Γνωριμία με τη Σύρο μιας παλιάς φίλης

  • Παρασκευή, 1 Ιουλίου, 2016 - 06:22
  • /   Eνημέρωση: 1 Ιουλ. 2016 - 7:31

Πριν λίγες μέρες υποδέχθηκα, ξαφνικά και χωρίς προειδοποίηση, ένα άγνωστο αυτοκίνητο που σταμάτησε έξω από την πόρτα μας. Μια κυρία, της ηλικίας μου, με χαμόγελο με πλησίασε και με ρώτησε να θα ήθελα να της προσφέρω ένα καφέ.

Είδε την απορία μου, (αν και η φωνή της κάτι μου έλεγε) και φυσικά μου είπε: Είμαι η Ξένια η συμφοιτήτριά σου. Την αγκάλιασα και ζήτησα συγνώμη γιατί δεν την γνώρισα. Έχουν περάσει τόσα χρόνια…Ήταν μια αγαπημένη φίλη και καλή, άριστη φοιτήτρια. Φυσικά φρόντισα αμέσως να ετοιμάσω τον καφέ της και…ένα γλυκό κουταλιού, όπως το λέμε, από τα πολύ ωραία που μας χαρίζει η κυρία Ελπίδα από την Ποσειδωνία.

Μιλήσαμε επί τόση ώρα και χαρήκαμε ιδιαίτερα ακούγοντας η μια την άλλη. Ήταν η πρώτη φορά που ήλθε στη Σύρο και είναι εντυπωσιασμένη από το νησί μας. «Η Σύρος» μου είπε «ξέρει καλά να πλανεύει τις καρδιές των επισκεπτών της. Οι ατέλειωτες βόλτες στην πρωτεύουσα των Κυκλάδων που στέκει υπερήφανα ανάμεσα στους δυο αντικριστούς λόφους της. Ανάσταση των Ορθοδόξων και Σαν Τζώρτζης των Καθολικών – εξηγούν καλά εκείνο το στοίχο: Μάγια μου’ χεις κάνει…γλυκιά μου Φραγκοσυριανή του Μ. Βαμβακάρη. Έχεις καταλάβει Μαίρη μου (συνέχισε με ενθουσιασμό) ότι ζεις σ’ ένα νησί, σ’ ένα τόπο με μια πολιτεία γεμάτη μαγεία και αρχοντικά μυστικά: Η Αρχόντισσα του Αρχιπελάγους δεν περιορίζεται μόνο στον γαλανόλευκο κυκλαδίτικο καμβά απλώνει τη γοητεία της μεγαλόπρεπα στους δρόμους της Ερμούπολης και ρεμπέτικα στα στενά της Άνω Σύρου. Εντυπωσιάστηκα από τα απαστράπτουσα αρχοντικά, αυτά τα δείγματα του ρομαντικού κλασικισμού. Η αρχιτεκτονική τους κλέβει τις εντυπώσεις προκαλώντας επιφωνήματα θαυμασμού. Οι οροφογραφίες  σε αφήνουν άφωνο!...» Μου άρεσε που την άφησα για αρκετή ώρα να με… ξεναγεί στο νησί μας και όσα είπε ήταν σωστά. Επισκέφθηκε το Δημαρχείο με την εντυπωσιακή αρχιτεκτονική του Ερνέστου Τσίλλερ, το ιστορικό θέατρο Απόλλων, τους τρεις ορθόδοξους ναούς στην Ερμούπολη και τον Άγιο Γεώργιο στην Άνω Σύρο και βέβαια τα Μουσεία μας. Αρχαιολογικό, Βιομηχανικό, Ινστιτούτο Κυβέλη, Μάρκου Βαμβακάρη και…Αντιγράφων Κυκλαδικής Τέχνης όπου και έμαθε ότι η παλιά της συμφοιτήτρια ήταν υπεύθυνη και έτσι θέλησε να με συναντήσει. Με συγκίνησε ιδιαίτερα με τον τρόπο που μου μίλησε και τον ενθουσιασμό που έδειχνε να της πρόσφερε το νησί μας. Είχε περάσει αρκετή ώρα από την πολύ ενδιαφέρουσα κουβέντα που είχαμε. Αισθάνθηκα ότι έπρεπε να της προσφέρω, εκτός από το καφέ και το γλυκό του κουταλιού (της κυρίας Ελπίδας) και κάτι ακόμη. Δυστυχώς είχε τελειώσει το κέικ, τα σοκολατάκια….Μου ζήτησε λίγο καφέ ακόμη. Τουλάχιστον καφέ είχε το σπίτι. Θυμήθηκα ότι είχαμε μπισκότα Μιράντα και της προσέφερα μαζί με τον καφέ της. Σου αρέσουν τα Μιράντα; Με ρώτησε. Και βέβαια μου αρέσουν της απάντησα. Δεν θα γνωρίζεις όμως την ιστορία τους…Άραγε τι ιστορία μπορεί να έχουν τα μπισκότα, και μου διηγήθηκε.

Πρόσφυγες στην Ελλάδα τα….μπισκότα!

Η οικογένεια μου, μου είπε, ήταν Έλληνες της Σμύρνης και είχαν κατάστημα στην Ευρωπαϊκή οδό στον Φραγκομαχαλά που ήταν εμπορικός και πολυσύχναστος δρόμος. Φυσικά, γνωρίζεις, ότι το 1922 η φωτιά πέρασε πάνω από τα σπίτια, τα μαγαζιά κι έκανε στάχτη όλη την περιοχή. Η γιαγιά μου πήρε ένα καλάθι, έβαλε όσα κοσμήματα μπόρεσε, τα σκέπασε με κάρβουνα κι έφθασαν με αμερικάνικο καράβι στον Πειραιά. Σε λίγο διάστημα κατάφεραν να ορθοποδήσουν σ’ ένα μικρό σπίτι και να έχουν τα είδη πρώτης ανάγκης αυτοί οι καλομαθημένοι αστοί της Σμύρνης. Μαζί με τη δική μου οικογένεια κατέβηκαν και οι φίλοι τους οι Παπαδοπουλαίοι κι έμειναν κάπου κοντά μας, σ’ ένα άλλο μικρό σπίτι. Μια μέρα (όπως μου είπε η γιαγιά μου)  η γιαγιά Μιράντα ζύμωσε τα μπισκότα της για τα μικρά παιδιά της οικογένειας της και παρακάλεσε ένα φούρναρη, εκεί στη γειτονιά να της τα ψήσει. Μοσχοβόλησε ο δρόμος ως το λιμάνι έφθασε η ευωδιά. «Τι ψήνεις και μας έσπασες τη μύτη;» ρωτούσαν τον φούρναρη πελάτες και περαστικοί. «Όχι εγώ, η προσφυγοπούλα» είπε εκείνος και επειδή ήταν έξυπνος, αλλά και καλόκαρδος, έδωσε δουλειά στη Μιράντα με τη θαυματουργή συνταγή της: «εργασία – ποιότητα – εντιμότητα». Και φυσικά όπως βλέπεις και γνωρίζεις, μου είπε η φίλη μου, ο ταβάς της προσφυγοπούλας έγινε μια μεγάλη βιομηχανία. Βέβαια, κι εσείς εδώ σ’ αυτό το υπέροχο νησί πόσους πρόσφυγες υποδεχθήκατε. Χιώτες, Σμυρνιοί, Ψαριανοί και τόσοι άλλοι βρήκαν  καταφύγιο και μια ανοιχτή αγκαλιά στη Σύρο και τότε, όλοι μαζί, με την γνώση, την καλή θέληση, την προσπάθεια και την εργασία δημιουργήσατε την πιο σωστή, την πιο ωραία και την πιο δημιουργική πόλη της Ελλάδας.

Πόσο υπερήφανη, πρέπει να είσαι φιλενάδα μου που ζεις σ’ αυτό το νησί που υπήρξε κοιτίδα πολιτισμού, νεοκλασικής αρχιτεκτονικής και εμπορίου.

Εσείς εδώ τιμάτε το παρελθόν της Ελλάδας και δεν θα χάσετε ποτέ τον Ελληνικό πολιτισμό, αρχαίο και σύγχρονο, ούτε την αρχοντιά σας.

Το Συριανό λουκούμι

Η φίλη μου έφευγε την επόμενη μέρα και είχε φροντίσει να έχει προμηθευτεί τα λουκούμια της, για να προσφέρει στους  δικούς της. Της είπα ότι το Συριανό λουκούμι έχει μεγάλη παράδοση….και μου είπε: «Ξέρεις πως πήρε το όνομα λουκούμι;» Όχι δεν ήξερα. «Όταν, λοιπόν, ένα γλύκισμα είναι πολύ νόστιμο, έχει επικρατήσει να λέγεται ότι έχει γεύση «λουκούμι». Η λέξη λουκούμι, λέγεται, ότι προέρχεται από το λατινικό Lucumus. Ο Λούκουμος ήταν ο πιο φημισμένος ζαχαροπλάστης την εποχή της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Τα δημιουργήματα του ήταν τα πιο νόστιμα γλυκίσματα. Εύλογα λοιπόν δόθηκε το όνομά του στο παραδοσιακό Συριανό προϊόν…» Άραγε είναι, σωστό; Θα ρωτήσω την κυρία Σικουτρή που γνωρίζει την ιστορία για το Συριανό λουκούμι.

Ήταν μια πολύ ωραία έκπληξη η παρουσία της φίλης από το παρελθόν και φυσικά οι εντυπώσεις της για το νησί μας.

Ετικέτες: