Το π. μέλος της πολιτικής γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ, Ρ. Ρινάλντι, αναλύει την πολιτική πορεία και τις “απώλειες” του κυβερνώντος κόμματος

“Καταρρέουν όλες οι αυταπάτες”

Η διαμόρφωση της πολιτικής κατάστασης, οι πρακτικές αλλά και οι ευθύνες της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, τα μεγάλα του λάθη και η απώλεια της αριστερής του ταυτότητας είναι κάποια από τα θέματα που έθιξε το πρώην μέλος της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ και εκδότης του Δρόμου της Αριστεράς, Ρούντι Ρινάλντι.

Από τους ιδρυτές της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Ελλάδας (ΚΟΕ), που αποτέλεσε μία από τις συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ, με πολύχρονη πολιτική δράση, η οποία ξεκίνησε από τα φοιτητικά κινημάτα και συνεχίστηκε στο χώρο της κοινοβουλευτικής αριστεράς, έως τη συνύπαρξη με τον ΣΥΡΙΖΑ, ο Ρ. Ρινάλτι, μίλησε στην “Κοινή Γνώμη” .

Από μέλος της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ, με την ασκούμενη εκ μέρους του πολιτική αρχίζει και η δική σας μεταστροφή και βασική έκφραση της διαφωνίας σας.

Ρ. Ρ.: “Την 1η Απριλίου του 2014 είχα ξαναέρθει στη Σύρο ως υπεύθυνος της καμπάνιας που έκανε ο Αλ. Τσίπρας για τις ευρωεκλογές. Οι πρώτες μεγάλες ανησυχίες μου γεννήθηκαν στη διάρκεια αυτής της καμπάνιας όταν υπήρχε ένας μεγάλος φόβος, μέσα σε όλο το επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ, για το ότι κινδυνεύουμε να χάσουμε τις ευρωεκλογές. Όλο το κόμμα είχε ρίξει το βάρος στις αυτοδιοικητικές εκλογές και για τις ευρωεκλογές δεν δούλευε κανείς. Αν δεν είχε κάνει την περιοδεία ο Αλ. Τσίπρας σε όλη την Ελλάδα, δεν θα είχε παρθεί αυτό το 27%, που ήταν μία πρώτη εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ. Το αποτέλεσμα αυτό ερμηνεύτηκε, από τους βασικούς μετόχους του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι παίζουν ρόλο, ότι ήταν λίγο διότι θεωρήθηκε ότι δεν μπορεί να υπάρχει αυτοδυναμία, επομένως μπήκε μπροστά αυτό που είπαν “προωθητικό συμβιβασμό”. Δηλαδή να τα βρούνε με όσους από το ΠΑΣΟΚ θα προσχωρούσαν. Φοβόντουσαν δε πολύ τον Σαμαρά και ότι δεν θα μπορούσαν να νικήσουν το πολιτικό κατεστημένο. Αυτή η ιδέα ήταν και η πρώτη μου διαφωνία, θέτοντας ότι υπάρχει μία ηττοπάθεια και φοβόμαστε μία σύγκρουση με το εσωτερικό κατεστημένο. Το έξω θα ήταν μία αναμέτρηση δύσκολη, αλλά θα μπορούσαμε να το παλέψουμε”.

Οι συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ παρέμειναν συνιστώσες χωρίς ποτέ να αφομοιωθούν από το κόμμα;

Ρ. Ρ.: “Εμείς είμαστε λίγο οι ρομά στο σύστημα, είμαστε οι τσιγγάνοι. Βοηθούσαμε για τις δουλειές και τίποτε άλλο. Οι συνιστώσες δεν αφομοιώθηκαν από τον βασικό κορμό του Συνασπισμού. Ο βαθύς Συνασπισμός ήταν ο Δραγασάκης, ο Φλαμπουράρης, ο Βούτσης, ο Σκουρλέτης, ο Παππάς”.

Ο κόσμος ήταν έτοιμος τότε για να δεχθεί ένα αμιγώς αριστερό κόμμα χωρίς αυτούς τους συμβιβασμούς;

Ρ.Ρ. “Εγώ δεν μιλούσα για αριστερό κόμμα. Πιστεύω ότι θα έπρεπε να γίνει μία πλατιά δημοκρατική, πατριωτική συμμαχία που να έδινε την μάχη της δημοκρατίας μέσα στον τόπο, η Βουλή να ήταν πραγματικά κυρίαρχη. Να γίνει μία αλλαγή γιατί φτάνει πια με το παλιό πολιτικό σύστημα”.

Η εξέλιξη της διαφωνίας;

Ρ. Ρ.: “Μετά τον “προωθητικό συμβιβασμό” που ήταν πρόχειρος και χωρίς πρόγραμμα ήρθε το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, το οποίο στηριζόταν στο ΤΧΣ, που δεν ήταν δικό μας και σε ΕΣΠΑ, που κι αυτά δεν είναι δικά μας. Δεν ήταν σοβαρά αυτά τα πράγματα, απλά έδιναν έναν αέρα νίκης. Στις 14 Οκτώβρη έχω μία τελευταία συνάντηση με τον Αλ. Τσίπρα, όπου του δίνω και μία επιστολή, που του εκθέτω τις διαφωνίες που έχω και πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να τη διαχειριστούμε γιατί δεν θέλω να κάνω κακό σε όλη την προσπάθεια. Δεν υπήρξε ποτέ απάντηση σε αυτό και από τότε δεν έχω ξαναμιλήσει μαζί του. Πριν τις βουλευτικές εκλογές του Γενάρη είχα πει ότι περισσότερο δυνατή είναι μία συστημική παλινόρθωση μέσω του ΣΥΡΙΖΑ, παρά να εφαρμόσει μια γραμμή έκφρασης των πόθων του λαού. Αυτά ενώ ήμουν μέλος της πολιτικής γραμματεία”.

Όταν αυτές οι διαφωνίες επικοινωνούνται με τον κόσμο τι αποδοχή είχαν;

Ρ. Ρ.: “Ο κόσμος ήταν παγωμένος. Δεν είχαν προκηρυχθεί ακόμα οι εκλογές. Όταν προκηρύχθηκαν, αυτά μπήκαν στην άκρη και πήρα μέρος σε 3 προεκλογικές συγκεντρώσεις όπου μίλησα με ειλικρίνεια, λέγοντας ότι το καθεστώς της αποικίας μπορεί να λήξει με συγκεκριμένες πολιτικές αποφάσεις και με αυτές να πάμε για τη διαπραγμάτευση. Αυτό έβρισκε μεγάλη αποδοχή από τον κόσμο, που ήθελε να μην φανούμε σαν τους άλλους. Όταν ήρθε η κυβέρνηση, ο κόσμος ήταν ευχαριστημένος. Η πρώτη μεγάλη αποτυχία ήταν στις 20 Φλεβάρη, που το εμφάνιζαν ως επιτυχία για όφελος χρόνου προκειμένου να εφαρμοστεί το πρόγραμμα μας, ενώ η πραγματική ανάγνωση ήταν ότι επρόκειτο για ένα μνημόνιο που δεν επέτρεπε καμία μονομερή ενέργεια. Τότε υπήρξε κόντρα μέσα στο κόμμα και η κοροϊδία για κόκκινες γραμμές”.

Ποιά λοιπόν η σχέση αυτών των πρακτικών με την ιδεολογία που υπεράσπιζε η αριστερά και φυσικά για τη λειτουργία των κομματικών οργάνων;

Ρ. Ρ.: “Δεν είχε καμία σχέση. Η Γραμματεία ακυρώθηκε, όλο το κόμμα δεν λειτουργούσε και κάθε βδομάδα ερχόταν ένας από το Μαξίμου για 1 ώρα, μας έκανε μία ενημέρωση και έφευγε. Το Μαξίμου έκανε ότι έκανε. Πρέπει να έγιναν και βυζαντινές μηχανορραφίες. Η πτέρυγα του Λαφαζάνη πήρε 4 υπουργεία. Απορροφήθηκαν όλα τα στελέχη στον κρατικό μηχανισμό και ερήμωσε η Κουμουνδούρου, όπου δεν υπήρχε άνθρωπος ούτε για να σηκώνει τα τηλέφωνα”.

Αυτό που ακολούθησε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος;

Ρ. Ρ.: “Εδώ είχαμε ένα τεράστιο σοκ. Δεν έγινε καμία συνεδρίαση για να αποφασιστεί το δημοψήφισμα. Το μάθαμε από τα ραδιόφωνα. Στα στελέχη υπήρχε μία τεράστια ανησυχία. Γίνανε κινήσεις μέσα στο Μαξίμου για να ακυρωθεί το δημοψήφισμα, γιατί υπήρχε φόβος ότι θα υπερτερούσε η άλλη πλευρά. Την επομένη μάθαμε ότι είχε συγκαλεστεί το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών, που για να συγκαλεστεί απαιτούνται μέρες. Η ηγεσία δεν περίμεναν το 62%”.

Σύμφωνα με αυτά που λέτε ήταν προαποφασισμένη η συνθηκολόγηση;

Ρ. Ρ.: “Βεβαίως, αλλά δεν το ξέραμε εμείς. Το ήξερε το επιτελείο. Το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να παραμείνουν ένοικοι του Μαξίμου. Είναι μία ομάδα και μία παρέα που από το πουθενά βρέθηκε να κυβερνά και αυτό θέλει να το κρατήσει με οποιοδήποτε τρόπο και οποιοδήποτε κόστος”.

Ο κόσμος εμφανίστηκε έτοιμος στην πρώτη διαπραγμάτευση για τη ρήξη, η οποία όμως δεν υπήρξε, μετά το δημοψήφισμα και τη νέα συμφωνία για αυτός ο ίδιος κόσμος νομιμοποίησε με την ψήφο του εκ νέου την κυβέρνηση;

Ρ. Ρ.: “Τότε ο χρόνος ήταν πολύ συμπυκνωμένος. Γινόντουσαν πράγματα απανωτά που αδυνατούσε κανείς να τα συλλάβει. Το πραγματικό πραξικόπημα ήταν αυτό που έκανε ο Αλ. Τσίπρας, που το ΟΧΙ το έκανε ΝΑΙ και αφού ήταν σίγουρο ότι θα συνθηκολογήσει, ο κόσμος έβλεπε την αφήγηση της ματωμένης διαπραγμάτευσης, με την οποία έπεισε. Δεν έπεισε την αριστερά του κόμματος, που είχε δεσμευτεί, όπως του ζητούσαν, να την πετάξει έξω”.

Μετά την ψήφιση και των σκληρότερων μέτρων του μνημονίου, με την οποία καταρρίφθηκε η αριστερή ρητορική, οπότε ποιών αποχρώσεων θα είναι η πολιτική έκφραση του ΣΥΡΙΖΑ;

Ρ. Ρ.: “Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μεταλλαχτεί. Είναι ένα σοσιαλο-φιλελεύθερο μνημονιακό κόμμα, με βάση την πολιτική που εφαρμόζει και αυτά που πράττει. Διατηρεί μία κεντροαριστερή ρητορική, τύπου “εγώ θλίβομαι για αυτά που κάνω”, ότι “θα προσπαθήσω να το λειάνω”. Αυτό δεν υπάρχει. Με τη μεγάλη φορολογία θα εκδηλωθεί γύρω στον Σεπτέμβρη μία μεγάλη δυσφορία. Τώρα του καταλογίζουν ότι με τις 152 ψήφους πρέπει να διευρυνθεί το σχήμα. Δηλαδή νέες προσχωρήσεις. Είναι αναγκασμένος”.

Ο ρόλος των άλλων κομμάτων σε αυτό;

Ρ. Ρ.: “Παίχτηκε ένα παιχνίδι στο πως ψήφισαν, όπου υπήρξαν διατάξεις που πήραν ακόμα και 220 ψήφους. Αυτό είναι ένα κλείσιμο του ματιού των κομμάτων της αντιπολίτευσης προς του Ευρωπαίους, ότι εμείς δεν θα καταργήσουμε τίποτε από αυτά. Είμαστε μέσ ασε αυτά, κάνουμε αντιπολίτευση, τα χρεώνουμε στον Τσίπρα, αλλά στην ουσία της πολιτικής δεν διαφωνούμε. Επομένως όταν θα έρθουμε, εάν έρθουμε, όπως παλεύουν, θα πουν ότι υπάρχει μία συνέχεια του κράτους, ότι είναι μία σύμβαση που τη βρήκαμε, δεν ευθυνόμαστε εμείς, φταίνε οι άλλοι”.

Μπορεί να πείσει αυτό σήμερα;

Ρ. Ρ.: ¨Μπορεί να πείσει το 50% του κόσμου που θα συμμετάσχει στις εκλογές, γιατί ένα μεγάλο κομμάτι δεν θα πάει. Υπάρχει μία απογοήτευση, μία κούραση, μία αηδία προς τον πολιτικό κόσμο. Είναι όλα μαζί και επενεργούν. Του είπαν πολλά ψέμματα μαζεμένα, τον κορόιδεψαν. Έχουν ειπωθεί μεγάλα λόγια και έχουν γίνει μεγάλες κωλοτούμπες. Είναι θυμωμένος ο κόσμος και δεν βλέπει ότι θα αλλάξει τίποτε μέσα από τη Βουλή. Υπάρχει μία απομάκρυνση από την κεντρική πολιτική και ακόμα μία έχθρα του κόσμου προς το πολιτικό σύστημα. Φάνηκε πως όλοι είναι τελείως ίδιοι και αυτό έχει θυμώσει τον κόσμο”.

Ποιά φαίνεται να είναι τελικά η επόμενη ημέρα για τον Έλληνα;

Ρ. Ρ.: “Θα είναι χρεωμένος, δεν θα μπορεί να τα βγάλει πέρα, θα αυξηθούν οι αυτοκτονίες, θα φύγει και άλλο κομμάτι της νεολαίας στο εξωτερικό, θα μεγαλώσει η μελαγχολία ότι είδαμε πριν θα συνεχίσει να γίνεται και θα βαρύνει περισσότερο. Την ίδια στιγμή ένα κομμάτι της κοινωνίας αρχίζει να αντιδρά διαφορετικά, γιατί δεν βλέπει ότι ατομικά μπορεί να περισωθεί και αρχίζουν οι συζητήσεις για συνεταιριστικά εγχειρήματα να δυναμώνουν και προσπαθούν να το διαλύσουν με συγκεκριμένες πολιτικές”.

Τι ισχύει με τις φωνές που θέλουν να υπάρχει η διάθεση μιας έντονης διεκδίκησης εκ μέρους του κόσμου, ακόμα και ακραίας αν χρειαστεί, όσο κι αν κοστίσει;

Ρ. Ρ.: “Αυτός ο κόσμος που έχει αρχίσει να σκέφτεται λίγο διαφορετικά, θέτει το ερώτημα το “τι μπορώ να κάνω εγώ, να είμαι χρήσιμος για αυτή την κατάσταση”. Αυτή τη στιγμή καταρρέουν όλες οι αυταπάτες που είχαμε όλοι μας. Πιστεύω ότι είναι αναγκαίο να υπάρχει ένα αποτελεσματικό κράτος που να λειτουργεί. Δεν είμαι υπέρ της διάλυσης. Πρέπει να υπάρχουν προτάσεις για το τι μπορεί η Ελλάδα να έχει. Όλα θέλουν μία πεποίθηση ότι τίποτε δεν θα μας χαρίσουν. Πρέπει να τα κατακτήσουμε. Τώρα ο κάθε ένας πρέπει να αποφασίσει ότι χωρίς να τολμήσουμε δεν μπορούμε να πετύχουμε”.