Γνωμοδοτικό Συμβούλιο της Ε.Ε. για την Αλιεία για τη Μεσόγειο

Το Ινστιτούτο Αρχιπέλαγος στη συνάντηση
  • Τετάρτη, 18 Απριλίου, 2018 - 06:25

Την Παρασκευή ολοκληρώθηκε στο Ζάγκρεμπ της Κροατίας η συνάντηση του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου της Ε.Ε. για την Αλιεία για τη Μεσόγειο (MEDAC) μέλος του οποίου είναι το Ινστιτούτο Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος», ο μοναδικός ελληνικός περιβαλλοντικός φορέας και ένας από τους 4 συνολικά στη Μεσόγειο, που έχουν δικαίωμα ψήφου στο Γνωμοδοτικό Συμβούλιο.

Σκοπός της συνάντησης ήταν η διαμόρφωση προτάσεων και συστάσεων προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Αλιείας αναφορικά με το Τοπικό Πλάνο Δράσης για τη Μικρή Παράκτια Αλιεία, καθώς και τους τρόπους εφαρμογής της υποχρέωσης εκφόρτωσης αλιευμάτων στη Μεσόγειο (δηλαδή την υποχρέωση εκφόρτωσης στα λιμάνια του συνόλου των αλιευμάτων και παρεμπιπτόντων αλιευμάτων από το σύνολο των αλιευτικών σκαφών, όπως ορίζεται από τη νέα ΚΑλΠ).

Σε κλίμα διαφωνίας ανάμεσα στους περιβαλλοντικούς φορείς και τους διάφορους κλάδους αλιέων, αναφορικά με τους τρόπους εφαρμογής της υποχρέωσης εκφόρτωσης αλιευμάτων, ζητήθηκαν οι διάφορες πιθανές πρακτικές εφαρμογής, αλλά και οι σχετικές δυσκολίες αυτού του ιδιαίτερα σύνθετου μέτρου σε μία θάλασσα όπως η Μεσόγειος. Η θέση του Ινστιτούτου Αρχιπέλαγος είναι ότι στις ελληνικές θάλασσες αλλά και σε μεγάλο μέρος της Μεσογείου, η εφαρμογή του μέτρου αυτού δεν είναι ρεαλιστική εάν δεν ληφθούν πολλαπλά νέα μέτρα ελέγχου και παρακολούθησης. Αναφορικά με την παράκτια αλιεία στην Ελλάδα, το συγκεκριμένο μέτρο είναι ανέφικτο, δεδομένου ότι τα 16.000 και πλέον παράκτια σκάφη είναι διασκορπισμένα σε περισσότερα από 18.000 χλμ ακτογραμμής, με εκατοντάδες λιμάνια εκφόρτωσης και συνεπώς είναι αδύνατον να υπάρξει αποτελεσματικός μηχανισμός ελέγχου των εκφορτώσεων. Παράλληλα η αλιευτική παραγωγή και τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα των παράκτιων σκαφών είναι αναλογικά μικρά και συνεπώς δεν δικαιολογείται η ανάγκη της εφαρμογής του μέτρου ελέγχου των εκφορτώσεων.

Αναφορικά με τη μέση αλιεία (μηχανότρατες και γρι-γρι), για την οποία θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμη η εφαρμογή αυτού του μέτρου, ο σχετικός έλεγχος της υποχρέωσης εκφόρτωσης αλιευμάτων είναι επίσης πολύ δύσκολος. Για να λειτουργήσει απαιτείται είτε η δημιουργία ενός δικτύου παρατηρητών αλιείας, είτε η εφαρμογή ψηφιακών συστημάτων διαδικτυακής παρακολούθησης, χρησιμοποιώντας σένσορες στα δίχτυα και κάμερες σε πραγματικό χρόνο, μία πρακτική που θα ήταν πιο εύκολα εφαρμόσιμη.

Έχουν περάσει 4 χρόνια από την ψήφιση της Νέας Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής της Ε.Ε. και δυστυχώς σε ευρωπαϊκό επίπεδο οι πολυάριθμες συνεδριάσεις, διαβουλεύσεις και συναντήσεις εργασίας για την εφαρμογή της δεν διαφαίνεται να φέρνουν αποτέλεσμα στην αντιμετώπιση του καίριου ζητήματος της υπεραλίευσης. Παρόλο που οι ευρωπαϊκές αρχές αναγνωρίζουν ότι περισσότερο από 90% των μεσογειακών αλιευμάτων έχουν υπεραλιευθεί, η αργή γραφειοκρατική προσέγγιση των ζητημάτων που σχετίζονται με την αλιευτική διαχείριση δεν συμβαδίζουν με το ρυθμό κατάρρευσης των ιχθυαποθεμάτων, ενώ τα κράτη-μέλη, ιδίως στη Μεσόγειο δεν έχουν λάβει αποτελεσματικά μέτρα αλιευτικής διαχείρισης.

Σε ελληνικό επίπεδο, η κατάσταση είναι λίγο χειρότερη, καθώς συνεχίζουμε να διατηρούμε τη «μοναδικότητα» της χώρας με το μεγαλύτερο αλιευτικό στόλο στην Ε.Ε. και τη λιγότερη διαχείριση. Ενδεικτικό της χρόνιας ανεύθυνης αλιευτικής πολιτικής μας είναι ότι ενώ η αλιεία σταδιακά καταρρέει, αντί να εφαρμόζουμε νέα αποτελεσματικά μέτρα διαχείρισης, τα οποία ορίζει η ευρωπαϊκή νομοθεσία και συχνά μπορεί να χρηματοδοτήσει η Ε.Ε. (π.χ. διαχειριζόμενες ζώνες αλιείας, αύξηση επιλεκτικότητας αλιευτικών εργαλείων, αποτελεσματική προστασία νηπιοτροφείων αλιευμάτων, κα), επικαλούμαστε ότι η χρόνια απραξία μας οφείλεται στην έλλειψη επιστημονικών δεδομένων που να ποσοτικοποιούν τη μείωση των ιχθυαποθεμάτων. Παράλληλα η ελληνική αλιευτική νομοθεσία απαρτίζεται από ένα μίγμα βασιλικών διαταγμάτων και νόμων που σχεδιάστηκαν πριν δεκαετίες, με την απολύτως επιλεκτική εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας η οποία θα μπορούσε να συμβάλλει στην αειφόρο διαχείριση των επιβαρυμένων ελληνικών ιχθυαποθεμάτων.