ελευθερία του και την υπεύθυνη δέσμευσή του. Αυτή την ελευθερία, που ζωοποιεί τον καθένα μας. Του δίνει το πνεύμα, που μέσα από μία καρδιά ανιδιοτελή, ανταποκρίνεται στην ελευθερία, με την οποία συνάπτει σχέσεις με τον συνάνθρωπό του, ως πλησίων και όχι ως κάποιον που πρέπει να υπακούσει, αλλά κάποιον, με τον οποίο μπορεί να συμμεριστεί μία ορισμένη αντίληψη”.