Απεργία

Εικόνα Τέτα Βαρλάμη

Γι ακόμα μία φορά ζήσαμε την απόλυτη πολιτική παράνοια, εκφρασμένη όχι μόνο μέσω κομματικών καθοδηγήσεων αλλά και από τη λαϊκή πλειοψηφία, έτσι όπως και τα δύο συνυπήρξαν και συλλειτούργησαν υπό μία κοινή απεργιακή σκέπη.

Οι καθολικές και τόσο μαζικές απεργιακές κινητοποιήσεις βρήκαν σημεία επαφής με τον πολιτικό λόγο, όπως αυτός εκφράστηκε από τόσο διαφορετικές πολιτικές αφετηρίες και αποχρώσεις, με αποτέλεσμα ο κάθε ένας από την πλευρά του να μπορεί να θριαμβολογεί για την επιτυχία του.

Από την άλλη πλευρά, ένας εξαντλημένος αλλά ταυτόχρονα αμνήμων λαός να ομοφωνεί υπέρ ενός κοινού λόγου, αυτού που διαμόρφωσε το παρόν απεργιακό αφήγημα.

Σαφώς και υπάρχουν οι εύκολες απαντήσεις προς αυτό, με προεξάρχουσα την πανθομολογούμενη ασφαλιστική μεταρρύθμιση των αυξημένων περιορισμών και των νέων επιβαρύνσεων, η οποία αποτελεί και το διακύβευμα που προκαλεί τις κινητοποιήσεις.

Διαφορες πολιτικές εκφράσεις με κοινή κατάληξη.

Μία κυβέρνηση που εμφανίζεται να μη μπορεί να ξεχάσει την αριστερή της ρητορική και παροτρύνει για συμμετοχή σε μία γενικευμένη αντίδραση ενάντια στα μέτρα που η ίδια προτίθεται να λάβει, όταν η ίδια έχει προδώσει τον ιδεολογικό της προσανατολισμό.

Ταυτόχρονα επιζητεί την μαζικότητα προς ισχυροποίηση της θέσης της έναντι των δανειστών με τους οποίους διαπραγματεύεται, προκειμένου να μπορεί να αιτιολογήσει την άρνηση της στη λήψη των μέτρων, με το φόβητρο της ισχυρής κοινωνικής αντίδρασης.

Ο κοινός και ταυτόσημος λόγος των κομμάτων της εναλλασσόμενης επί μακρόν και μέχρι πρότινος από κοινού εξουσίας, παρά του ότι προκαθόρισαν την συγκεκριμένη εξέλιξη, ενεργοποιούν κάθε δυνατότητα αντίδρασης, υψώνοντας κορώνες υποκριτικής αγανάκτησης, στο πλαίσιο της αντιπολιτευτικής εξυπηρέτησης τους.

Πρόθυμοι στην ενίσχυση της όποιας αντικυβερνητικής έξαρσης, εμφανίζονται οι εκπρόσωποι της φασιστικής ιδεολογίας, δημιουργώντας πυρήνες πρόκλησης έντασης.

Η κομμουνιστική έκφραση επαναλαμβάνει με συνέπεια την έλλειψη φιλολαϊκών πολιτικών, χωρίς όμως ταυτόχρονη κατάθεση προτάσεων εφαρμόσιμων στην παρούσα οικονομική δυσκαμψία της χώρας.

Από κοντά και οι μικρότερες κοινοβουλευτικές ομάδες εξυπηρέτησης, που χωρίς καμία ιδεολογικοπολιτική βάση, επιζητούν τον ρόλο τους στη σκακιέρα των γεγονότων, ψελλίζοντας έναν αποσπασματικό αντίλογο, χωρίς κανένα ειδικό βάρος.

Έναντι των πολιτικών εκφράσεων, ο λαός που νιώθει προδομένος και από την τελευταία αριστερή του ελπίδα, ενώ ταυτόχρονα περιόρισε την μνήμη του μόνο στην κατάληξη.

Τα δείγματα περί της εξέλιξης σε ότι αφορά στα ασφαλιστικά ταμεία είχαν δοθεί από τις επί χρόνια ασκούμενες πολιτικές, είτε με τις δεσμεύσεις των πρώτων ακόμα μνημονίων, είτε με την καταλήστευση των αποθεματικών τους για την αγορά κρατικών ομολόγων, καταλήγοντας στο κούρεμα που προκάλεσε την ανάγκη της κρατικής επιδότησης για τη συντήρηση τους.

Κι όσο η ανεργία διογκώνεται τόσο περιορίζονται οι εισφορές, ενώ αύξηση παρουσιάζει ο αριθμός των συνταξιοδοτήσεων.

Και μέσα σε όλα αυτά οι φωνές ορθώνονται ενάντια στην έλλειψη κοινωνικού κράτους που τελεί σε άμεση συνάρτηση με τα μέτρα για την κοινωνική ασφάλιση.

Ο κάθε ένας απεργεί λοιπόν για τους δικούς του λόγους.

Όσο και εάν όλοι κάνουν λόγο για μαζικότητα συμμετοχής στην απεργία, το μεγάλο ζητούμενο, που είναι πιο καίριο από ποτέ, αγνοήθηκε και κανείς δεν δεν απέδωσε την πραγματική διάσταση της πραγματικής κοινωνικής απαίτησης, όπως αυτή διαμορφώνεται σε ανάλογους με αυτούς τους χαλεπούς καιρούς που βιώνουμε.

Αλληλεγγύη.

Η ίδια αλληλεγγύη με την οποία απεργούσε ο Μπρέχτ:

“Μπρος, στο δρόμο έξω! Αγωνίσου!

Να περιμένεις πια δε γίνεται, είναι αργά πολύ!

Βοήθα τον εαυτό σου βοηθώντας μας:

Κάνε πράξη την αλληλεγγύη!”.

Διαβάστε ακόμα