Συνέντευξη με τον πιανίστα Δημήτρη Κούκο για την κλασική μουσική, τους τρόπους επικοινωνίας με το φιλότεχνο κοινό, αλλά και το ρεσιτάλ του στη Σύρο

«Ο πολιτισμός της Ερμούπολης σε τυλίγει»

Διάσημα και δεξιοτεχνικά έργα των δυο μεγάλων ρομαντικών συνθετών Chopin και Liszt καθώς και ένα μεγάλο μέρος από συνθέσεις του φημισμένου Έλληνα συνθέτη Περικλή Κούκου, θα παρουσιάσει στο Συριανό κοινό ο γνωστός πιανίστας Δημήτρης Κούκος, μέσα από ένα μοναδικό ρεσιτάλ σπονδυλωτού χαρακτήρα.

Η συναυλία θα πραγματοποιηθεί το Σάββατο 18 Ιουνίου στο Θέατρο Απόλλων, στις 20:30 με την υποστήριξη του Δήμου Σύρου – Ερμούπολης και της εταιρείας Action Εστί. Σημειώνεται ότι αυτή είναι η τρίτη φορά που ο κ. Κούκος συμμετέχει στο καλοκαιρινό πρόγραμμα εκδηλώσεων της Ερμούπολης, μίας πόλης που σύμφωνα με τον ίδιο αποπνέει πολιτισμό, από την πρώτη κιόλας επαφή μαζί της.

Λίγα εικοσιτετράωρα, πριν αφεθεί η πρωτεύουσα των Κυκλάδων στα μελωδικά μονοπάτια τόσο του κλασικού ρεπερτορίου, όσο και ελληνικών έργων, που μπορούν να συγκριθούν επάξια με ευρωπαϊκούς κολοσσούς, ο κ. Κούκος υπογραμμίζει στην «Κοινή Γνώμη» το ρόλο της κλασικής μουσικής παιδείας στην ενδυνάμωση των καλλιτεχνικών αισθητηρίων του ευρύτερου κοινού.

Από τα γνωστά -σε όλους- «Ερμουπόλεια», σας υποδεχόμαστε ξανά στο νησί σας και στο πρόγραμμα «Σύρος – Πολιτισμός». Τι θα μας παρουσιάσετε αυτή τη φορά;

«Αυτή τη φορά θα σας παρουσιάσω ένα ρεσιτάλ πιάνου με σπονδυλωτό χαρακτήρα. Έχω πάρει τα κομμάτια του Έλληνα συνθέτη Περικλή Κούκου από όλο το φάσμα του πιανιστικού του ρεπερτορίου και τα έχω συνδυάσει με πολύ γνωστά και δεξιοτεχνικά κομμάτια του Chopin και του Liszt, επιχειρώντας να κάνω ένα πάντρεμα του ρομαντισμού με τη σύγχρονη λυρική δημιουργία.

Εκτός από καλλιτέχνης, είστε και ένας νέος άνθρωπος που έχει αφιερωθεί ολοκληρωτικά στην κλασική μουσική. Τι είναι αυτό που σας κέρδισε στο συγκεκριμένο είδος;

«Η κλασική μουσική ήταν πάντοτε μία μεγάλη μου αγάπη, γι’ αυτό και αποφάσισα από μικρός να ασχοληθώ με αυτή. Σιγά σιγά με τα χρόνια και μέσω των σπουδών, απέκτησα φιλίες, γνωριμίες και όλες αυτές τις συνεργασίες. Ήταν μία μουσική, μέσα από την οποία έβρισκα πάντα έναν τρόπο να επικοινωνήσω. Την καταλάβαινα και μπορώ και να τη μεταδίδω. Σίγουρα γίνεται ευκολότερο, όταν προέρχεσαι και από ένα μουσικό περιβάλλον, επειδή όμως διδάσκω και πιάνο τα τελευταία 15 χρόνια, παρατηρώ τελικά, πως είναι πάρα πολλά τα παιδιά, τα οποία ασχολούνται με την κλασική μουσική. Σημασία, βέβαια, έχει το τι θέλεις εσύ να δώσεις στους μαθητές. Όταν τους δίνεις ελευθερία και τους δείχνεις δρόμους έκφρασης, συνδυάζοντας σύγχρονο ρεπερτόριο και αξιόλογους συνθέτες όπως ο Χατζιδάκις και ο Θεοδωράκης με το κλασικό είδος, ξαφνικά αναγνωρίζουν κοινά στοιχεία. Έτσι τα παιδιά, ειδικά στις ηλικίες 15-18 και μέχρι να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους έχουν γνωρίσει διάφορα είδη μουσικής. Από κει και πέρα, ο καθένας κατευθύνεται με βάση το προσωπικό του γούστο. Είναι εντυπωσιακό αυτό που συμβαίνει».

Τα τελευταία χρόνια, αρκετοί καλλιτέχνες επιχειρούν να αποδώσουν κλασικά κομμάτια με σύγχρονο ηχόχρωμα. Κάτι, το οποίο τείνει να εξελιχθεί σε «μόδα».

«Αυτός ο τρόπος έκφρασης, η μεταγραφή δηλαδή κάποιου κλασικού κομματιού σε πιο σύγχρονα ηλεκτρικά όργανα και πιο σύγχρονες εκτελέσεις, έχει μεγάλο ενδιαφέρον, γιατί το σημαντικό είναι αυτό το είδος μουσικής να μπορεί να ακούγεται παντού. Μάλιστα πριν από πολλά χρόνια στη Γερμανία, άρχισαν να παίζουν κλασική μουσική σε διάφορους χώρους, όπως λοφτ ξενοδοχείων, ασανσέρ και αλλού, ούτως ώστε το κοινό να έρθει σε επαφή μαζί της. Τώρα πλέον, υπάρχουν εξαιρετικοί καλλιτέχνες που παίρνουν την κλασική μουσική, τη μεταφέρουν στη σύγχρονη μουσική και έτσι τη γνωρίζουν στο κοινό. Από κει και πέρα όταν ο άλλος έχει την πρώτη επαφή, μετά μπορεί να επιλέξει εάν προτιμά αυτόν τον τρόπο ή του αρέσει περισσότερο το φυσικό όργανο. Μακάρι να συμβαίνουν κι άλλα τέτοια».

Χαρακτηριστικό παράδειγμα καλλιτεχνών στη χώρα μας, που έχει καταπιαστεί με αυτή τη μέθοδο είναι οι «String Demons», με τους οποίους έχετε συνεργαστεί και στο παρελθόν.

«Ναι, με τον Κωνσταντίνο και τη Λυδία έχουμε παίξει μαζί σε πολλές συναυλίες κλασικού ρεπερτορίου, το οποίο είναι περισσότερο κοντά σε εμένα. Τα παιδιά έχουν κάνει εξαιρετικές μεταγραφές σε διάφορα έργα και τα έχουν παρουσιάσει στον κόσμο, ο οποίος τα υποδέχτηκε με μεγάλο ενθουσιασμό. Είμαι πολύ χαρούμενος που βρίσκομαι ξανά στη Σύρο, μια πόλη, στην οποία μόλις πατάς το πόδι σου, νιώθεις τον πολιτισμό να σε τυλίγει. Κι αυτό δεν οφείλεται στο θέατρο, αλλά στον γενικότερο αέρα που αποπνέει. Ενώ συμβαίνουν όλα αυτά στη μαγική σας πόλη, στην Ελλάδα συμβαίνει το εξής παράλογο. Ενώ οι άνθρωποι θα μπορούσαν να έρθουν σε μια συναυλία κλασικής μουσικής, δεν έρχονται γιατί υπάρχει ένα ταμπού, ένας φόβος. Θα έπρεπε όμως να γίνουμε πιο ανοιχτοί ως κοινό. Γιατί όπως εγώ θα πήγαινα να ακούσω μια ροκ συναυλία και να βρω κάποια κομμάτια που θα μου αρέσουν, το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί και σε κάποιον που ακούει λαϊκά και του δίνεται η ευκαιρία να παρακολουθήσει μία συναυλία κλασικής μουσικής».

Μπαίνετε στη διαδικασία να χρησιμοποιείτε «τεχνάσματα» για να προσελκύσετε μεγαλύτερο κοινό;

«Τα τεχνάσματα, δυστυχώς ή ευτυχώς θα είναι πάντα μέρος της διαδικασίας από ευφάνταστα προγράμματα, διαφορετικού τύπου, όπως αυτό που θα παρουσιάσω στη Σύρο μέχρι ομιλίες, συνεργασίες με καλλιτέχνες που έχουν να δώσουν κάτι διαφορετικό και μία καινούρια άποψη ακόμα και στη δική μου καλλιτεχνική προσέγγιση. Γενικώς, προσπαθούμε συνεχώς να βρίσκουμε μία γλώσσα κλασική και να την προσαρμόζουμε στην εποχή μας».

Οπότε, θα λέγαμε ότι μεταξύ των νέων μουσικών υπάρχει μία αλληλοϋποστήριξη για την επίτευξη αυτού του κοινού στόχου;

«Ναι, προσπαθούμε και όλοι μαζί και χώρια. Γιατί ο καθένας μας πρέπει να μπορέσει να συνεργαστεί, να βάζει το «εγώ» του και τις προσωπικές του προτιμήσεις σε μία δεύτερη μοίρα για να μπορέσει να συνεργαστεί με άλλους καλλιτέχνες, οι οποίοι μπορεί να είναι μουσικοί, εικαστικοί κ.α. Υπάρχουν πλέον τόσοι πολλοί συνδυασμοί που μπορεί να κάνει κάποιος σε μια συναυλία. Μέσα από ένα συλλογικό πνεύμα καταφέρνουν όλοι να επιτύχουν ωραία αποτελέσματα. Ταυτόχρονα όμως, πρέπει και ο καθένας να μπορέσει να κάνει την προσωπική του δουλειά να ώστε να μπορέσει να αναπτύξει τον εαυτό του ακόμα περισσότερο».

Ποιο είναι το μήνυμά σας προς όλους εκείνους που θα έρθουν να σας απολαύσουν το βράδυ του Σαββάτου στο Θέατρο Απόλλων;

«Πρόκειται για μία μοναδική συναυλία, η οποία σχεδιάστηκε μόνο για την Ερμούπολη. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα δεν έχει ξαναπαρουσιαστεί με αυτούς τους συνδυασμούς. Έχει έντονο τόσο το τονικό, όσο και το μελωδικό στοιχείο. Είναι κομμάτια που πέρα από δεξιοτεχνία και τρομακτικές δυσκολίες είναι μελωδικότατα, πολύ προσιτά προς τον κόσμο και όλοι θα μπορέσουν να πάρουν κάτι από αυτό και κυρίως να γνωριστούν με την ελληνική μουσική η οποία μπορεί να σταθεί δίπλα σε ευρωπαϊκούς κολοσσούς μουσικής. Γι’ αυτό και σε κάθε συναυλία μου, έχω πάντοτε και ένα ελληνικό έργο».