Ρεμπέτικο

Από την Άνω Σύρο και τη Δραπετσώνα... στην UNESCO
  • Πέμπτη, 1 Μαρτίου, 2018 - 06:22

Είναι στοιχείο πλέον της “Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας” το ρεμπέτικο τραγούδι που εξακολουθεί να παραμένει “παρόν”, αλλά και να θαυμάζεται από τόσο ξένο κόσμο. Θα πρέπει να είμαστε υπερήφανοι εμείς οι Συριανοί και βέβαια οι Απάνω Συριανοί.

Με εντυπωσίασε το κείμενο που διάβασα, που αναφέρεται στον θαυμασμό των ρεμπέτικων τραγουδιών και από το γεγονός ότι η UNESCO το υποδέχθηκε στον κατάλογό της ως μια μοναδική μουσική κληρονομιά που είχε μεγάλη αποδοχή από όλους. Και όπως ανακοίνωσε σε συνέντευξή της η κ. Σ. Φωτοπούλου (Διευθύντρια Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς κ.α.) “... ο φάκελος του ρεμπέτικου είχε μεγάλη αποδοχή από όλους. Ήταν ουσιαστικά κάτι που το περίμεναν, σαν να μας είπαν... έχετε αργήσει”.

Το ιστορικό που παρουσιάστηκε στην UNESCO έδινε το “ιστορικό της αρχής του ρεμπέτικου”.

Ήταν καλοκαίρι του 1934, χρόνια ταραγμένα τόσο πολιτικά όσο και κοινωνικά, με την Ελλάδα σε πτώχευση από το 1932, όταν η “Τετράς η ξακουστή του Πειραιώς” κουρδίζει μπουζούκια, μπαγλαμάδες και φωνές και ερμηνεύει μερικά από τα ομορφότερα τραγούδια του ρεμπέτικου. Στη Μάντρα, στη Δραπετσώνα, ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Γιώργος Μπάτης, ο Στράτος Παγιουμτζής και ο Ανέστης Δελιάς φτιάχνουν την πρώτη ρεμπέτικη κομπανία που σύντομα θα άλλαζε τη φυσιογνωμία του ελληνικού τραγουδιού. Βέβαια, σε όλους εμάς τους Συριανούς, είναι γνωστό ότι ο Μάρκος Βαμβακάρης ήταν ο εμπνευστής και ο δημιουργός της ρεμπέτικης μουσικής που ξεκίνησε από την Άνω Σύρο. Παράλληλα ήταν, αργότερα, και ο εμπνευστής και ο δημιουργός της “ρεμπέτικης κομπανίας” και ο Γιώργος Μπάτης ήταν εκείνος που τη βάφτισε με τον λαμπερό καθαρευουσιάνικο τίτλο: “Τετράς η ξακουστή του Πειραιώς”. Έτσι γεννήθηκε ένα πρωτοποριακό μουσικό σχήμα για την εποχή του και παράλληλα ακούστηκαν όμορφα τραγούδια που μιλούσαν για τον έρωτα, τη φτώχεια, τον καημό, την απελπισία. Ο Μάρκος Βαμβακάρης ήταν τότε 29 ετών, ο Γιώργος Μπάτης κόντευε τα 50, ο Στράτος Παγιουμτζής τα 30 και ο Ανέστης Δελιάς, ο μικρότερος της παρέας, τα 22 του χρόνια.

Η “Τετράς η ξακουστή του Πειραιώς” συναντιέται σε καφενεία και ταβερνεία της ευρύτερης περιοχής του Πειραιά, κατεβαίνει στα βράχια της Πειραϊκής και ερμηνεύει τραγούδια αληθινά που τότε είχαν καθιερωθεί ως πειραιώτικα ρεμπέτικα τραγούδια.

Ποιος, άραγε, από αυτή την τετράδα, αλλά και από τους μεταγενέστερους μουσικούς και ερμηνευτές του ρεμπέτικου, θα μπορούσε να φανταστεί ότι 80 και πλέον χρόνια μετά το είδος τραγουδιού που παρουσίασαν, θα εγγράφονταν στον Αντιπροσωπευτικό Κατάλογο της “Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας” που ενέκρινε η Διακυβερνητική Επιτροπή της Σύμβασης για τη Διαφύλαξή της στην 12η ετήσια συνεδρίαση της UNESCO, που πραγματοποιήθηκε στην Κορέα (αυτή τη φορά) από τις 4 έως τις 9 Δεκεμβρίου 2017. Τον πλήρη φάκελο υποψηφιότητας τον παρέδωσε το υπουργείο Πολιτισμού.

Όπως έχει αναφερθεί και έχει καταγραφεί στον φάκελο, αυτά τα ρεμπέτικα τραγούδια εξακολουθούν να είναι ακόμη και σήμερα δημοφιλή και αρεστά και ακούγονται και σε ραδιόφωνα, τηλεοράσεις, νυχτερινά κέντρα διασκέδασης, μουσικές σκηνές κ.α.

Παράλληλα, όπως έχουν αναφέρει νεότεροι και σημαντικοί συνθέτες (Θεοδωράκης, Ξαρχάκος κ.α.), αυτά τα ρεμπέτικα τραγούδια αποτέλεσαν σημαντική πηγή έμπνευσης για δικές τους μουσικές δημιουργίες.

Στο Δελτίο που έγινε η εγγραφή του ρεμπέτικου στο “Εθνικό Ευρετήριο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς” αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι η παράδοση των ρεμπέτικων τραγουδιών αποτελεί ένα ξεχωριστό κεφάλαιο του ελληνικού αστικού και λαϊκού πολιτισμού. Θεωρείται ως μια συλλογική μορφή έκφρασης και επικοινωνίας που κατόρθωσε να ταιριάσουν ο λόγος, η μουσική και ο χορός και να γίνουν κατανοητά και αγαπητά από κάθε άνθρωπο, αρχικά Έλληνα και αργότερα και ξένο.

Αρχή 20ου αιώνα

Η εποχή δημιουργίας και παρουσίασης του ρεμπέτικου καλύπτει το πρώτο μισό του 20ου αιώνα. Τότε ήταν η εποχή που άρχισαν να διαμορφώνονται στην Ελλάδα τα μεγάλα αστικά κέντρα με βιομηχανικές δραστηριότητες, ναυτιλία και πολιτισμό. Αυτό το είδος της νέας, για την εποχή, μουσικής συνδέθηκε με συγκεκριμένες κοινωνικές τάξεις και ομάδες Ελλήνων που βρίσκονταν στα λιμάνια, μετά από την Μικρασιατική Καταστροφή, με τους προσφυγικούς πληθυσμούς κ.α.

Όπως είπαν, μελέτησαν και έγραψαν ειδικοί που έχουν ασχοληθεί και γνωρίζουν το είδος της μουσικής, αυτό το ρεπερτόριο ανέδειξε πολλούς δημοφιλείς συνθέτες, τραγουδιστές και μουσικούς. Η διάδοση αυτού του είδους της Μουσικής έγινε στην Ελλάδα ολόκληρη, αλλά και στον Ελληνισμό της Αμερικής και σε άλλες χώρες που είχαν εγκατασταθεί Έλληνες.

Όπως ανέφερε η κ. Φωτοπούλου, που ήταν παρούσα στην παρουσίαση του φακέλου στην UNESCO τον περασμένο Δεκέμβριο, ο φάκελος είχε μεγάλη αποδοχή από όλους: “Ήταν ουσιαστικά κάτι που το περίμεναν, σαν να μας είπαν: “έχετε αργήσει”.

Το γεγονός ότι το ρεμπέτικο αποτελεί στοιχείο της Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας φυσικά και είναι σημαντικό και φυσικά είναι σημαντικότερο ότι το ρεμπέτικο συνεχίζει ακόμη και σήμερα να είναι παρόν, μέσα από τις κομπανίες και τους συνεχιστές τους, αποδεικνύοντας ότι παραμένει ακόμη ζωντανό αλλά ... και αγαπητό από τον κόσμο. Όπως αναφέρουν και ειδικοί της μουσικής, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση να γνωρίσουν τα Ελληνόπουλα αυτή τη μουσική του ρεμπέτικου, αλλά επίσης να τους γίνει γνωστό το γεγονός ότι η UNESCO το θεώρησε τόσο σημαντικό, αλλά... και ζωντανό. Έχουν αναφερθεί δημοσιογράφοι στο γεγονός ότι πολλά παιδιά στην Ελλάδα χαίρονται να ακούν τραγούδια ρεμπέτικα. Στα διάφορα πολιτιστικά προγράμματα αναφέρεται ένα μουσικό πρόγραμμα: ““Από τον Μάρκο στον Στέλιο- 85 χρόνια ρεμπέτικης ιστορίας” στις 25 Φεβρουαρίου στο Κρεμλίνο!”. Ετοιμάζονται και άλλες πόλεις της Ευρώπης να οργανώσουν παρόμοιες μουσικές εκδηλώσεις. Μήπως εμείς οι Συριανοί θα πρέπει να είμαστε υπερήφανοι που ο Μάρκος τίμησε και... τιμά τη Σύρο και μετά θάνατον;

Ετικέτες: