Γοργόνες ή μάγκες;

Εικόνα Αντώνης Μπούμπας

Κατανοώ ότι από την περασμένη Κυριακή θέλεις να ανοίξει η γη να σε καταπιεί, όμως αντί να κρύβεσαι πίσω από τις παγιέτες σου, άρχισε τις προετοιμασίες για την επόμενη εμφάνισή σου, είτε αυτή είναι στη Σύρο, είτε στη Μύκονο, είτε σε ένα βοσκοτόπι στο Αϊντάχο.

Δεν έχει σημασία αν το κοινό σου είναι άνθρωποι ή γίδια. Αν είσαι προσγειωμένη και απόλυτα εναρμονισμένη με το περιβάλλον, τότε θα επιβραβευτείς με το θερμότερο βέλασμα. Αν όμως συνεχίσεις να κοιτάς στο Θεό, τότε μαζί με τον κόσμο θα χάσεις και τα σκαλιά κάτω απ' τα πόδια σου. Δε σου φτάνει η λαρυγγίτιδα, θα γίνεις και έκθεμα στο ορθοπεδικό του Νοσοκομείου. Η μούμια που ερμηνεύει Κάρμινα Μπουράνα.

Το πρόβλημα είναι ότι χρησιμοποιείς λάθος τακτικές. Οι φωνές δεν προσελκύουν τα πλήθη, αντίθετα τα απομακρύνουν. Και ο βοσκός του Παπαδιαμάντη... αν έπαιζε heavy metal και όχι σουραύλι, ακόμα θα έτρεχε για να περιμαζέψει το κοπάδι του.

Ο υπερβάλλων ζήλος δεν φέρνει πάντα τα επιθυμητά αποτελέσματα. Όπως λέει και η Μαριώ, “ο μάγκας ξεχωρίζει από το πρόσωπο και από το μπεσαλίκι”. Εάν δεν είσαι αυθεντικός, ούτε ένα βαθύ ντεκολτέ είναι ικανό να παραπλανήσει τον θεατή, ούτε οι συνεχείς αναφορές στο επίπεδο, την κουλτούρα και την ποιότητα του δικού σου προγράμματος.

“Μάγκας αν είσαι φίλε, ποτέ δε θα το λες, ο κόσμος θα σε κρίνει κι εσύ δεν πα' να λες”. Εξάλλου, μάγκα δε σε χρίζουν μόνο τα νταηλίκια, αλλά και η ικανότητά σου να πάρεις το τίποτα και να το κάνεις κάτι, χωρίς μεγάλα ανταλλάγματα. Αν δηλαδή η προσπάθειά σου χρηματοδοτηθεί με κάμποσες χιλιάδες ευρώ χωρίς ουσιαστικά να αποφέρει καρπούς, τότε χάνεις αυτομάτως τον τίτλο. Διότι “θέλει μαγκιά για ν' αρνηθείς κονδύλια δημοτικά, για μία όπερα να πεις εγώ θα ζω με δανεικά. Θέλει μαγκιά για να δεχθείς αγάπη από το κοινό, μα εσύ μωρό μου δεν διαθέτεις απ' αυτό”.

Είναι δύσκολο να αποδεχτείς ότι κάποιος άλλος σου έβαλε τα γυαλιά. Κάποιος “ξένος” που ήρθε για πρώτη φορά στα μέρη, όπου εσύ περπατάς για δέκα ολόκληρα χρόνια, φιλοδοξώντας να κλέψει τη δόξα σου σε μία μόνο βραδιά κάτω από τα άστρα. Είναι “μαχαίρι στην καρδιά” να σκέφτεσαι ότι εκείνος πέτυχε αυτό, που δεν μπόρεσες να κάνεις εσύ. Να πείσει τον κόσμο να βγει από το σπίτι του, να επισκεφτεί την Ερμούπολη, να διασκεδάσει και να ενισχύσει τις τοπικές επιχειρήσεις.

Ακόμα κι αν προσπαθήσεις να επιρρίψεις ευθύνες στους διοργανωτές του Μουντιάλ, οι οποίοι προγραμμάτισαν τον τελικό την ημέρα που θα μας επεδείκνυες κι εσύ τις αμυγδαλές σου, η απάντηση είναι μία. Όταν υπάρχει διάθεση, τα προλαβαίνεις όλα.

Κανείς βέβαια δεν μπορεί να αμφισβητήσει το γεγονός ότι κάθε εκδήλωση ή κάθε μουσικό είδος έχει το δικό του κοινό. Άλλωστε, ανέκαθεν κυριαρχούσε η άποψη ότι η λαϊκή μουσική απευθύνεται στο σύνολο της κοινωνίας, ενώ η όπερα μόνο στη λεγόμενη “πνευματική ελίτ”. Από τη στιγμή όμως που δύο εκδηλώσεις, έστω και εκ διαμέτρου αντίθετες, πραγματοποιούνται στον ίδιο χώρο με μία εβδομάδα διαφορά, οι συγκρίσεις είναι αναπόφευκτες.

Όταν τη μία Κυριακή μετράς με τα δάχτυλά σου και την επόμενη αναγκάζεσαι να χρησιμοποιήσεις κομπιουτεράκι, τότε αρχίζεις να βγάζεις τα πρώτα συμπεράσματα. Όταν αργότερα ακολουθήσει και η επαλήθευση, τότε δε σου μένει τίποτα άλλο από το να σηκώσεις τα χέρια ψηλά και να αναφωνήσεις: “αν είσαι μάγκας πάρε με στα ίσια και με μία, χάρε το παραδέχομαι δεν έχω ψυχραιμία”

. Και πώς να είναι κανείς ψύχραιμος, όταν τέτοια δείγματα μπορεί να έχουν καθοριστική σημασία για τη διαμόρφωση μίας νέας πολιτιστικής πραγματικότητας, μέσα στην οποία ο δικός του ρόλος θα είναι εμφανώς πιο περιορισμένος; Πόσω μάλλον όταν αυτό γίνεται σε μία μεταβατική περίοδο, όπου προετοιμάζεται το έδαφος από τη νέα δημοτική αρχή για εξορθολογισμό και ανακατατάξεις.

Όταν λοιπόν η ανάγκη του κόσμου για διαφυγή από τη δύσκολη πραγματικότητα κρίνεται επιτακτική, η αξιολόγηση των εκδηλώσεων, οι οποίες θα επιλέγονται, θεωρείται πλέον μονόδρομος. Αυτό δεν προϋποθέτει απαραιτήτως απώλειες από το υπάρχον πολιτιστικό πρόγραμμα του νησιού που τυγχάνει θερμής αποδοχής από το κοινό, ωστόσο, κάποιοι θα πρέπει να ρίξουν νερό στο κρασί τους και να είναι ανοιχτοί σε διαπραγματεύσεις, που θα έχουν ως στόχο τη διατήρηση των φεστιβάλ τους και πάνω από όλα το κοινό συμφέρον.

Διότι δεν είναι διόλου απίθανο, οι υπεύθυνοι να μουλαρώσουν και να αρθρώσουν το εξής λιτό και απέριττο στιχάκι: “Τράβα ρε μάγκα και αλάνι, τράβα για το Πασαλιμάνι”, που σημαίνει ότι όποιος δεν είναι πρόθυμος να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα θα πάρει τη μπαγκέτα του και θα πάει σε άλλη “παραλία”. Γι' αυτό σου λέω, μην στενεύεις άλλα φουστάνια, μην βάφεις άλλο το μαλλί, μην κάνεις διατροφή και τρέξε στο Μοναστηράκι να βρεις ένα καλό κομπολόι. Του χρόνου θα σου χρειαστεί.

 

Διαβάστε ακόμα