Τι καλοκαίρι ήταν κι αυτό...

Φοβάσαι να πεις «καλό χειμώνα», γιατί θα σε λιντσάρουν. Διστάζεις να ευχηθείς «να φύγει το φετινό καλοκαίρι και να μην ξαναγυρίσει ποτέ», γιατί σε αγριοκοιτάζουν. Δυσφορείς και οι περισσότεροι σου ζητούν το λόγο, εκνευρίζονται, εκρήγνυνται, σαν να τους τσίμπησε μύγα… από αυτές του Αυγούστου που τόσο λατρεύουν. Σαν να τους σέρβιρες χταπόδι και να τους το χρέωσες 60 ευρώ. Όλο τους το άχτι, το βγάζουν επάνω σου. Επειδή είπες ότι το φετινό καλοκαίρι ήταν «μάπα το καρπούζι». Μ’ αυτό εξαγριώνονται περισσότερο, γιατί τους προσβάλλεις και το φρούτο, που είναι καλοκαιρινό. Τι να πω για να μην οξύνω τα πνεύματα; Ήταν μάπα το ακτινίδιο; Αφού δεν είναι έτσι η φράση.

Το καταπληκτικό, δε, είναι πως, η πλειοψηφία αυτών που βγάζουν νύχια για να υπερασπιστούν το καλοκαίρι, θα παραδεχτούν στο καπάκι πως «εντάξει, δεν ήταν από τα καλύτερα, αλλά γενικά το καλοκαίρι τα σπάει». Συμφωνώ, τα νεύρα μου πρώτα από όλα. Είναι σαν να σου κάνουν το σπίτι «καλοκαιρινό» στις 25 Δεκεμβρίου και να λες «δεν πειράζει που με έκλεψαν, γιατί έχουμε Χριστούγεννα. Μην βγούμε απ’ το πνεύμα».

Ποιο πνεύμα, χρυσουλάκι μου; Εγώ, έχω παραδώσει πνεύμα από τότε που κατέβασα τα καλοκαιρινά. Γιατί από την κούραση και τον ψυχολογικό κατήφορο δεν είχα κουράγιο να ανεβάσω μετά τις σακούλες στο πατάρι. Οι οποίες παρέμειναν μέσα στα πόδια μου μέχρι και τα τέλη Ιουλίου, μαζί με τα χαλιά, τα χριστουγεννιάτικα και όλη μου την προίκα που αναγκαστικά φυλούσα στο σαλόνι, ωσότου εγκαταστήσω τον νέο θερμοσίφωνα. Γιατί μέσα σ’ όλα, τρύπησε ο παλιός. Όλα τα πράγματα έγιναν σαν τους επιβάτες του Τιτανικού κι εγώ έπρεπε να τα σώσω και να τα περιθάλψω σε όλο το σπίτι, μέχρι να πέσουν από τον ουρανό χρήματα, να αγοράσω καινούριο θερμοσίφωνα και να τα ξαναβάλω στη θέση τους. Τελικά, όχι μόνο δεν έβρεξε χρήματα, αλλά χάλασε και το καζανάκι και το φως του μπάνιου.

Όλο σχεδόν το καλοκαίρι, έζησα σε συνθήκες survivor. Έπρεπε να πηδάω τα εμπόδια για να επισκεφτώ την τουαλέτα, να ανάβω τον φακό του κινητού για να μην πέσω πάνω σε κανένα πλυντήριο ή νιπτήρα και ανοίξω το κεφάλι μου, να ρίχνω νερό με λεκάνη και χλωρίνη για να πηγαίνουν όλα κάτω και φυσικά, να κάνω κρύο ντους, αφού το ζεστό νερό γιοκ…. Και να έχω μέσα σε όλα και τη μάνα μου, την περιβόητη Μαμά Μπούμπα να λέει, «σιγά παιδί μου, το καλοκαίρι τραβιέται να κάνεις μπάνιο με κρύο». Αλλά και να μην τραβιόταν, δεν μπορούσα να κάνω κι αλλιώς.

Έτσι, από τη μια τα κρύα ντους, από την άλλη τα κρύα νερά και το αιρκοντίσιον, το οποίο φυσικά ανάβω και σβήνω, βάζοντας και βγάζοντας την πρίζα (εννοείται ότι δεν δουλεύει το χειριστήριο, για ποιον με περάσατε) και μία εβδομάδα πριν πάρω την άδεια μου, στις 27 Αυγούστου, τσουπ αρρωσταίνω. Αρχικά, κάνει την εμφάνισή του ένας πονόλαιμος. Δεν ταράζομαι. Παίρνω παυσίπονα για να προλάβω το κακό και κόβω τα κρύα νερά. Την επόμενη, να σου η καταρροή. Πάλι δεν ταράζομαι. Παίρνω κι άλλα παυσίπονα και κόβω τα παγωτά. Τη μεθεπόμενη σκάει μύτη και μια ατονία. Από τα πολλά χάπια, έρχομαι και την ακούω. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι και πάλι δεν έχασα την ψυχραιμία μου μέχρι που μου τη βγήκε από τα αριστερά πάλι η Μαμά Μπούμπα. «Και γιατί χαπακώνεσαι; Άφησέ το να κάνει τον κύκλο του».

Και παρόλο που κατέβαλα άπειρες προσπάθειες για να μην το αφήσω, αυτό, όχι μόνο έκανε τον κύκλο του, αλλά έκανε και το τετράγωνό του, τον κύλινδρό του, το ορθογώνιο παραλληλόγραμμό του. Μέχρι που κάποια στιγμή άρχισε να κλείνει η φωνή μου. Απαντούσα στο τηλέφωνο σαν Δήμαρχος Μαραθώνα. Πήγα στον γάμο φίλων μου (να ζήσουν τα παιδιά, κάθε ευτυχία) και όταν μου εύχονταν καλεσμένοι «και στα δικά μου», πήγαιναν τσάμπα οι βρισιές μου. Δεν τις άκουγε κανείς.

Καταλαβαίνετε λοιπόν, γιατί το «λάτρεψα» αυτό το καλοκαίρι; Γιατί από την αρχή μέχρι το τέλος μου έδειξε πόσο πολύ εκτιμά κι αυτό εμένα. Και μέσα σε όλα αυτά, θα πρέπει να συμμεριστώ και άλλα δράματα όπως την τιμή ενός χταποδιού που μπορεί να βλάψει τον τουρισμό μας, ή ότι φέτος δεν είχαμε κόσμο όπως άλλα νησιά. Άσε μας κουκλίτσα μου, στον πόνο μας. Άντε, να ξεμπερδεύουμε. Μία και σήμερα.

Διαβάστε ακόμα