Μπαμ και μπουμ οι κουμπουριές

Βζιιιιν, πέρασε σφυρίζοντας στον αέρα η πρώτη σφαίρα και μετά κι άλλη, βζιιιιν κι άλλη βζιιιιν. Σφαίρα από εκείνες τις επικοινωνιακές, που μπορεί να μην σκοτώνουν (ίσως) αλλά που κάνουν πολύ θόρυβο (που δεν θα μπορούσε να ‘ταν κι αλλιώς για να πετύχουν τον επικοινωνιακό τους στόχο).

Σφαίρες κρότου λάμψης, έτσι για το εφέ.

Δεν ξέρω εάν το προσέξατε, αλλά ο πολιτικός λόγος έχει χάσει πλέον την βαρύτητα που απαιτείται να έχει και έχει μετατραπεί σε ελαφριές σαπουνόφουσκες, από αυτές που ιριδίζουν και μπορεί να σκάνε στον αέρα, αλλά όπως και να το κάνουμε είναι εντυπωσιακές.

Λόγος συνθηματολογικός, με φράσεις μικρές, για να γίνονται κατανοητές από όλους, με προτασούλες που από μόνες τους μπορούν να λειτουργήσουν ως συνθήματα, για να μπορούν εύκολα να εντυπώνονται, με τσιτάτα που εμπεριέχουν φθηνές σοφιστίες, για να χρησιμοποιούνται, επαναλαμβανόμενα από τους οπαδούς, ως στοιχεία πειθούς.

Ένας τέτοιος δημόσιος λόγος, με κουμπουριές στον αέρα, μπαααμ, έχει ζητούμενο να επιβάλει τον φόβο, μπαααμ, ο θόρυβος και μόνο αρκεί να σε κάνει να τρομάξεις, μπαααμ, και από την άλλη να σε εντυπωσιάσει, μπαααμ, κι όποιον πάρει ο χάρος. Αν και ο χάρος συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις παίρνει την στοιχειώδη λογική και την διασκορπίζει σαν κομφετί, πολύχρωμα, να πετάγονται φαντασμαγορικά σε παιδικές γιορτές.

«Ήρθα να σας σώσω», λέει ο πολιτικός ο σωστός, ο μπαλκονάτος. «Αν δεν ήμουν εγώ να πάρω μέτρα για σένα, που σε νοιάζομαι, θα σου παίρνανε μέτρα για την κάσα», λέει για να σε πείσει ότι ένας – αυτός – είναι ο σωτήρας σου. «Αν δεν λειτουργούσα για σένα πριν από σένα, δεν θα είχες στον ήλιο μοίρα», λέει για την επιβεβαίωση ότι του έδωσες το ελεύθερο να κάνει παιχνίδι. «Αν δεν είμαι εγώ που σκύβω πάνω από τα προβλήματα σου, θα είναι ο άλλος ο κακός, που σε φθονεί», λέει έτσι για την ψυχοπονιάρα συμπόνια και τον φόβο που φυλάει τα έρμα.

Και τα βόλια πάνε κι έρχονται, κι ο «ήχος του όπλου» στριγγός, όπως αυτός της φυγής, ενός όπλου που ίσως και να μην εκπυρσοκροτήσει, που αφηγήθηκε σκληρά η Λούλα Αναγνωστάκη, για τις συγκρουσιακές αγωνίες και τα αδιέξοδα των διαταραγμένων κοινωνικών ισορροπιών.

Μα εσύ πρέπει να υποκύψεις και να φοβηθείς, να αποδεχθείς και να μοιάσεις με το κοπάδι. Αυτό των ανθρώπων που μεταλλάσσονται σε πρόβατα, η αν θέλεις σε ρινόκερους, κατά τον Ευγένιο Ιονέσκο.

Βρες τη φωνή και αντέδρασε «Δεν θα κάτσω με σταυρωμένα τα χέρια! Θα πολεμήσω. Είμαι ο τελευταίος άνθρωπος». Γιατί η κραυγή σου αυτή είναι πολύ πιο βροντερή από τις εκπυρσοκροτήσεις των δικών τους όπλων. «Και μέχρι να 'ρθει το τέλος θα παραμείνω άνθρωπος. Όχι, δεν θα συνθηκολογήσω! Όχι, δεν θα γίνω σαν και σας». Γιατί εγώ θα υπερασπιστώ με κάθε τρόπο τη διατήρηση της λογικής μου. «Η καραμπίνα μου, που είναι η καραμπίνα μου;».

Και θα την μπουμπουνίσω την κουμπουριά, όπως στο παλαιό καθαρευουσιάνικο παιδικό ποιηματάκι για τον λαγό και όλους αυτούς του πολιτικάντηδες λαγούς, που γεμίζουν την κοιλιά τους με κλεμμένα λάχανα από τον δικό μου κήπο και ακόμα τρέχουν.

«Νύχτα ο λαγός εβγήκε, λαχανόκηπον ευρήκε.

Μπαίνει μέσα και αρχίζει, την κοιλά του να γεμίζει.

Δυστυχία του παρέκει, κυνηγός με το τουφέκι,

τον πτωχόν παραμονεύει, πλησιάζει και σκοπεύει.

Μπάμ ηκούσθη στον αέρα, πλην τα βόλια πήγαν πέρα

και το ζώον το καημένον, ετινάχθη τρομαγμένον.

Τρέχει ο λαγός ακόμα, με ένα λάχανο στο στόμα

και εδιδάχθη να προσέχει, που εμβαίνει και που τρέχει!».

Διαβάστε ακόμα