Η πολιτιστική κληρονομιά και η δημιουργική επιχειρηματικότητα… το «κλειδί» για τοπική ανάπτυξη

Αιγαίο, τόπος γνώσης και πολιτισμού

Στις προκλήσεις και τα διλήμματα διαχείρισης και σχεδιασμού για ανάπτυξη σε τόπους που αποτελούν ναυτιλιακούς, εμπορικούς, τουριστικούς και ενεργειακούς πόλους, εστίασε η εισήγηση της Αναπληρώτριας Καθηγήτριας ΕΜΠ, Γιώτας Θεοδωρά στο 1ο Διεθνές Συνέδριο «Φερεκύδης» στη Σύρο.

Σημείο αναφοράς της ομιλίας της ήταν το Αιγαίο, ένας ιδιαίτερος τόπος, στον οποίο συναντούμε ποικίλες ποιότητες και αντιθέσεις, σημαντικά προβλήματα και άλλα ζητήματα, που θεωρούνται προκλήσεις σε επίπεδο αναπτυξιακού προγραμματισμού και χωρικού σχεδιασμού.

Αφορμή για τη συγκεκριμένη τοποθέτηση, η οποία περιλάμβανε ερωτήματα και κάποια κρίσιμα ζητήματα προς περαιτέρω διερεύνηση είναι η συμμετοχή της κ. Θεοδωρά σε δύο ερευνητικά προγράμματα, το πρώτο εκ των οποίων αφορά στον τρόπο με τον οποίο σχεδιάζεται ο θαλάσσιος χώρος και το δεύτερο στη διαχείριση της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς σε ιστορικά κέντρα, καθώς και σε μία τρίτη έρευνα η οποία επιχειρείται στο Αιγαίο.

Δίκτυα τόπων ιστορίας και πολιτισμού

Αντικείμενο της παρουσίασης ήταν το μεγάλο πρόβλημα που προκύπτει από την έλλειψη μιας σαφώς διατυπωμένης νησιωτικής πολιτικής στη χώρα μας, μιας χώρας παράκτιας με τόσο νησιωτικό τμήμα. Για το λόγο αυτό, η εισηγήτρια προσπάθησε να δώσει φως σε κάποιες από τις οπτικές που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως μια καλή αφορμή για να εξεταστεί εκ νέου αυτό το ζήτημα.

Όπως τόνισε, σε μια εποχή δικτυακής οργάνωσης και ψηφιακής επανάστασης, σε συνθήκες εντατικοποίησης του διεθνούς ανταγωνισμού και σε μια συγκυρία οικονομικής ύφεσης, το ερώτημα «ανάπτυξη για ποιον, πού και με τι όρους» παραμένει «ανοικτό». Όχι τυχαία, αφού παρά τις προθέσεις σε επίπεδο διατύπωσης αρχών και κατευθύνσεων σχεδιασμού για τον περιορισμό της φτώχειας και της κοινωνικής αδικίας, την άμβλυνση των χωρικών ανισοτήτων, την προστασία των στοιχείων φύσης και πολιτισμού, τη διαχείριση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής, τη διασφάλιση της φυσιογνωμίας των «τόπων» και την αύξηση των «δημιουργικών πολιτών», στην πράξη κύριο ζητούμενο παραμένει η πρόκληση οικονομικής μεγέθυνσης, συχνά χωρίς όρους και κριτήρια, ακόμα και με περιβαλλοντικό, χωρικό, κοινωνικο-οικονομικό κόστος. Δυστυχώς, σ’ αυτή την οπτική βασίζεται ο επιχειρούμενος «εκσυγχρονισμός» και στην Ελλάδα μέσα από ενέργειες μεθοδικά οργανωμένης απαξίωσης της διάστασης του «χώρου», υπονομεύοντας κεκτημένα που για τρία χρόνια προβάλλονταν ως προϋπόθεση ζωής.

Βασικές προϋποθέσεις - προκλήσεις

Σ’ αυτό το πλαίσιο, συνεκτιμώντας τις σύγχρονες αντιλήψεις για τη χωρική ανάπτυξη, υποστηρίζεται ότι η πολλαπλότητα και πολυσυνθετότητα των σύγχρονων «χωρικών προβλημάτων» καθιστά αναγκαία την προσέγγιση του σχεδιασμού μέσα από οργάνωση «χωρο-λειτουργικών δικτύων επικοινωνίας / συνεργασίας» (ανεξαρτήτως διοικητικών ορίων ή εθνικών συνόρων) στις ποικίλες δομές του χώρου. Έτσι, η δικτύωση οικισμών, πόλεων ή ευρύτερων ενοτήτων αναδεικνύεται σε πρόκληση κυρίως ως προς τους όρους που επιχειρείται ώστε να διασφαλίζεται η αυθεντικότητα των «τόπων» και η ισχυροποίηση τοπικών κοινωνιών.

Σε αυτή τη βάση και σε συνθήκες προώθησης ενός παγκόσμιου σχεδιασμού, η τοπική κλίμακα αποκτά νέα βαρύτητα στη διαχείριση των πόρων και ρύθμιση του χώρου στα ποικίλα επίπεδα και κατηγορίες του. Οι «τόποι» αποκτούν νέα κρισιμότητα μέσα από την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων στη βάση «στρατηγικών» που στηρίζονται στο πρότυπο της «ενδογενούς ανάπτυξης», εστιάζοντας στις αρχές: α) προστασίας του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, β) βέλτιστης αξιοποίησης του ανθρώπινου δυναμικού και ψηφιακής τεχνολογίας, γ) καθιέρωσης «συμμετοχικών διαδικασιών» με όρους δημοκρατικού διαλόγου

Σύμφωνα με την κ. Θεοδωρά, τα νέα δεδομένα και τάσεις δείχνουν ότι το κλειδί για την «τοπική ανάπτυξη» βρίσκεται στην πολιτιστική κληρονομιά και τη δημιουργική επιχειρηματικότητα. Πόσο εύκολα όμως μπορεί να επιτευχθεί αυτό σε «τόπους» όπου η ανάπτυξή τους προσανατολίζεται σε τομείς όπως της ενέργειας, της ναυτιλίας, του εμπορίου, του τουρισμού;

Η τοποθέτησή της επιχείρησε να συμβάλει στη συζήτηση μέσα από την προσέγγιση ζητημάτων συνύπαρξης, ασυμβατότητας, ανταγωνιστικότητας και ανθεκτικότητας που προκύπτουν και αναδεικνύουν προκλήσεις και διλήμματα σε επίπεδο διαχείρισης και σχεδιασμού και υποστηρίζει ότι η λύση μπορεί να βρεθεί στην οργάνωση δικτύων τόπων ιστορίας και πολιτισμού ανάλογου ή συμπληρωματικού χαρακτήρα. Πεδίο αναφοράς το «νησιωτικό τμήμα» της χώρας και συγκεκριμένα το Αιγαίο, λίκνο πολιτισμού, περιοχή γεωπολιτικής βαρύτητας, ναυτιλιακός εμπορικός, τουριστικός ενεργειακός «πόλος» διεθνούς εμβέλειας, «πέρασμα» προσφυγικών ροών. Εκεί όπου η συνύπαρξη ποικίλων ποιοτήτων, δυναμικής και αντιθέσεων σε θάλασσα, παράκτιο χώρο, πόλεις, λιμάνια θα μπορούσε να λειτουργήσει ως «εργαστήρι πειραματισμού».