«Σπύρος Μουστακλής: Ένας ελεύθερος πολιορκημένος»

Συνέντευξη της Χριστίνας Δημητρακάκη-Μουστακλή, συζύγου του Σπύρου Μουστακλή και συγγραφέα του βιβλίου

Απόψε στις 19.30, στη Δημοτική Βιβλιοθήκη του Δήμου Σύρου – Ερμούπολης, θα γίνει η παρουσίαση του βιβλίου «Σπύρος Μουστακλής: Ένας ελεύθερος πολιορκημένος» της κ. Χριστίνας Δημητρακάκη – Μουστακλή. Πρόκειται για τη βιογραφία του Αντισυνταγματάρχη Σπύρου Μουστακλή, που υπήρξε σπάνιο παράδειγμα ανένταχτου δημοκράτη αξιωματικού και σύμβολο αντίστασης, ο οποίος κυνηγήθηκε με εξορίες και πειθαρχικές διώξεις πριν βασανιστεί φρικτά από το δικτατορικό καθεστώς της 21ης Απριλίου.

Η Χριστίνα Δημητρακάκη-Μουστακλή, σύζυγος του Σπύρου Μουστακλή, ιδιαίτερα συγκινημένη για την επικείμενη επίσκεψή της στη Σύρο, μίλησε στην “Κοινή Γνώμη” για τον Σπύρο Μουστακλή, την αντιστασιακή δράση του και την ιδιαίτερη σχέση του με το νησί.

Η Σύρος του Σπύρου Μουστακλή

“Είχε μεγάλη αγάπη για τη Σύρα όπως την έλεγε. Το διάστημα 1959 – 1962 υπηρετούσε εκεί. Εμείς γνωριζόμασταν και μας συνέδεε μία οικογενειακή φιλία. Όποτε τον συναντούσα, μου έκανε εντύπωση το πόσο εντυπωσιασμένος ήταν με το νησί. Τον είχα ρωτήσει κάποια στιγμή αν θα προτιμούσε να υπηρετήσει σε κάποια μεγαλύτερη πολιτεία και μου είχε απαντήσει πως μετά το Μεσολόγγι, που ήταν η γενέτειρά του – η καλύτερη πολιτεία είναι η Σύρος. Την είχε σαν δεύτερη πατρίδα του. Η τύχη το έφερε και υπηρέτησε δεύτερη φορά εκεί το 1965-1966. Τότε επισκέφθηκα κι εγώ πρώτη φορά τη Σύρα κι έμεινα δύο μήνες μαζί του. Εκεί κατάλαβα γιατί αγαπούσε τόσο πολύ το νησί, τους ανθρώπους του και τον πολιτισμό του. Είχε σπουδαίους φίλους εκεί. Στενός του φίλος ήταν ο πρώην δήμαρχος της Σύρου, ο Νίκος Φιλάρετος όπου αργότερα συνδεθήκαμε και με την εκπληκτική σύζυγό του και γίναμε σαν μία οικογένεια”.

Το Κίνημα του Ναυτικού

“Με την επιβολή της δικτατορίας ταλαιπωρήθηκε πάρα πολύ. Σαν Μεσολογγίτης και σαν προσωπικότητα ήταν ένας άνθρωπος ελεύθερος. Η δημοκρατία, η ελευθερία και τα δικαιώματα του ανθρώπου αποτελούσαν τα ιδεώδη και ιδανικά του. Συμμετείχε σε διάφορες αντιστασιακές οργανώσεις μεταξύ των οποίων ήταν οι Ελεύθεροι Έλληνες και το Κίνημα του Ναυτικού το οποίο στάθηκε μοιραίο για τον Σπύρο. Το σχέδιό προέβλεπε την κατάληψη της Σύρου, που θα χρησιμοποιούσαν σαν ορμητήριο. Εκεί θα τοποθετούσαν διοικητή τον Σπύρο λόγω της κατάρτισής του κι επειδή γνώριζε καλά το νησί. Είχε θέση κλειδί στο κίνημα αυτό. Κάθε αντίσταση είναι ένα έργο δύσκολο και σκληρό, ειδικά σε δικτατορικά καθεστώτα που παρακολουθούν την κάθε σου κίνηση. Προετοιμάζονταν πολύ καιρό και τα είχαν μελετήσει όλα. Ήταν μία μεγάλη επιχείρηση. Δυστυχώς όμως το κίνημα προδόθηκε και όλοι όσοι συμμετείχαν συνελήφθησαν. Ο Σπύρος βασανίστηκε φρικτά στα κρατητήρια του ΕΑΤ-ΕΣΑ, με αποτέλεσμα να μείνει ανάπηρος”.

Τα βασανιστήρια που τον διέλυσαν

“Ήταν πλέον σαν να είχε πάθει εγκεφαλικό. Παρέλυσε το δεξί του χέρι και πόδι και δεν μπορούσε πια να μιλήσει. Από εκεί άρχισαν τα νοσοκομεία και οι ταλαιπωρίες. Στο νοσοκομείο έμεινε κοντά τρία χρόνια. Πήγαμε στην Αμερική με πολλή δυσκολία γιατί δεν τον ήθελαν εκεί, διότι η παρουσία του διέψευδε το αφήγημα της χούντας που είχαν υιοθετήσει και στην Αμερική, ότι δηλαδή δεν υπήρχαν θύματα. Καταφέραμε να πάμε τελικά χάρη στη μεγάλη προσπάθεια του δημοσιογράφου Ηλία Δημητρακόπουλου που ήταν αυτοεξόριστος εκεί και τη συνδρομή του Γερουσιαστή Έντουαρντ Κένεντι. Στο νοσοκομείο της Αμερικής μείναμε ένα μήνα. Στη συνέχεια πήγαμε στη Μόσχα όπου μας συνόδευσαν και μας στάθηκαν οι φίλοι μας, ο Νίκος Φιλάρετος και η σύζυγός του. Αργότερα πήγαμε και στο Λονδίνο για να υποβληθεί σε επέμβαση. Έπειτα ήρθε στο σπίτι και συνεχίσαμε τις φυσιοθεραπείες”.

Δεν μετάνιωσε ποτέ για όσα έγιναν”

Αν και η κατάστασή του ήταν δύσκολη, καταλάβαινε τα πάντα και κάποιες φορές κατάφερνε να βγάλει κάποιες λέξεις. Τον επισκέπτονταν συχνά παλιοί στρατιώτες του και φίλοι που είχε να τους δει χρόνια κι όμως τους αναγνώριζε όλους. Παρά την ταλαιπωρία του, ήταν ζωηρός, κινητικός, εκφραστικός και ανοιχτόκαρδος. Δεν τον τρόμαζε ο θάνατος γιατί ένιωθε ότι αυτά που ήθελε να κάνει τα έκανε. Όταν κάπως καλυτέρευσε, έμπαινε στο αυτοκίνητο και ζήταγε από τον οδηγό που είχαμε να τον πηγαίνει σε όλα τα μέρη που έζησε, ακόμα και σε αυτά που είχε ταλαιπωρηθεί, για να συναντάει φίλους και συναγωνιστές του. Επισκέφθηκε πολλές φορές και τη Σύρο, όντας πλέον ανάπηρος. Την αγαπούσε τη Σύρα. Την τίμησε με την υπηρεσία του και τον τίμησε αργότερα κι εκείνη. Αγαπήθηκε και τιμήθηκε”.

Οι μέρες του Πολυτεχνείου

Αγαπούσε πολύ τους νέους. Τους πίστευε και περίμενε πάντα να κάνουν την επανάστασή τους. Όταν έγινε το Πολυτεχνείο, βρισκόταν στην πλατεία Κάνιγγος, στην Πολυκλινική Αθηνών, ανάπηρος και αφασικός, ωστόσο ενημερωνόταν για όλα όσα συνέβαιναν. Ήταν συγκινημένος και ανήσυχος γιατί γνώριζε πως όλα αυτά θα πάρουν άσχημη τροπή κι όμως προσπαθούσε να μας δώσει κουράγιο. Μία μέρα ξαφνικά, ενώ δεν μίλαγε, γύρισε και μου είπε “Vivere pericolosamente” Εγώ τα έχασα. Δεν πρόφτασα να απαντήσω και μου είπε ξανά “Ζην επικινδύνως”. Σήκωσε στη συνέχεια το δεξί του χέρι με τη βοήθεια του αριστερού και το άφησε να πέσει. Ήταν τρομερή εκείνη η στιγμή που κατάφερε να σπάσει το φράγμα, να ξεπεράσει όλες τις βλάβες που είχαν υποστεί τα νεύρα και ο εγκέφαλός του. Έκανε την υπέρβαση όμως για να μου πει, όπως το μετέφρασα εγώ, ότι είμαι σε αυτήν την κατάσταση γιατί έζησα επικίνδυνα και τώρα θέλω να πάω στο Πολυτεχνείο, αλλά δεν μπορώ. Ήθελε πραγματικά να πάει εκεί. Όταν πρωτοβγήκε από το νοσοκομείο, με τη συνοδεία του προσωπικού του γιατρού και τη δική μου, επισκέφθηκε το Πολυτεχνείο και από τότε, κάθε χρόνο, του έφτιαχνα ένα στεφάνι και επέστρεφε πάντα εκεί”.