Η εικαστικός Χριστιάννα Οικονόμου αναπαλαιώνει και μετατρέπει σε έργα τέχνης καΐκια στα λιμάνια των Μικρών Κυκλάδων

Εικαστική «αναγέννηση» της παράδοσης

Ζωή σε καΐκια, που παραδόθηκαν στο χρόνο, αλλά δεν ξεχάστηκαν ποτέ από τους κατοίκους των Μικρών Κυκλαδονήσων, λόγω της μεγάλης ιστορίας και της ανυπολόγιστης συναισθηματικής αξίας τους, δίνει τα τελευταία τρία χρόνια η νεαρή εικαστικός Χριστιάννα Οικονόμου μέσα από τη συνεργασία της με τον οργανισμό «Άγονη Γραμμή Γόνιμη».

Στόχος του project “Καράβια που δεν φοβήθηκαν», το οποίο εγκαινιάστηκε στη Σχοινούσα, συνεχίστηκε στην Ηρακλειά και φέτος έβαλε πλώρη για Κουφονήσι, είναι η αναπαλαίωση και η μετατροπή ενός εγκαταλελειμμένου καϊκιού σε έργο τέχνης ως φόρο τιμής σε όλα τα ελληνικά σκαριά που έχουν καταστραφεί.

Η συνεργασία της Χριστιάννας Οικονόμου με την «Άγονη Γραμμή Γόνιμη» ξεκίνησε τον χειμώνα του 2015 με ένα πειραματικό πρόγραμμα. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους συναντήθηκε ξανά με τον υπεύθυνο του Οργανισμού κ. Στέφανο Νόλλα για να εξετάσουν την υλοποίηση ενός άλλου προγράμματος, πιο σχετικού με τις Καλές Τέχνες, που ήταν και το αντικείμενο σπουδών της στο Λονδίνο.

«Τον τελευταίο χρόνο στο Πανεπιστήμιο, έκανα μια εργασία με θέμα τις ελληνικές παραδόσεις που χάνονται κατά βάση τα καΐκια που καταστρέφονται. Οπότε το πρόγραμμα της εικαστικής αναπαλαίωσης των καϊκιών ήταν δική μου πρόταση, η οποία έγινε δεκτή με ενθουσιασμό», δηλώνει η καλλιτέχνης σε συνέντευξή της στην «Κοινή Γνώμη».

Σχοινούσα, Ηρακλειά, Κουφονήσι κι έπεται συνέχεια

Η αρχή έγινε στο νησί της Σχοινούσας τον Ιανουάριο του 2016 με το καΐκι «Ο μικρός Ηλίας», το οποίο εγκαινιάστηκε τον Ιούνιο. Πέρυσι,, αναπαλαιώθηκε ο «Καπετάν Γιάννης» στην Ηρακλειά και αυτή τη στιγμή, βρίσκεται σε εξέλιξη η εικαστική «αναγέννηση» της «Κυράς Σοφίας» στο Κουφονήσι. «Έχουμε κρατήσει τα ονόματα που είχαν τα καΐκια. Το τελευταίο μάλιστα που δουλεύω είναι η ξακουστή λάντσα που από το 1973 μαζί με τον καπετάνιο της Κώστα Πράσινο μετέφερε τους ανθρώπους από το καράβι προς το νησί. Η σημαντικότερη προσφορά της ήταν η μεταφορά ασθενών από το Κουφονήσι και τα γύρω μικρά νησιά στην Νάξο όπου υπήρχε το Κέντρο Υγείας και το αεροδρόμιο».

Στόχος της Χριστιάννας Οικονόμου ήταν, εξ’ αρχής, η αναπαλαίωση καϊκιών που έχουν κάποια ιστορική σημασία για τον κάθε τόπο. «Ο «Μικρός Ηλίας» δεν ήταν άμεσα συνδεδεμένος με την ιστορία της Σχοινούσας, όπως η «Κυρά Σοφία» στο Κουφονήσι, αλλά ανήκε σε έναν καπετάνιο που αποτελούσε εξέχουσα προσωπικότητα. Στη συνέχεια, ο «Καπετάν Γιάννης» ήταν ιδιοκτησία μιας πολύ μεγάλης οικογένειας της Ηρακλειάς, συνεπώς πρόκειται για ένα καΐκι με προσωπική αξία για τους ανθρώπους της».

Φόρος τιμής σε όλους τους παλαιούς ναυτικούς

Όπως υπογραμμίζει η ίδια, τα καΐκια αυτά δεν μπορούν να πλεύσουν ξανά στο νερό, ωστόσο παραμένουν στα λιμάνια ως ένας φόρος τιμής στους παλαιούς ναυτικούς και σε όλα τα καΐκια τα οποία έχουν καταστραφεί με τα κονδύλια που δίνει η Ευρωπαϊκή Ένωση για την καταστροφή των αλιευτικών σκαφών.

Ταυτόχρονα, οι επισκέπτες έχουν τη δυνατότητα να ενημερωθούν για το σκοπό του προγράμματος, μέσα από τις σχετικές ταμπέλες που συνοδεύουν το κάθε έργο. Εκτός από την αναπαλαίωση, στα νησιά πραγματοποιούνται και εικαστικά μαθήματα που αφορούν στην ιστορία των καϊκιών και τη θάλασσα. Στα μαθήματα αυτά συμμετέχουν τα παιδιά του κάθε νησιού. Επόμενοι σταθμοί του project, το οποίο θα διαρκέσει έως το 2020, θα είναι η Δονούσα και η Αμοργός.

Μόνιμη κάτοικος Σχοινούσας εδώ και δύο χρόνια

Η θερμή αποδοχή του εγχειρήματος από τις τοπικές κοινωνίες οδήγησε την Χριστιάννα Οικονόμου σε μία μεγάλη απόφαση. Τον Ιανουάριο του 2016, η εικαστικός εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Σχοινούσα, όπου διαμένει και δρα έως σήμερα. “Η ένταξή μου ήταν πολύ εύκολη. Αν έτρεχε μόνο το project με τα καΐκια, θα μπορούσα κάλλιστα να πηγαινοέρχομαι και απλά να μένω περίπου δυο μήνες πριν τη λήξη του κάθε καϊκιού. Παρόλα αυτά, τα τελευταία δύο χρόνια έχω επιλέξω και μένω μόνιμα εδώ, όλο το χειμώνα, γιατί παράλληλα, έχω δημιουργήσει εικαστικό εργαστήρι όπου κάνω μαθήματα στα παιδιά της Σχοινούσας και της Ηρακλειάς, ασχέτως Γόνιμης Γραμμής και «Καραβιών»”.

Η μετακόμισή της στις Μικρές Κυκλάδες ήταν μία προσωπική πρωτοβουλία, για την οποία δεν έχει μετανιώσει ούτε στιγμή. «Καταρχήν, είδα ότι, τα παιδιά εδώ έχουν πάρα πολύ χρόνο. Ξεκινώντας κάποια μαθήματα κατά τη διάρκεια του Καϊκιού στη Σχοινούσα, συνειδητοποίησα ότι τα παιδιά έδειξαν πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, οπόταν αποφάσισα από τον Σεπτέμβριο του 2016, μετά τη λήξη του πρώτου καϊκιού να μείνω στη Σχοινούσα, ήθελα να απασχοληθώ και κάπως αλλιώς. Έτσι, δημιούργησα το εικαστικό εργαστήρι, το οποίο υλοποιείται μέχρι σήμερα. Κατά βάση παίρνουμε και πολλές παραδόσεις των Κυκλάδων και των τόπων εδώ και τους δίνουμε μια πιο εικαστική και σύγχρονη μορφή. Τα παιδιά μαθαίνουν και παραδόσεις, οι οποίες μπορεί να χάνονται. Για παράδειγμα, το Σάββατο του Λαζάρου, φτιάξαμε τα Λαζαράκια, μαγιάτικα στεφάνια, ασχολούμαστε με τη συγγραφή παραμυθιού και με πολλά άλλα».

Προσωπική και καλλιτεχνική εξέλιξη

Όπως υπογραμμίζει, τα τρία τελευταία χρόνια την βοήθησαν να εξελιχθεί τόσο σε προσωπικό, όσο και σε καλλιτεχνικό επίπεδο. «Στις μικρές κοινωνίες καλώς ή κακώς η ανωνυμία της πόλης δεν υπάρχει. Οπότε καλείσαι να επαναπροσδιορίσεις τον εαυτό σου. Εδώ δεν υπάρχουν οι επιλογές της πόλης. Υπάρχει ένα καφενείο ανοιχτό όλο το χειμώνα. Συναναστρέφεσαι με κάποιον που συμπαθείς πολύ, με κάποιον τον οποίο δε συμπαθείς, με κάποιον που είναι ουδέτερος. Όλο αυτό σε κοινωνικό επίπεδο είναι πάρα πολύ σημαντικό. Επιπλέον, έχω βοηθηθεί τρομερά καλλιτεχνικά, γιατί η δουλειά μου ανέκαθεν, από το Πανεπιστήμιο στο Λονδίνο, ήταν άμεσα συνδεδεμένη με την Ελλάδα και τις παραδόσεις της που χάνονται. Οπότε, αυτή τη στιγμή είμαι στον πυρήνα όλου αυτού. Δεν το βλέπω από μακριά. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που αποφάσισα να μετακομίσω και να είμαι εδώ».

Η ίδια γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Δεν κατάγεται από κάποιο νησί, το οποίο όμως επέλεγε πάντα για τις καλοκαιρινές διακοπές της. Στα 18 της, έφυγε για σπουδές στο Λονδίνο. Όταν τις ολοκλήρωσε, πήγε για ένα μικρό διάστημα στην Ινδία και μόλις επέστρεψε, έβαλε μπρος για τα «Καράβια που δεν φοβήθηκαν».

Βάζει πλώρη και για τις υπόλοιπες Κυκλάδες  

Επιθυμία της είναι η συνέχιση του project και μετά το τέλος του προκαθορισμένου προγράμματος. «Ήδη, με έχουν προσεγγίσει και άλλα νησιά των Κυκλάδων. Όνειρό μου είναι σε μερικά χρόνια από σήμερα, όλες οι Κυκλάδες να έχουν ένα τέτοιο καΐκι». Στοίχημα μεγάλο, το οποίο θα ήθελε να κερδίσει. «Έφτασα στο λιμάνι της Σχοινούσας 2 το πρωί, Γενάρη μήνα, πριν από τρία χρόνια, χωρίς να ξέρω άνθρωπο, χωρίς να έχω ξανάρθει σε αυτό το νησί χειμώνα. Οπότε, γενικά τολμάω. Ήταν ένα προσωπικό μου όνειρο, το οποίο έχει πάρει σάρκα και οστά. Και για μένα δεν έχει ταβάνι. Θα ήθελα σε 10 χρόνια όλες οι Κυκλάδες να έχουν ένα έργο μου, έτσι ώστε ο κόσμος ο οποίος έρχεται, ο τουρίστας που δεν έχει ιδέα να γνωρίσει τις παραδόσεις μας. Αν συνεχίσουν και σπάνε τα καΐκια, δεν ξέρω αν τα δικά μου παιδιά θα μπορέσουν να δουν κάποτε το παραδοσιακό καϊκάκι στο λιμάνι του κάθε νησιού», καταλήγει η καλλιτέχνης.