«ΕΜΠΡΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ»

Η «βόμβα» της Μόριας τελικά έσκασε και τώρα… τρέχουν!

  • Δευτέρα, 14 Σεπτεμβρίου, 2020 - 06:28

Μανόλης Μανώλας

Δεν χωρεί καμιά αμφιβολία ότι το προσφυγικό-μεταναστευτικό θα συνεχίζει να απασχολεί και να ταλαιπωρεί το νησί μας για απρόβλεπτο χρονικό διάστημα ακόμη, αφού βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα και αποτέλεσε την κύρια πύλη εισόδου στη χώρα μας και στην Ευρώπη των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών από τα απέναντι παράλια. Ειδικά η Μόρια αναδείχτηκε σημείο αναφοράς των διεθνών μέσων ενημέρωσης ως ο κύριος καταυλισμός προσφύγων και μεταναστών στην Ευρώπη και παράδειγμα προς αποφυγή για τις συνθήκες φιλοξενίας των χιλιάδων ανθρώπων που συνέρρεαν σε αυτόν, εν αναμονή ασύλου. Εδώ και πάνω από πέντε χρόνια η Μόρια και η Λέσβος συνέδεσαν το όνομα τους με το προσφυγικό, γεγονός που είχε άμεσες επιπτώσεις στην οικονομική και κοινωνική ζωή του νησιού μας, αφού υποχρεώθηκε από τα πράγματα να σηκώσει το μεγαλύτερο βάρος της προσφυγικής κρίσης στο όνομα ολόκληρης της Ευρώπης. Βάρος που ήρθε η πανδημία να κάνει ακόμη πιο ασήκωτο, αφού πέρα από το τεράστιο πρόβλημα που δημιουργεί ο εγκλωβισμός τόσων ανθρώπων σε συνθήκες απαράδεκτες, μας προέκυψε και ο κίνδυνος του Covid-19, που προκάλεσε τεράστια ανησυχία για τις συνέπειες που μπορεί να έχει μια τέτοια εξέλιξη σε έναν χώρο που είχε χαρακτηριστεί υγειονομική «βόμβα», έτοιμη να εκραγεί. Και τελικά η «έκρηξη» δεν αποσοβήθηκε, όπως αποδείχτηκε από την καταστροφική πυρκαγιά -για εμπρησμό μιλούν πολλοί και πάντως ερευνάται- της Τρίτης. Μια εξέλιξη που κάθε άλλο παρά μη αναμενόμενη ήταν, για όσους μπορούσαν να διαβλέψουν την εκρηκτική κατάσταση που επικρατούσε εντός και κυρίως εκτός ΚΥΤ.

Δεν νομίζουμε ότι αυτό που συνέβη στη Μόρια αιφνιδιάζει κανέναν, πολύ περισσότερο όσους είχαν γνώση της κατάστασης και των κινδύνων που ελλοχεύουν σε παρόμοιους χώρους όπου συνωστίζονται τόσοι άνθρωποι χωρίς στοιχειώδεις υποδομές που μπορούν να εξυπηρετήσουν στο ελάχιστο τις ανθρώπινες ανάγκες τους. Μάλλον στην καλή τύχη και στον …Θεό επένδυαν οι αρμόδιοι για να μη συμβεί το κακό και ’ρθουν τα πάνω κάτω στη Μόρια, όταν όλα τα δεδομένα συνηγορούσαν ότι τα πράγματα κρέμονταν από μια… κλωστή, που αν σπάσει η κατάσταση θα πάρει τραγικές διαστάσεις και θα γίνει ανεξέλεγκτη. Όταν μάλιστα είχαμε να κάνουμε και με την πανδημία, που όταν χτυπούσε την …πόρτα του ΚΥΤ και εμφανιζόταν κρούσματα εντός του, η διαχείριση της κατάστασης θα ήταν τραγικά δύσκολη με τέτοιο υπερπληθυσμό συνωστισμένο και σε τέτοιες συνθήκες διαμονής και υγιεινής που θα ήταν σχεδόν αδύνατη η αποτροπή της διασποράς του ιού στην κοινότητα της δομής, αλλά και πέραν αυτής στην τοπική κοινωνία, αφού οι πρόσφυγες και μετανάστες της Μόριας δεν ζουν σε «γυάλα», παρά την όποια καραντίνα.

Οι κυβερνητικοί αρμόδιοι αντιμετώπιζαν τη διαχείριση της Μόριας, ως να ήταν κάτι το φυσιολογικό και ελεγχόμενο, για το οποίο αρκούσαν κάποιες ενέργειες εκτόνωσης, για να μη βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της κοινής γνώμης και πιέζεται για άμεσες λύσεις η κυβέρνηση. Υποτιμώντας την κατάσταση και θεωρώντας ότι υπάρχει απεριόριστος χρόνος διευθέτησης του προβλήματος η κυβέρνηση και το αρμόδιο υπουργείο, άφησε το θέμα στην διαχείριση του «αυτόματου πιλότου», με τη σταδιακή αποσυμφόρηση των τελευταίων μηνών που ναι μεν βελτίωσαν την εικόνα της Μόριας σε σχέση με τους προηγούμενους μήνες, αλλά δεν έδιναν την αίσθηση ότι υπάρχει ένα σαφές σχέδιο για το τι μέλλει γενέσθαι με το μεταναστευτικό στο νησί. Οι όποιες κινήσεις ήταν αποσπασματικές, επιχειρήθηκαν εν κρυπτώ και παραβύστω, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις και ως εκ τούτου αμφίβολης αποτελεσματικότητας. Και όσο οι αρμόδιοι δεν επιχειρούν να επενδύσουν στη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης, μεταξύ κυβέρνησης και τοπικών αρχών και κοινωνίας, εδώ που έχουν φθάσει τα πράγματα το αδιέξοδο θα μεγαλώνει και οι προτεινόμενες λύσεις δεν θα βρίσκουν στοιχειώδη συναίνεση.

Δυστυχώς η εξέλιξη των πραγμάτων μετά την καταστροφική πυρκαγιά στη Μόρια, αλλάζει άρδην τα δεδομένα και υποχρεώνει όλους τους εμπλεκόμενους να επισπεύσουν τις όποιες λύσεις. Τώρα όλοι τρέχουν πίσω από τα γεγονότα να προλάβουν, αφού τους ξεπέρασαν, ένεκα της εγκληματικής αδράνειας που επέδειξαν τόσο καιρό, εφησυχασμένοι από την σχετική βελτίωση της εικόνας, που όμως εξακολουθούσε να είναι δύσκολη και κυρίως εύθραυστη ανά πάσα στιγμή! Και η πανδημία δημιουργούσε ανησυχία μέχρι και πανικό για την περίπτωση της Μόριας, για την οποία κανείς αρμόδιος δεν θα μπορούσε να είναι ανυποψίαστος ότι μπορεί να συμβεί, ειδικά όταν τον Αύγουστο χάθηκε η μπάλα με τον κορονοϊό στο νησί. Εκτός και αν η ηγεσία του υπουργείου Μετανάστευσης θεώρησε ότι με τα εγκαίνια της δομής υγείας που δώρισε η Ολλανδική κυβέρνηση για υποστήριξη του ΚΥΤ, καθάρισε με την πανδημία και θωρακίστηκε έναντι του κορονοϊού. Μπορεί η ιστορία αυτή να έπαιξε επικοινωνιακά μέσα στο καλοκαίρι, με την παρουσία μάλιστα της Προέδρου της Δημοκρατίας, αλλά ακόμη και αυτή η σημαντική κίνηση έγινε με προχειρότητα, για τις εντυπώσεις και όχι για την ουσία, αφού ακόμη παραμένει αναξιοποίητη, χωρίς γιατρούς και νοσηλευτές που θα έπρεπε να είχε από την αρχή σχεδιαστεί.

Ευθύνες για το γεγονός ότι τα πράγματα αφέθηκαν στην τύχη τους έχουν και οι τοπικές αρχές, οι οποίες εφησύχασαν και αυτές από την σταδιακή αποσυμφόρηση του νησιού με τις αναχωρήσεις σημαντικού αριθμού προσφύγων και μεταναστών, αλλά δεν πίεσαν περαιτέρω για το τι μέλλει γενέσθαι, θεωρώντας ότι το μεταναστευτικό είναι αποκλειστικά αρμοδιότητα της κυβέρνησης και δεν είχαν πρεμούρα να ανακατευτούν, παρά μόνο αποσπασματικά. Και όμως έχουν και μάλιστα θα πρέπει να «καίγονται» για να δρομολογηθεί μια λύση που δεν θα βαραίνει το νησί, όπως τα τελευταία χρόνια και θα τείνει να καταστήσει το πρόβλημα απολύτως ελεγχόμενο και διαχειρίσιμο σε πρώτο στάδιο. Όπως και αν έχουν πάντως τα πράγματα υπό τις παρούσες συνθήκες, που είναι απείρως πολύ χειρότερες εκείνων των πριν την καταστροφική πυρκαγιά στη Μόρια, μια πρώτη κίνηση εκτόνωσης είναι η απομάκρυνση από το νησί, πέρα από τα ασυνόδευτα παιδιά και κάποιους ευάλωτους πρόσφυγες που ήδη έχει ανακοινωθεί, και ενός αξιοπρόσεκτου αριθμού αιτούντων άσυλου που φιλοξενούνταν στη Μόρια, προκειμένου η αντιμετώπιση της διαμορφωθείσας κατάστασης να είναι διαχειρίσιμη. Αυτό οφείλουν να το απαιτήσουν από την κυβέρνηση οι τοπικοί παράγοντες, ως ελάχιστη χειρονομία καλής θέλησης, αλλά και ορθής διαχείρισης μετά το τραγικό συμβάν. Άλλωστε ο γεωγραφικός περιορισμός που έχει εγκλωβίσει κυρίως στη Λέσβο τόσες χιλιάδες αιτούντες ασύλου, ουσιαστικά δεν υφίσταται, μετά την «νεκρή» συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας, που με τις δεδομένες ελληνοτουρκικές σχέσεις εκ των πραγμάτων παραμένει ανενεργή.

Η κυβέρνηση οφείλει να αποσυμφορήσει άμεσα τη Λέσβο από τον υπερπληθυσμό προσφύγων και μεταναστών που μετά την πυρκαγιά παραμένει και άστεγος, προκειμένου να ασφαλίσει καλύτερα και τον πληθυσμό αυτόν, αλλά και την τοπική κοινωνία που ανησυχεί μετά από τις δραματικές αυτές εξελίξεις και περιμένει μια νότα αισιοδοξίας έστω και μετά από αυτό το κακό. Η κυβέρνηση και οι τοπικές αρχές οφείλουν να μην απογοητεύσουν τον κόσμο του νησιού που μετά πέντε χρόνια αναζητά μια στοιχειώδη κανονικότητα