«ΕΜΠΡΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ»

Επιβάλλεται η συνεννόηση κυβέρνησης και τοπικών αρχών, τώρα!

Εκατοντάδες αναχωρήσεις τις τελευταίες μέρες από δομές του νησιού προς την ενδοχώρα
  • Δευτέρα, 15 Ιουνίου, 2020 - 06:26

Με αψιμαχίες μεταξύ δυνάμεων του Λιμενικού Σώματος και εκατοντάδων αλλοδαπών που συνέρρευσαν στο λιμάνι της Μυτιλήνης τις προηγούμενες μέρες, ελπίζοντας να βρουν τρόπο να φύγουν από το νησί, μαζί με τους προς αναχώρηση αναγνωρισμένους πρόσφυγες και άλλους για τους οποίους υπάρχει άρση των γεωγραφικών περιορισμών, με το πλοίο της γραμμής και με κατεύθυνση το λιμάνι του Πειραιά.

Όπως είναι γνωστό, από την περασμένη Παρασκευή επιτρέπεται η αναχώρηση από τη Μυτιλήνη, προσφύγων με τρίπτυχα που διαθέτουν μπλε σφραγίδα, δηλαδή έχουν άρση γεωγραφικού περιορισμού στη μετακίνηση τους, καθώς και όσων έχουν β' απορριπτική απόφαση, δηλαδή έχουν χάσει κάθε δικαίωμα ασύλου και πρέπει να αναχωρήσουν από τη χώρα. Οι τελευταίοι έχουν μια προθεσμία μέχρι να φύγουν από την Ελλάδα, με πρώτο βήμα την αναχώρησή τους από το νησί, για να αναζητήσουν τρόπο εξόδου από την Ελλάδα. Όλοι αυτοί, σύμφωνα με όσα έχουν ξεκαθαρίσει και οι αρμόδιοι θα πρέπει να αναχωρήσουν από τις δομές φιλοξενίας, ενώ δεν δικαιούνται ούτε στέγη, ούτε σίτιση, αλλά ούτε και επιδόματα.

Αναχωρούν οι πρόσφυγες

Συνολικά από την περασμένη Παρασκευή έως και αυτήν την εβδομάδα φαίνεται να έχουν αναχωρήσει από το νησί πάνω από 900 περίπου άτομα, ενώ τις επόμενες μέρες αναμένεται ο αριθμός αυτός να αυξηθεί σημαντικά. Κι αυτό, γιατί σύμφωνα με τις αρμόδιες αρχές, υπολογίζεται ότι είναι πάρα πολλοί εκείνοι που δικαιούνται, από όσους παραμένουν εγκλωβισμένοι στο νησί, μερικοί τους προσδιορίζουν σε μερικές χιλιάδες, που ανήκουν στις κατηγορίες εκείνες που υπάρχει άρση του γεωγραφικού περιορισμού. Πρόκειται κατ’ αρχή για εκείνους που είναι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες και οι οποίοι μπορούν αφού ολοκληρώσουν όλα τα δικαιολογητικά που προβλέπονται, (ΑΦΜ κ.α.) να βγουν στην αγορά εργασίας όπως και οι Έλληνες. Η δεύτερη κατηγορία είναι εκείνοι οι αιτούντες ασύλου που ήδη έχουν κριθεί σε πρώτο βαθμό θετικά για το άσυλο και βρίσκονται στη διαδικασία ολοκλήρωσης της υπόθεσής τους, έχει αρθεί ο γεωγραφικός περιορισμός τους και άρα μπορούν να μετακινηθούν στην ενδοχώρα. Και η τρίτη περίπτωση είναι εκείνοι που έχουν και δεύτερη απορριπτική απόφαση για το άσυλο και οι οποίοι θα πρέπει να φύγουν και από το νησί, αλλά αι τη χώρα προς τις χώρες καταγωγής τους. Από τη στιγμή που έχουν και δεύτερη απορριπτική απόφαση δεν υπάρχει κανένα άλλο ένδικο μέσο και πρέπει να φύγουν. Το εντυπωσιακό ωστόσο είναι ότι αυτή η κατηγορία ανθρώπων είναι εκείνη που οι κυβερνώντες υποστηρίζουν ότι …χάνονται όταν έρθει η ώρα των επιστροφών και γι’ αυτό υποτίθεται σχεδιάστηκαν τα «κλειστά» κέντρα στα νησιά προκειμένου να τους κρατούν σε περιορισμό μέχρι να εκδικαστούν και σε δεύτερο βαθμό οι ενστάσεις τους, και έτσι να μπορούν να γίνονται και οι επαναπροωθήσεις. Τώρα αυτή η κατηγορία ατόμων μπορεί μεν να φύγει από το νησί, που σε ό,τι αφορά την αποσυμφόρησή του είναι κάτι σημαντικό, αλλά δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι οι οριστικά απορριφθέντες για άσυλο φεύγουν από τη χώρα και μάλιστα… οικειοθελώς. Αυτό παραμένει ένα κρίσιμο σημείο που δεν φαίνεται να έχει αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά και παραμένει… τρύπα στο όλο σύστημα.

Κομβική αλλαγή η επίσπευση των διαδικασιών

Όπως έχουμε επισημάνει και σε προηγούμενο φύλλο του «Ε» η διαχείριση του μεταναστευτικού-προσφυγικού, μετά τις τελευταίες κυβερνητικές αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο για τους αιτούντες ασύλου, διαφοροποιείται αφού η μετακίνηση ατόμων από τις δομές των νησιών στην ενδοχώρα δεν γίνεται αποκλειστικά και οργανωμένα από το κράτος και τους εμπλεκόμενους φορείς, όπως μέχρι πρότινος αλλά και μεμονωμένα από εκείνους που περιλαμβάνονται στις τρεις προαναφερόμενες κατηγορίες προσφύγων ή μεταναστών. Σε αυτήν τη νέα εξέλιξη προφανώς συνηγορεί και η επιτάχυνση της διαδικασίας εξέτασης των αιτήσεων ασύλου και η επίσπευση των αποφάσεων, γεγονός που βοηθά στην αναχώρηση εγκλωβισμένων από το νησί στην ενδοχώρα. Πάντως και ενώ τις τελευταίες μέρες υπάρχει αυτή η αναχώρηση εκατοντάδων προσφύγων και μεταναστών από το νησί, εξακολουθεί η Λέσβος να φιλοξενεί περί τις 18.000 συνολικά, στη Μόρια, στον Καρά Τεπέ σε σπίτια και άλλες δομές με ασυνόδευτα. Στη Μόρια ειδικά παραμένουν πάνω από 16.000, αν και οι αριθμοί διαφοροποιούνται μεταξύ της Αστυνομίας και της Ύπατης, ενώ στον καταυλισμό του Καρά Τεπέ ο αριθμός των φιλοξενουμένων, μετά και την οριστική αναχώρηση των προς μετακίνηση αναγνωρισμένων προσφύγων, θα πέσει αρκετά κάτω από 1000 που είναι περίπου σήμερα.

Ο συνωστισμός πάντως που παρατηρήθηκε στο λιμάνι τις τελευταίες μέρες, που μάλιστα θύμιζαν εν μέρει και 2015 οφείλεται στο γεγονός ότι έσπευσαν να αναχωρήσουν πολλοί από τους πρόσφυγες που είχαν ταξιδιωτικά έγγραφα, αλλά και αιτούντες άσυλο για τους οποίους δεν υπήρξε άρση του γεωγραφικού περιορισμού, προσδοκώντας προφανώς μέσα στον ...πανζουρλισμό να μπορέσουν να ξεφύγουν και να επιβιβαστούν στα πλοία της γραμμής. Ο συνωστισμός αυτός και η «πολιορκία» του λιμανιού από εκατοντάδες αλλοδαπούς, υποχρέωσαν το Λιμενικό να κλείσει τις εισόδους στο λιμάνι, αφού και ο έλεγχος αυτών που μπορούσαν να μετακινηθούν ήταν εξονυχιστικός, ενώ και ο αριθμός των προς επιβίβαση περιορισμένος λόγω των περιοριστικών μέτρων στην ακτοπλοΐα.

Συντονισμός για την καλύτερη διαχείριση

Με τα νέα δεδομένα που φαίνεται να προκύπτουν επιβάλλεται ο καλύτερος συντονισμός όλων των εμπλεκόμενων αρχών και φορέων, ώστε η πολυπόθητη αποσυμφόρηση του νησιού, που είναι και το ζητούμενο να έχει συνεχή ροή προκειμένου ο σημερινός υπερπληθυσμός που φιλοξενείται κυρίως στη Μόρια να είναι συνεχώς μειούμενος. Με ορατό στόχο η κατάσταση να είναι διαχειρίσιμη και σε εύλογο διάστημα, τόσο ο καταυλισμός του Καρά Τεπέ να κλείσει, αφού δεν θα δέχεται νέους φιλοξενούμενους, όσο και η φιλοξενία σε καταλύματα στην πόλη να ελαχιστοποιηθεί.

Για να παραμείνει στη Λέσβο μια δομή που θα λειτουργεί ως κέντρο υποδοχής και ταυτοποίησης, που θα είναι κλειστό και ελεγχόμενη η φιλοξενία σε αυτό -στη Μόρια ή όπου αλλού επιλεγεί- που είναι υποτίθεται και ο σχεδιασμός της κυβέρνησης θα πρέπει να υπάρξει η συνεννόηση κυβέρνησης και τοπικών αρχών. Λόγω των εξελίξεων των τελευταίων μηνών, αν και αποφασίστηκε στη σύσκεψη στο Μαξίμου, μετά τα επεισόδια με τα ΜΑΤ και πριν την κρίση στον Έβρο, η συνεννόηση αυτή συνεχώς αναβάλλεται και αυτό δεν είναι η καλύτερη αντιμετώπιση. Το γεγονός ότι υπάρχουν νέα δεδομένα στο μεταναστευτικό, επιβάλλεται να συζητηθούν τώρα και να τεθεί στο τραπέζι ο σχεδιασμός που υπάρχει με όλα τα πιθανά ενδεχόμενα, γιατί επιτέλους αυτή η υπόθεση που ταλανίζει το νησί μας τα τελευταία πέντε χρόνια θα πρέπει να μπει σε μια τάξη που να οδηγεί σε μια κανονικότητα στη διαχείρισή της, χωρίς αιφνιδιασμούς και σπασμωδικές κινήσεις που δημιουργούν εντάσεις και αβεβαιότητα. Οι τοπικές αρχές οφείλουν να απαιτήσουν μια τέτοια συζήτηση, που να έχει «διά ταύτα». Στην υπόθεση αυτή βοηθά και το γεγονός ότι διαφαίνεται μια αποτελεσματική φύλαξη των θαλασσίων συνόρων, που αποτυπώνεται και στις μειωμένες αφίξεις σε σύγκριση με τις περσινές την ίδια περίοδο, που επιτρέπει η όλη διαχείριση να γίνει πιο ομαλά, χωρίς τον απρόβλεπτο παράγοντα των αυξημένων ροών που είχαμε το δεύτερο εξάμηνο του 2019.

Σε τελική ανάλυση επιτέλους και το μεταναστευτικό θα πρέπει να μπει σε μια ρότα διαχείρισης και να παύσει να απασχολεί, στο βαθμό που συμβαίνει τον τελευταίο καιρό, τις τοπικές αρχές και την κοινωνία, όταν μια σειρά άλλα καίριας σημασίας ζητήματα θα πρέπει να προταχθούν ανοίγοντας προοπτικές στο νησί μας.