«ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ» ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ

Μνημειώδες εύρημα στη Νέα Αγχίαλο

  • Δευτέρα, 29 Νοεμβρίου, 2021 - 06:26

Εξαιρετικής σημασίας εύρημα, μοναδικό για τον ελλαδικό χώρο, το παλαιοχριστιανικό λιμάνι της Νέας Αγχιάλου, το οποίο ήρθε στο φως με αφορμή την εγκατάσταση του αποχετευτικού δικτύου από τη ΔΕΥΑΜΒ. Σπουδαίο εύρημα, ανάλογο όσον αφορά στον τρόπο κατασκευής του λιμενοβραχίονα, με το λιμάνι του Θεοδοσίου στην Κωνσταντινούπολη. Οι λιμενικές εγκαταστάσεις, που ανάγονται στον 7ο αιώνα μ.Χ., με τον πλούτο των ευρημάτων, που αποκαλύφθηκαν παράλληλα, συνθέτουν μια κραταιά πόλη, κέντρο θρησκευτικό, εμπορικό και πολιτισμικό της εποχής, με ιδιαίτερη αρχαιολογική αξία.

«Είναι κάτι μοναδικό στον ελλαδικό χώρο, με πολύ μεγάλη σημασία, κατ’ αναλογία των λιμενικών εγκαταστάσεων, που έχουν βρεθεί στο λιμάνι του Θεοδοσίου στην Κωνσταντινούπολη. Είναι μια από τις ελάχιστες, μοναδικές περιπτώσεις στον ελλαδικό χώρο και ιδιαίτερα στην Κεντρική Ελλάδα, που διασώζονται τέτοιου είδους εγκαταστάσεις. Οι Παλαιοχριστιανικές Φθιώτιδες Θήβες αποτέλεσαν κέντρο μετά τη Ρωμαϊκή Περίοδο, τους4ο, 5ο, 6ο και 7ο μ.Χ. αιώνες. Ηταν από τις πιο σημαντικές πόλεις στον ελλαδικό χώρο αυτή την περίοδο» αναφέρει στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Μαγνησίας Ανθή Μπάτζιου.

Οι παλαιοχριστιανικές λιμενικές εγκαταστάσεις ανάγονται στο 7ο μ.Χ. αιώνα, με το σύνολο των ευρημάτων, που ήρθαν στο φως την τελευταία διετία, να μην αποτελούν έκπληξη για τους αρχαιολόγους. «Ηταν αναμενόμενο να προκύψουν τέτοιου είδους στοιχεία, πολύ σημαντικά για μας, δεδομένων όλων των μνημείων, που έχουν αποκαλυφθεί κατά τις ανασκαφές ενός περίπου αιώνα. Ψηφίδα – ψηφίδα δημιουργείς όλο τον πολεοδομικό ιστό της πόλης, αποκαλύπτεις κρυμμένα μυστικά, κάτι πάρα πολύ ζωντανό, γοητευτικό και πάρα πολύ σημαντικό» τονίζει η κ. Μπάτζιου. Η δραστηριότητα μιας πόλης, τα σκεύη, οι αποθήκες, τα εμπορεύματα, που φθάνουν από λιμάνια της Μικράς Ασίας και της Αφρικής, τα συνεργεία των μαστόρων ψηφοθετών, που δούλεψαν σε όλους τους ναούς και τα μνημεία της πόλης είναι μάρτυρες πλούτου, οργάνωσης και θρησκευτικής ευλάβειας.

Τα ευρήματα στην παλαιοχριστιανική πόλη ήρθαν στο φως τα δύο τελευταία χρόνια, στο πλαίσιο της παρακολούθησης από την ΕΦΑ Μαγνησίας του έργου της ΔΕΥΑΜΒ για την κατασκευή των αποχετευτικών αγωγών και του αντίστοιχου της ύδρευσης, εντυπωσιάζοντας ως σύνολο, αλλά και ως ενότητες. Οπως αποκαλύπτει, επίσης, η προϊσταμένη της ΕΦΑ Μαγνησίας, έχουν ληφθεί δείγματα από τα ξύλα, που διασώθηκαν στις υποδομές του λιμενοβραχίονα του παλαιοχριστιανικού λιμανιού, προκειμένου να διαπιστωθεί το είδος της ξυλείας, που χρησιμοποιήθηκε και η ακριβής χρονολόγησή τους.

Αποκαλύπτεται το παρελθόν

Οι αρχαιολογικές έρευνες, που διενεργήθηκαν από το 2019 από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Μαγνησίας, υπό τη διεύθυνση της προϊσταμένης Ανθής Μπάτζιου και ομάδας αρχαιολόγων και συντηρητών, με αφορμή τη διάνοιξη τάφρων για την εγκατάσταση του αποχετευτικού δικτύου στη Νέα Αγχίαλο από τη ΔΕΥΑΜΒ, έφεραν στο φως νέα ευρήματα, τα οποία προστίθενται στην πληθώρα των ήδη υπαρχόντων από τις ανασκαφές στη Νέα Αγχίαλο την τελευταία εκατονταετία. Αποτέλεσμα των προαναφερθέντων είναι η προσθήκη νέων κεφαλαίων στην αρχαιολογική γνώση για την ιστορία και τα μνημεία της πόλης.

Οι παλαιοχριστιανικές λιμενικές εγκαταστάσεις αποκαλύφθηκαν σε απόσταση αναπνοής από το παραλιακό μέτωπο, στην οδό Διαμαντοπούλου. «Οι γνώσεις μας για τη μορφή του λιμανιού και τις εμπορικές δραστηριότητες σε αυτό ήταν μέχρι σήμερα σχετικά περιορισμένες. Το αρχαίο λιμάνι υποδηλωνόταν στις αρχές του 20ού αιώνα από τη μικρή λιμνοθάλασσα, που υπήρχε στη θέση του σημερινού λιμενίσκου. Οι γνώσεις μας για το λιμάνι περιορίζονταν στα τμήματα της αποβάθρας, που σηματοδοτούσαν τα βορειοανατολικά όρια της λιμενολεκάνης, σε κιονίσκο με την επιγραφή Δ΄ κατάπλους, που είχε περισυλλέξει ο Γεώργιος Σωτηρίου και σε αποσπασματικά ευρήματα λιμενικών εγκαταστάσεων, που κατά καιρούς έρχονταν στο φως» υπογραμμίζει η αρχαιολόγος Αννα Γιαλούρη.

Εντός του σύγχρονου πολεοδομικού ιστού, στη συμβολή των οδών Διαμαντοπούλου και Σταυρίδη, αποκαλύφθηκε τμήμα του λιμενοβραχίονα, που οριοθετούσε από νότια τη λιμενολεκάνη. Βρίσκεται στη νοητή προέκταση του νοτίου χερσαίου τείχους της πόλης, στο σημείο της συμβολής του με το τείχος του λιμανιού. Πρόκειται για ισχυρό λιμενικό έργο, το οποίο αποκαλύφθηκε μέχρι μήκους 4,50 μ., το πλάτος του είναι 5,20 μ. και το συνολικό του ύψος περίπου 3μ.

Από την οχύρωση του λιμανιού αποκαλύφθηκαν σημαντικό τμήμα τείχους και επάλληλοι αποθηκευτικοί χώροι, ενώ ακέραια πιθάρια και αμφορείς μεταφοράς κρασιού συσχετίζουν τα κτιριακά κατάλοιπα με τις εμπορικές δραστηριότητες και τις συναλλαγές, που γίνονταν στο λιμάνι των Φθιωτίδων Θηβών.

Αρχαιολογικός χώρος

Το έργο της αποχέτευσης εκτελέστηκε στα όρια του κηρυγμένου και οριοθετημένου αρχαιολογικού χώρου των Φθιωτίδων Θηβών - Νέας Αγχιάλου, ο οποίος περιλαμβάνει την παλαιοχριστιανική πόλη των Φθιωτίδων Θηβών, από τα μεγαλύτερα κέντρα της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Το έργο της εγκατάστασης του αποχετευτικού δικτύου υλοποιήθηκε σε πυκνά δομημένο αρχαίο αστικό ιστό, με αποτέλεσμα να εντοπίζονται σχεδόν καθημερινά αρχαιότητες, οι οποίες, αφού ερευνήθηκαν ανασκαφικά και τεκμηριώθηκαν σχεδιαστικά και φωτογραφικά, διατηρήθηκαν σε κατάχωση.

Στα σημαντικότερα, μεταξύ των νέων ευρημάτων,συγκαταλέγονται τμήματα από τον οχυρωματικό περίβολο της πόλης, ο οποίος, σύμφωνα με τον ιστορικό του 6ου μ.Χ. αιώνα Προκόπιο, επισκευάστηκε από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό. Τα τείχη αποκαλύφθηκαν στις οδούς 30ής Ιουλίου, Τσιτσίνια, Ελευθερίας, Ελληνικής Αεροπορίας και Σταυρίδη, σε ορισμένα μάλιστα σημεία μαζί με τμήματα ισχυρών τετράγωνων πύργων, που ενίσχυαν τον οχυρωματικό περίβολο. Τόσο τα τείχη, όσο και οι πύργοι είχαν επιχρισμένες όψεις, που έφεραν διακοσμητικά μυστρίσματα με γεωμετρικά σχέδια.

Αξιοσημείωτη είναι, επίσης, η αποκάλυψη τμήματος της πλακόστρωτης κεντρικής λεωφόρου, που διέσχιζε την πόλη στον άξονα περίπου της σημερινής οδού Ελευθερίας. Κατά μήκος της οδού υπήρχαν εμπορικά καταστήματα, ενώ η μελέτη της κεραμικής, που προέρχεται από τους χώρους των καταστημάτων, αναμένεται να εμπλουτίσει την αρχαιολογική γνώση σχετικά με την οικονομική, αλλά και την καθημερινή ζωή των κατοίκων της πόλης.

Ο πλούτος των ευρημάτων, που έχει αποκαλυφθεί, εμπορικοί αμφορείς και πιθάρια, σε συνδυασμό με κεραμική ποικίλων τύπων, που έχουν βρεθεί, θα συμβάλλουν στην ερμηνεία των νέων δεδομένων. Τέλος, σημαντικός αριθμός ευρημάτων προέκυψε από τα εκτεταμένα χριστιανικά νεκροταφεία, που εκτείνονταν εκτός των τειχών της πόλης, στα βόρεια και βορειοδυτικά, ανοίγοντας νέο κεφάλαιο στην προσέγγιση και την αποκάλυψη μιας εντυπωσιακής ιστορικής ενότητας.

Πόλη «σύμβολο»

Η πόλη των Φθιωτίδων Θηβών αναπτύχθηκε από τον 2ο μ.Χ. αιώνα στη θέση της αρχαίας Πυράσου, η οποία υπήρξε το επίνειο της μεσόγειας πόλης στην περιοχή των σημερινών Μικροθηβών. Η σταδιακή μετακίνηση των κατοίκων στην περιοχή του λιμανιού οδήγησε στην παρακμή και τη συρρίκνωση της μεσόγειας πόλης και σήμανε την ανάδειξη και την άνθηση της παράλιας πόλης, η οποία εξελίχθηκε σε ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα του Ανατολικού Ιλλυρικού και ένα από τα σημαντικότερα εμπορικά λιμάνια του Παγασητικού.

Οι Φθιώτιδες Θήβες υπήρξαν μεγάλο διοικητικό κέντρο, τρίτη στην κατάταξη των θεσσαλικών πόλεων, μετά τη Λάρισα, που ήταν η πρωτεύουσα της επαρχίας Θεσσαλίας, και τη δεύτερη σε σπουδαιότητα πόλη, τη Δημητριάδα. Υπήρξαν, επίσης, επισκοπική έδρα με παρουσία στις γραπτές πηγές από τον 4ο αιώνα.