Κατά την συζήτηση επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων "Μέτρα θεραπείας ατόμων, που απαλλάσσονται από την ποινή, λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής"

Τοποθέτηση Αντ. Συρίγου στην Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Σωφρονιστικού Συστήματος

  • Κυριακή, 26 Φεβρουαρίου, 2017 - 11:21

Η τοποθέτηση του βουλευτή, Αντώνη Συρίγου στην Ειδική μόνιμη επιτροπή σωφρονιστικού συστήματος και λοιπών δομών εγκλεισμού κρατουμένων κατά την συζήτηση επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων «Μέτρα θεραπείας ατόμων, που απαλλάσσονται από την ποινή, λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής» έχει ως ακολούθως:

Θα κάνω ένα σχόλιο για το άρθρο 19 στο τέλος. Εκείνο το οποίο θα ήθελα να τονίσω στην αρχή είναι οι θετικές κατευθύνσεις και τα θετικά χαρακτηριστικά του σχεδίου, επί του οποίου συζητάμε. Κατά τη γνώμη μου είναι τα εξής τρία: η παρεμβολή της δικαστικής κρίσης σε κάθε περίπτωση, η παρουσία του ενδιαφερομένου πάντα ενώπιον των συμβουλίων και η πρόβλεψη της ασκήσεως εφέσεως κατά το αρ. 486Α.
Το λέω αυτό γιατί, ίσως, να θυμάστε ότι είχε γίνει μια σχετική συζήτηση ανάμεσα σε αυτό που θα ονομάζαμε «δικαστική κρίση», δηλαδή δίκη απλή και σε κάποιαν άλλη που νομίζω ότι ο Κλεάνθης Γρίβας την είχε αποκαλέσει «ψυχιατρική δίκη». Επειδή πολλές φορές στους τομείς αυτούς γίνονται συγχύσεις, είναι σημαντικό ότι αυτά τα τρία στοιχεία εξασφαλίζουν τη διαδικασία.
Θα ήθελα τώρα να εκφράσω κάποιους προβληματισμούς και ερωτήσεις, όχι υπό την έννοια της αντιρρητικής, αλλά υπό την έννοια μιας κριτικής, πάνω στα άρθρα τα οποία συζητάμε. Αρχίζω από το αρ. 8, όπου υπάρχει μια προθεσμία από ό,τι βλέπω και λέει: «ο ορισμός δικασίμου από τον αρμόδιο εισαγγελέα γίνεται υποχρεωτικά σε ημέρα που δεν απέχει περισσότερο από τρεις (3) μήνες από τη διαβίβαση των εγγράφων σε αυτόν». Φοβούμαι, επειδή είμαι δικηγόρος και ασχολούμαι, όπως όλοι οι νομικοί, ότι είναι κάπως αβέβαιος ο προσδιορισμός και η αφετηρία από τη διαβίβαση των εγγράφων σε αυτόν, διότι είτε για λόγους γραφειοκρατίας είτε για οποιονδήποτε άλλον λόγο μπορεί να μην φτάσουν έγκαιρα. Με ποια έννοια; Μόλις τα λάβει ο Εισαγγελέας θα το κάνει στο τρίμηνο, αλλά πότε θα τα πάρει τα έγγραφα αυτά; Μήπως έπρεπε να μπει κάτι πιο βέβαιον;
Στο αρ. 8 § 2 είναι σωστή η σκέψη, η ratio, όμως, αναρωτιέμαι μήπως με τη διατύπωση που υπάρχει γίνεται μια σύγχυση σε δυο δογματικά ασύμβατους όρους. Για παράδειγμα με τη φράση «μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας ο καταδικασθείς εκτίει την ποινή του, από την οποία αφαιρείται ο χρόνος νοσηλείας του» γίνεται μια σύγχυση για κάποιον που το διαβάζει, γιατί ταυτίζεται στο μυαλό κάποιου που το διαβάζει, η νοσηλεία με την ποινή, άρα μήπως πρέπει να αλλάξει κάτι; Μπορεί να είναι τραβηγμένο αυτό το οποίο λέω, επειδή de omnibus dubitandum, δηλαδή πρέπει να αμφιβάλουμε περί όλων και εμείς οι ίδιοι που λέμε κάποια πράγματα και τα σημειώνουμε.
Επίσης, στο αρ. 16, υπάρχει το εξής στο οποίο έχω σταθεί: «η χορήγηση της άδειας υπογράφεται από αυτόν και τη Διοίκηση της μονάδας και τίθεται υπόψη του αρμόδιου Εισαγγελέα». Μήπως πρέπει να προσδιοριστεί, για να μην έχουμε παρερμηνείες; Τι σημαίνει αυτό το «τίθεται υπόψη»; Ο Εισαγγελέας, δηλαδή, τι κάνει εκεί; Έχει δυνατότητα να παρέμβει; Απλά του το γνωστοποιούν; Του λένε «ξέρεις έγινε αυτό»; Θα έπρεπε αυτό να αποσαφηνιστεί, για να μην υπάρχουν συγχύσεις μετά.
Στο αρ. 19, για το οποίο κάτι ειπώθηκε, θέλω να πω λίγα πράγματα.
…Αυτό είναι, αλλά θέλω να δώσω μια εξήγηση. Καταρχάς και εγώ συμφωνώ ότι «ο έλεγχος της εκτέλεσης του μέτρου ασκείται από τις κατά νόμον αρμόδιες Αρχές», όμως, είναι καλό να τις κατονομάσουμε, για να μην υπάρχουν ζητήματα -δεν πειράζει αν είναι πλεονασμός-.
Τώρα, σχετικά με το «ιδίως» που τέθηκε, να πω ότι είναι εμφαντικό, δηλαδή εξειδικεύει και δίνει κάτι παραπάνω σε εκείνον, ο οποίος «ιδίως» θα εξετάσει μια περίπτωση και γεννάται εύλογα το ερώτημα, σε πρακτικό καθαρά επίπεδο, ότι αν κατά τον έλεγχο των αρμοδίων Αρχών και των υπολοίπων υπάρξει μια διάσταση, μια διαφωνία, αμέσως θα δημιουργηθεί πρόβλημα, όχι μόνον περί της διαφωνίας, αλλά και περί της αρμοδιότητας.
Εδώ μήπως χρειάζεται κάποια επέμβαση, διότι, πράγματι, είναι γνωστό πως και ο Συνήγορος του Πολίτη, αλλά και οι Επιτροπές παραπονούνται πολλές φορές ότι οι αρμόδιες Αρχές δεν τους ακούν ως Ανεξάρτητες Αρχές. Οι αρμόδιες Αρχές, ενδεχομένως, είναι και η Εισαγγελία ή και τα Δικαστήρια της εκτέλεσης του μέτρου. Επομένως, εδώ, μπορεί να προκύψει κάποιο πρόβλημα. Γι’ αυτό το λέω. Δηλαδή σύγχυση αρμοδιοτήτων και αν υπάρξει διαφωνία, πως θα γίνει αυτή η άρση της διαφωνίας; Υπάρχει ένα θέμα που καλό είναι να το δούμε.
Κάτι άλλο που πρέπει να δούμε σε ό,τι αφορά το άρθρο 17, σε συνδυασμό με τις μεταβατικές διατάξεις έχουν την πρόβλεψη της εκδόσεως προεδρικού διατάγματος. Φοβούμαι, όμως, ότι αυτό το προεδρικό διάταγμα, το οποίο θα ορίσει ότι είναι να ορίσει για τα νοσοκομεία κ.λπ., ίσως να μην είναι όσον αφορά τον χρόνο εκδόσεώς του απρόθεσμο. Αν και δεν συνηθίζεται στους νόμους ότι πρέπει να εκδοθεί κάτι μέχρι τότε. Ίσως θα έπρεπε να υπάρξει κάτι το οποίο να προσδιορίζει ή τουλάχιστον να βάζει ένα προσδιορισμό ή μια ασφαλιστική δικλείδα ότι αυτό θα βγει τελικά. Σας το λέω αυτό, διότι, ήδη, ακούστηκαν τα παράπονα των συναδέλφων. Θα πω και εγώ ότι υπάρχει ζήτημα υποδομής. Υπάρχουν οι άνθρωποι, οι οποίοι είναι σε επαρχίες και δεν είναι εύκολο να μετακινηθούν και, μάλιστα, δεν υπάρχουν πλησιέστερα σ’ αυτές φυλακές και ιδίως στα νησιά όπως π.χ. η Χίος. Είναι ζητήματα, τα οποία θα πρέπει να τα δούμε.