Οι «Athens Tango Ensemble» στο Θέατρο Απόλλων

Μουσικό «ταξίδι»… Αργεντινή - Ελλάδα

Το μουσικό σχήμα «Athens Tango Ensemble», ένα από τα μεγαλύτερα μουσικά σχήματα Τάνγκο στην Ελλάδα, παρουσιάζουν στο Θέατρο «Απόλλων» το Φεστιβάλ Ακορντεόν Σύρου» και η αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία «Ούριος Άνεμος».

Το κουιντέτο των Δήμου Βουγιούκα, Κυριάκου Γκουβέντα, Παναγιώτη Μάρκου, Δημήτρη Κουφογιώργου και Κώστα Αρσένη θα ερμηνεύσει στις 10 Μαρτίου μουσικά αριστουργήματα από τη «Χρυσή εποχή» του Αργεντίνικου τάνγκο (1935-1955), συνθέσεις του Astor Piazzolla (tango nuevo) καθώς και σημαντικών Ελλήνων δημιουργών του είδους, της εποχής του μεσοπολέμου όπως ο Σουγιούλ, ο Γιαννίδης και ο Αττίκ.

Το σχήμα θα συνοδεύσουν η τραγουδίστρια Ελένη Δημοπούλου και δύο ζευγάρια χορευτών (Κώστας Δούκας & Αντιγόνη Πούλου, Ελένη Τσιριγώτη & Jordi Moragues Massanet).

Με αφορμή την επερχόμενη εμφάνισή τους στο ιστορικό θέατρο της Ερμούπολης, ο δημιουργός του σχήματος κ. Δήμος Βουγιούκας μίλησε στην «Κοινή Γνώμη» για τα «ταξίδια» των «Αthens Tango Ensemble» που ξεκίνησαν τον περασμένο Οκτώβριο, αλλά και για την ανάγκη του κοινού να δραπετεύσει μέσα από τον χορό και τη μουσική.

Κ. Βουγιούκα, το κοινό του νησιού σας γνώρισε για πρώτη φορά πριν από τρία χρόνια, μέσα από τη συμμετοχή σας στο Φεστιβάλ Ακορντεόν Σύρου. Πώς προέκυψε η νέα συνεργασία σας με τους υπεύθυνους του Φεστιβάλ;

«Είναι κάτι που συζητούσαμε και το περασμένο καλοκαίρι. Επιθυμία μας ήταν να πραγματοποιήσουμε μια εκδήλωση πριν από τη διοργάνωση. Έτσι, μετά από κοινή μας πρωτοβουλία, προγραμματίστηκε μια συναυλία με το «Athens Tango Ensemble», την ορχήστρα που έχουμε στην Αθήνα και παίζουμε τάνγκο. Πρόκειται για ένα αφιέρωμα στο αργεντίνικο τάνγκο της εποχής του ’30, του 40 και του ’50, ενώ παίζουμε και tango Nuevo Astor Piazolla, με τη συμμετοχή χορευτών και της πολύ καλής φίλης και τραγουδίστριας, Ελένης Δημοπούλου. Εμβόλιμα μέσα στο πρόγραμμα θα παιχτούν και κάποια tango ελληνικά του Μεσοπολέμου, όπως του Αττίκ, του Σουγιούλ, του Γιαννίδη. Το κουιντέτο μας αποτελείται από τον Κυριάκο Γκουβέντα (βιολί), τον Παναγιώτη Μάρκο (κιθάρα), τον Δημήτρη Κουφογιώργο (κόντρα μπάσο), τον Κώστα Αρσένη (μπάσο), ενώ εγώ παίζω ακορντεόν, μπαντονεόν και επιμελούμαι τις ενορχηστρώσεις».

Στόχος του σχήματος είναι ο συνδυασμός του κλασικού τάνγκο με τα νέα ηχοχρώματα της εποχής;

«Η ορχήστρα μας συστήθηκε στο κοινό τον περασμένο Οκτώβρη. Είναι ένα τυπικό κουιντέτο, που παίζει το κλασικό αργεντίνικο τάνγκο αλλά και το νέο τάνγκο. Είναι ένα πρότζεκτ που μέχρι στιγμής πάει πολύ καλά. Έχει επιτυχία. Κάθε μήνα στην Αθήνα κάνουμε μία μιλόνγκα, όπου έρχεται κόσμος που ασχολείται με το τάνγκο και χορεύει συνοδεία ζωντανής ορχήστρας. Είναι κάτι που υπόσχεται πολλά στο μέλλον. Μέχρι σήμερα, τα σημάδια είναι αισιόδοξα».

Έχουμε ακούσει πολλές φορές για ομοιότητες μεταξύ του τάνγκο και του ρεμπέτικου.

«Το τάνγκο δεν έχει καμία σχέση με το ρεμπέτικο μουσικά και μουσικολογικά. Η μόνη σχέση είναι το κοινωνικό πλαίσιο της εποχής, μέσα στο οποίο αναπτύχθηκαν τα δύο μουσικά είδη. Αυτό έχει να κάνει με τα λιμάνια του Μπουένος Άιρες και του Πειραιά και τον υπόκοσμο της εποχής. Ο παραλληλισμός έγκειται στο γεγονός ότι στις αρχές του περασμένου αιώνα, το Μπουένος Άιρες δεχόταν πολλούς μετανάστες. Έστελναν νύφες από την Ευρώπη για να παντρευτούν, καθώς υπήρχε έλλειψη γυναικών, ενώ σε έξαρση ήταν η πορνεία και η εγκληματικότητα. Τότε, το τάνγκο ξεκίνησε τα πρώτα δειλά του βήματα. Στην αρχή χορευόταν μόνο από άντρες. Μετά έγινε δημοφιλής, πέρασε στα σαλόνια, στην τότε λαϊκή κοινωνία και γι’ αυτούς τους λόγους έγινε και ο παραλληλισμός με το ρεμπέτικο. Από κει και έπειτα, την εποχή του Μεσοπολέμου, πολλοί Έλληνες συνθέτες επηρεάστηκαν από το τάνγκο, όπως και όλη η Ευρώπη και έγραψαν τα πρώτα βαλς και τάνγκο».

Η απήχηση του τάνγκο σε διεθνές επίπεδο είναι γνωστή. Στην Ελλάδα είναι το ίδιο αγαπημένο;

«Το τάνγκο είναι πολύ διαδεδομένο και από ό,τι βλέπω και παρακολουθώ, τα τελευταία χρόνια είναι στη μόδα. Πολύς κόσμος εκφράζεται μέσω του χορού και συγκεκριμένα μέσω του τάνγκο. Μέσα από τον χορό ο ένας έρχεται σε επαφή με τον άλλον. Ιδιαίτερα στο τάνγκο, έχει να κάνει με τις ενέργειες του κάθε χορευτή. Είναι πολύ ωραία η αίσθηση. Αυτό το έχει ανάγκη ο κόσμος και φαίνεται. Από κει και πέρα ασχολούμαι επί σειρά ετών με το είδος αυτό, παράλληλα με τη βαλκανική και την ελληνική μουσική. Το τάνγκο είναι ένα άλλο κεφάλαιο το οποίο ουσιαστικά μιλάει από μόνο του, στη γραφή του, στην ενορχήστρωσή του, στη μουσική.  Αυτός που έρχεται να μας δει, ξέρει τι θα ακούσει, έχει γνώση και στον ήχο και στον ρυθμό».

Πέρα τις συνθέσεις που ήδη γνωρίζουμε, έχετε σκοπό να παρουσιάσετε μελλοντικά και δικά σας κομμάτια;

«Είναι κάτι που υπάρχει στα πλάνα της ορχήστρας και θα πραγματοποιηθεί στο προσεχές διάστημα. Προς το παρόν αυτό που κάνουμε είναι να ερμηνεύουμε κομμάτια, κυρίως του αργεντίνικου τάνγκο αλλά και του ελληνικού».