Στίχο-στίχο μη σε πετύχω

Εικόνα Ευαγγελία Κορωναίου

Και τα έλεγε ο Γονίδης: Χάσου μπροστά από τα μάτια μου, κατακλυσμός πρωτού ξεσπάσει. Εμ, αυτά παθαίνεις όταν δεν ακούς τα άσματα της μπουζουκλερίας. Ξεσπάει κατακλυσμός μέρα μεσημέρι, με καθαρό ουρανό και από 50 μεριές ταυτόχρονα.

Οι υπόγειες και αδιαφανείς συναλλαγές πάνε σύννεφο και το σύννεφο έφερε βροχή, χρυσό μου. Πώς να στο εξηγήσω να το καταλάβεις, βρε πουλάκι μου; Είναι σαν να πηγαίνεις στο σπίτι του καλύτερού σου φίλου, να τσεπώνεις ό,τι χρυσό, ασημικό και ημιπολύτιμο έχει η μάνα του, να σε παίρνει χαμπάρι, να σε βρίζει γι'αυτό που έκανες και μετά από μερικές μέρες, να βάζεις τα καλά σου και να του χτυπάς το κουδούνι για επίσκεψη. Το τρως κατάμουτρα το σφουγγαρόνερο της κυρα-Μαρίας ή δεν το τρως;

Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά. Αυτό που εννοώ, είναι ότι δεν είναι απαραίτητο, όταν κάποιος κατέχει μια θέση ευθύνης να είναι υπεύθυνος, όπως επίσης όταν κατέχει μια θέση ηγέτη, δεν είναι απαραίτητο να ενεργεί προς όφελος αυτών που έχει υπό την προστασία του. Αυτό το δεύτερο νομίζω το έχουμε νιώσει στο πετσί μας και «δεν χωρεί αμφιβολίας περί τούτου», όπως έλεγε και η Ασημί στην ελληνική ταινία «Αχ αυτή η γυναίκα μου».

Αυτό που δεν έχουν αντιληφθεί μερικοί ακόμη, είναι ότι ο κόσμος πια είναι υποψιασμένος. Δεν έχει άλλες αντοχές για υπομονή. Δεν αντιμετωπίζει πλέον τα κακώς κείμενα με το σεις και με το σας. Και για να ξεφύγω λίγο από τα «σαλονάτα», μας έχουν γυρίσει τα μάτια φρουτάκια και χτυπήσαμε τζακπότ, ρε παιδί μου! Δεν υπάρχει πλέον η πολυτέλεια του «μισό λεπτό να το συζητήσουμε, δεν είναι αυτό που νομίζεις».

Τώρα πλέον έχουν τελειώσει οι ροκάδικες εποχές του «Come as you are, as you were, as I want you to be» και έχουν έρθει οι σκυλάδικες εποχές, του «Φύγε, αλήθεια φύγε, έτσι όπως πήγε αυτή η κατάσταση, φύγε, άπατη πήγε, θεατρίνε λίγε και αυτή η παράσταση». Γιατί, δεν ξέρω, αλλά νομίζω ότι ο Έλληνας βιώνει χωρισμό. Και μάλλον όχι έναν, αλλά πολλούς χωρισμούς από διάφορες (πολιτικο-κοινωνικές) σχέσεις εξάρτησης, με άτομα που είχε επί δεκαετίες περί πολλού και τώρα, αφού είχε κάνει το λάθος να χτίσει τη ζωή του μαζί τους, συνειδητοποιεί ότι τον (εξ)απατούσαν κατ’εξακολούθηση.

Και ως σωστός Έλληνας με πάθος και όχι σαν υπερπολιτισμένος Σουηδός, δεν αντιμετωπίζει τον χωρισμό με ένα «ω, λυπούμαι πολύ που δεν ευόδωσε η σχέσις μας», αλλά με λίγο πιο μπρουτάλ τρόπο.

Γι’αυτό, λοιπόν, συνήθισέ το. Όσο περισσότερο χάνει κανείς την αποδοχή του κόσμου, αλλά συνεχίζει να στρογγυλοκάθεται σε αυτοσχέδιους θρόνους σαν την πρώτη βασίλισσα Ελισάβετ της Αγγλίας, παριστάνοντας, παράλληλα, το ταπεινό χαμομηλάκι, τόσο περισσότερο θα φουντώνει και η επιθυμία των πολιτών να τον εκθρονίσουν.

Με αυτό στο μυαλό, δύο λύσεις υπάρχουν, όταν έχεις λερωμένη τη φωλιά σου. Ή να ακουλουθήσεις τη μέθοδο «ταμπουρώματος», μία μέθοδο δοκιμασμένη, που ακολουθούν οι περισσότεροι εκπρόσωποι της πολιτικής σκηνής, με μεγάλη επιτυχία, ή κάνεις τον σταυρό σου και βγαίνεις ξανά στην κοινωνία, προετοιμασμένος να γυρίσεις και το άλλο μάγουλο.

Όσο για τον κόσμο; Θα στο φυλάει. Όταν του παίρνεις με δόλιο τρόπο, κάτι που αγαπά, κάτι που καμαρώνει σαν να ήταν παιδί του, δεν θα σε αφήσει έτσι. Δεν έχει σημασία τι θα κάνεις για να ανασκευάσεις τις εντυπώσεις. Εκείνοι το θυμούνται και όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή, θα βρουν τον τρόπο να σε κάνουν, εκτός από Γαϊτάνο, να τραγουδήσεις και Χαρούλα:

«Και ξαφνικά είδα τον κόσμο να γυρίζει
τι πάει να πει να `χεις τα χέρια σου αδειανά
και ξαφνικά είδα η ζωή να με χωρίζει
απ’ ότι νόμιζα πως ζει παντοτινά
και τότε έκατσα και έκλαψα πικρά
είπα συγγνώμη στη ζωή πρώτη φορά»

Ώπα!

Διαβάστε ακόμα