Αιώνια πέφτει η ίδια βροχή

Υπάρχουν φορές που δικαιολογώ όσους ενοχλούνται από τη γκρίνια μου. Ώρες  - ώρες, ούτε εγώ την αντέχω. Την καταλαβαίνω, μα δεν μπορώ να την ελέγξω. Ίσως είναι μέρος της φύσης μου, όπως και χαρακτηριστικό πολλών άλλων ανθρώπων, που στο λεξιλόγιό τους έχουν μόνιμα πρόχειρο ένα «αλλά».

Υπάρχουν στιγμές που αισθάνομαι ότι, δεν ξέρω τι θέλω.

«Μου αρέσει η βροχή, αλλά όχι να βρέχει από το πρωί μέχρι το βράδυ». Κάποτε τη θεωρούσα ρομαντική και πηγή έμπνευσης. Να χουχουλιάζεις στον καναπέ μαζί με αγαπημένο σου πρόσωπο, απολαμβάνοντας καφέ ή ζεστή σοκολάτα και να χαζεύετε αγκαλιά τη βροχή από το παράθυρο. Ή να κάθεσαι στο γραφείο σου, δίπλα από το φωτισμένο δέντρο, να ακούς τις σταγόνες της βροχής πάνω στο τζάμι και να γράφεις από τη λίστα του σούπερ-μάρκετ μέχρι ιστορίες αγάπης και άλλα σενάρια επιστημονικής φαντασίας. Όμως από τότε που η βροχή άρχισε να στερεί ανθρώπινες ζωές και σπίτια, μου φαίνεται πια αγριευτική και συγχρόνως ενοχλητική. Ιδίως όταν δεν έχεις κανέναν για να χουχουλιάσετε αγκαλιά στον καναπέ ή σε οποιοδήποτε άλλο έπιπλο ή όταν πρέπει να βγεις έξω για δουλειά.

Κι εκεί ακριβώς, ξυπνά πάλι η διχασμένη προσωπικότητά σου. Σκέφτεσαι: «μπράβο που διοργανώνουν τόσες πολλές χριστουγεννιάτικες εκδηλώσεις, αλλά ποιος θα πάει με τέτοιον καιρό;». Κι όταν μαθαίνεις ότι κάποια από αυτές ματαιώθηκε, συλλογίζεσαι: «Έλεος! Γιατί το ακύρωσαν; Τίποτα δεν γίνεται σε αυτόν τον τόπο. Γιορτές είναι, με τι θα χαρούν τα παιδάκια;».

Βγαίνεις Σάββατο βράδυ για κρασί και δεν βλέπεις «ψυχή» στο δρόμο. Το σχολιάζεις αρνητικά, αλλά ταυτόχρονα εύχεσαι να μην υπάρχει άνθρωπος στο μαγαζί που θα πας, γιατί δεν μπορείς και την πολυκοσμία. Πίνεις το ποτό σου και χαίρεσαι που βλέπεις τουλάχιστον καινούρια πρόσωπα, αλλά βγαίνεις από το μπαρ νευριασμένος, λέγοντας «όλο τα ίδια και τα ίδια. Δε γίνεται τίποτα διαφορετικό».

Την Παραμονή των Χριστουγέννων κάνεις τον σταυρό σου, που και φέτος δε σου χτύπησε κανείς την πόρτα για να σου πει τα κάλαντα, αλλά όσο περνάει η ώρα αναρωτιέσαι «εμένα, γιατί δεν μου χτυπάνε ποτέ; Ψώρα έχω;».

Κατεβαίνεις στο κέντρο για να τραβήξεις φωτογραφίες από τη γιορτινή πόλη και βλέπεις ότι οι εκδηλώσεις που είχαν τάξει στον κόσμο είναι μονάχα ένας ξυλοπόδαρος που μοιράζει μπαλόνια στα παιδάκια. «Μας δουλεύουν;» σκέφτεσαι. «Τι μιζέρια είναι αυτή;». Αλλά ταυτόχρονα χαίρεσαι που δεν γίνονται πολλά πράγματα και δεν χρειάζεται να τρέχεις πάλι σαν τον Βέγγο να φωτογραφίζεις δεντράκια, χιονάνθρωπους, νήπια που ζωγραφίζουν, περαστικούς να μπουκώνονται με χοτ-ντογκ και μελομακάρονα.

Κι ενώ το μόνο που θέλεις είναι να βουλιάξεις στο κρεβάτι σου και να λιώσεις στον υπολογιστή, παρακολουθώντας σειρές στον αυτόματο, δεν βλέπεις την ώρα να σου έρθει μήνυμα από φίλο, να πάτε για καφέ. Τότε ξεχνάς τις σειρές, ξεχνάς το κρύο, ξεχνάς και τη «γεροντοκοριά» σου.

Ανήμερα των Χριστουγέννων, κάνεις σβούρες πάνω από το οικογενειακό τραπέζι, ανυπομονώντας να γευτείς τη γέμιση του κοτόπουλου, που κάθε χρόνο το βαφτίζουμε «γαλοπούλα». Τρως του σκασμού, αλλά ταυτόχρονα λες στη μάνα σου ότι, δε σου αρέσει γιατί την έκανε πολύ αλμυρή. Αποδοκιμάζεις τον αδερφό σου που αντί να δει κάτι ενδιαφέρον στην τηλεόραση, παίρνει σβάρνα τα παιχνίδια, αλλά πορώνεσαι και εσύ, βρίζοντας τους παίκτες που απάντησαν ότι, η πρώην σύζυγος του Μπρους Γουίλις είναι η «Τζούλιαν» Μουρ.

Τέλος, υποστηρίζεις ότι, δεν υπάρχει περίπτωση να δεις τις χαζοταινίες που δείχνουν ξανά και ξανά τα κανάλια τις ημέρες των Χριστουγέννων, αλλά το βράδυ ανεβάζεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στιγμιότυπα από την προβολή του «Love Actually» που βλέπεις κατάμονος και κλαις.

Και μετά από όλα αυτά, κάθεσαι και φιλοσοφείς. Μήπως τελικά ο λαός έχει δίκιο; «Της κοντής (μπιπ) οι τρίχες της φταίνε;». Το σίγουρο πάντως είναι ότι, δεν ξέρεις τι είναι αυτό που σου φταίει. Η χαρούμενη διάθεση των γύρω σου που δε συμβαδίζει με τη δική σου; Το μαδημένο χριστουγεννιάτικο δέντρο που έφαγε η γάτα σου; Η ίδια βροχή που πέφτει αιώνια; Το θαύμα που έχει αργήσει κι ίσως να μην φτάσει ποτέ; Ή τρώγεσαι με τα ρούχα σου γιατί είναι νηστική η καρδιά σου; Μπορεί κανένα από τα παραπάνω να μην είναι η απάντηση. Ίσως πάλι να είναι όλα αυτά μαζί, αλλά και πάλι… όσα φέρνει η ώρα, δεν τα φέρνει ο χρόνος όλος.

Ραντεβού του χρόνου λοιπόν, να τα ξαναπούμε.

Χρόνια Πολλά!

Διαβάστε ακόμα