Γίνατε όλοι… εγώ

Εικόνα Τέτα Βαρλάμη

Φίλος κολλητός. Όχι από αυτούς που βγαίνεις καμιά φορά για καφέ από σπόντα ή επειδή έτυχε οι μανάδες να είναι φιλενάδες και μεγαλώσατε μαζί. Φίλος από αυτούς που δοκιμάστηκαν στο χρόνο και πάντα στα εύκολα και τα δύσκολα ήταν εκεί. Δεν θα πω αυτό που λέμε συνήθως «καλό παιδί», γιατί «όλοι καλοί είμαστε» όπως λέει και ο ίδιος «οι κακοί είναι στη φυλακή».

Όπως γίνεται άμεσα αντιληπτό αυτός ο τύπος έχει ένα κουσούρι. Μιλάει συνέχεια με φράσεις κλισέ, με παροιμίες ή απλώς δίνει μονολεκτικές απαντήσεις. Το χειρότερο όμως και αυτό που μ’ εκνευρίζει αφάνταστα είναι ότι πάντα είναι καίριος και έχει ένα μοναδικό τρόπο να σε προσγειώνει απότομα. Έχει δε και εκείνη την αταραξία του Βούδα, που με εξοργίζει ακόμα περισσότερο.

Μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι, όταν διάβαζα εχθές για την κομπίνα που φαίνεται ότι πάνε να στήσουν στη ΔΕΗ στην Πάρο, με τη χαλασμένη γεννήτρια και έμπλεη οργής συζητώ το θέμα. «Οι ίδιες λαμογιές παντού, τι περίοδος κρίσης και αηδίες. Αν είναι να δικαιολογήσουν δαπάνες για να φάνε, πάντα θα βρούνε τρόπους. Κι εμείς να πληρώνουμε τα χαράτσια». Σε αυτή τη χειμαρρώδη αγανάκτηση μου, ήρθε η απάντηση του «παλιού γαϊδάρου περπατησιά».

«Ναι, αλλά κάποιος πρέπει επιτέλους να διώξει από αυτές τις θέσεις τους κολλητούς και τους ημετέρους», συνέχισα εγώ «για ξεκαθάρισμα των οργανισμών δεν μιλάνε όλοι και για διερεύνηση όλων των ατασθαλιών;» επέμεινα.

«Να προσέχουν μη σκίσουν κανένα καλσόν» μου απάντησε με την απόλυτη αδιαφορία στο βλέμμα.

«Δεν μπορώ να βγάλω άκρη μ’ εσένα», του είπα και πετάχτηκα σε άλλο θέμα.

«Διάβασες για τη δίκη του ναυαγίου της Σαντορίνης; Καταθέτουν οι μάρτυρες και ήδη άρχισαν οι πρώτοι να το παίζουν τρελίτσα. Τι καλά που έγιναν όλα, τι ωραία που εκκενώθηκε το πλοίο, φταίει ο ύφαλος, φταίει η θάλασσα, φταίνε αυτοί που πνίγηκαν…Τα βάρη σε όλα τα άλλα παρά σε αυτούς που πραγματικά φταίνε».

«Να ‘χαμε να λέγαμε» ήταν η απάντηση του, με το ύφος της γριάς σοφής κουκουβάγιας.

«Μα καλά δεν εξοργίζεσαι;» τον ρωτώ «Φυσικά» μου απαντά «αλλά θα εκφράσω την οργή μου τη στιγμή που ξέρω ότι θα πιάσει τόπο».

«Ναι αλλά μέχρι να έρθει εκείνη η στιγμή, όλοι αυτοί που μας κοροϊδεύουν μπροστά στα μάτια μας, θα παραμένουν στο απυρόβλητο. Δεν πρέπει επιτέλους να τιμωρηθούν πριν να είναι πολύ αργά;» τον ρώτησα.

«Κοντά βροντά» μου αντιγύρισε, ξαναβρίσκοντας τη φυσική του νιρβάνα.

«Πόσο κοντά; Ξέρεις κάτι που εγώ δεν ξέρω;» θέλησα να μάθω.

«Τίποτα δεν ξέρω. Σφυγμομετρώ και διαβάζω τα σημάδια» ήταν η απάντηση βγαλμένη από τον «Αλχημιστή» του Κοέλιο.

«Ποια σημάδια; Που όλος ο κόσμος αγανακτεί, ο ένας μετά τον άλλο βγαίνει στην ανεργία, που οι επιτήδειοι συνεχίζουν να βρίσκονται στον αφρό και κανείς δεν κάνει τίποτε. Όλοι δεν αντέχουμε άλλο και φωνές μόνο όταν είμαστε μεταξύ μας. Μέχρι εκεί φτάνουν τα σημάδια που βλέπεις. Κανένας δεν πάει μακρύτερα» και τι το ήθελα να χρησιμοποιήσω φράση από τα δικά του τα «χωράφια», «Σιγά τ’ αυγά, μη σπάσουν και κάνουμε ομελέτα».

Τον είδα ξαφνικά να τσιτώνει, να αλλάζει έκφραση και σηκώνοντας το φρύδι, μου απάντησε τσιτωμένος «Έλα τώρα, μάθατε όλοι τα τσιτάτα και γίνατε….εγώ».

Άντε μετά από αυτό να συνεχίσεις την κουβέντα. Κατά τα άλλα είναι πολύ καλό παιδί.

Διαβάστε ακόμα