Του Αντ. Ι. Μαραγκού

Περί Μάρκου και Σύρας

  • Παρασκευή, 8 Δεκεμβρίου, 2017 - 06:15

Ο Μάρκος είναι όλα τα λεφτά για τη Σύρο, γι’ αυτό και τον λένε και μάρκο και φράγκο …………

Για το θέμα αυτό, νομίζω πως οι περισσότεροι θα συμφωνήσουμε με την άποψη γνωστού και αγαπητού Συριανού επιχειρηματία, ότι η αριστοκρατική Ερμούπολη ούτε γνώρισε ούτε αγάπησε το Μάρκο Βαμβακάρη και ότι εκπροσωπεί, όπως και θα εμείνω στην άποψή μου ότι όχι το σύνολο των Συριανών, αλλά μια μερίδα, αποτελούμενη από Ερμουπολίτεςαριστοκράτες ή δήθεν αριστοκράτες μεγαλομανείς, ψωνισμένοι με τα ευρωπαϊκά πρότυπα, την ξενομανία και τις λιλιανφοριάζουσες κυρίες, δεν είχαν καμία δουλειά με ανθρώπους σαν τον Μάρκο, ούτε με τη λαϊκή μουσική, ούτε καν με την παραδοσιακή, νιώθοντας ντροπή και κατωτερότητα για οτιδήποτε ελληνικό. Μεταλλαγμένοι δηλαδή……..

Ας δούμε ποια είναι η θέση του Μάρκου και τέλος πάντων της λαϊκής μουσικής στη σημερινή Σύρο. Κατά την άποψή μου, δεν διαφέρει από τη θέση που έχει η λαϊκή μουσική σε όλη την Ελλάδα. Είναι δηλαδή λίγο στο περιθώριο. Απόδειξη, ότι δεν υπάρχει ούτε ένα πάλκο σήμερα στο νησί. Απλά, εδώ μας κάνει εντύπωση – και κάνει και στους επισκέπτες εντύπωση – γιατί είναι το νησί του Μάρκου. Δεν υπάρχουν στέκια στη Σύρο, με εξαίρεση το μαγαζί του Μαρίνου στην Άνω Σύρο που είναι μισοπεθαμένη. Κι αυτό, είναι ένα κενό στην αγορά και οφείλεται κύρια στο ότι δεν υπάρχουν οι κατάλληλοι άνθρωποι να στήσουν και να δουλέψουν ένα τέτοιο μαγαζί. Εστιατόρια, ταβέρνες να φας και να φύγεις, υπάρχουν πολλά. Κουτούκια και στέκια, όχι.

Δεν υπάρχουν θρυλικά κουτούκια όπως η κατώγα του Λιλή, του Ξανθομάλλη, του Τεμπέλη, το Βαποράκι, ο παλιός Ταρσανάς, κι αναφέρω τα πιο πρόσφατα που τα πρόλαβα κι εγώ. Βέβαια, δεν υπάρχουν ούτε οι ταβερνιάρηδες, ούτε οι παλιοί Συριανοί ωραίοι πότες, μερακλήδες, νοικοκύρηδες με σπουδαίο χιούμορ, performers, που σύχναζαν σε αυτά τα μαγαζιά. Ο Λιλής αναφέρει αρκετούς από αυτούς στο βιβλίο του.

Αν πεις για τους απόγονούς τους; Μεταλλαγμένοι κι αυτοί. Καμία σχέση με το θέμα. Μπερδεμένοι ανάμεσα σε επιλογές, μεταξύ των οποίων και οι εξής δύο: η αριστεροτεμπελοκουλτουροουτοπικοδημοσιοεξυπνίτιδα και η δεξιοκιτσομεγαλομανοκαταναλωτικομαλακοδηθενίτιδα. Αμφότερες, έχουν και τις ελίτ τους. Η πρώτη, την προνομιούχα νομενκλατούρα της, η δεύτερη την κατά φαντασία μικροτσουτσουνο - αριστοκρατία. Κι αν είναι όντως αριστοκρατία, δηλαδή μια κατάσταση στην οποία διοικούν οι άριστοι, γιατί απέχουν από τα κοινά; Από τι προσδιορίζονται ως τέτοιοι; Πίνοντας καφέ στον Ερμή και τρώγοντας μόνο σε γκουρμεδομάγαζα ή από τον αριθμό των κιτσοαρχαϊκών κιόνων που έχουν βάλει στα σπίτια τους; 

Πραγματικά, δεν μπορώ να καταλάβω τι έχουμε πάθει. Δεν αντιδρούμε σε τίποτα, γίναμε πιο κυνικοί κι από τους Άγγλους, ανεχόμαστε τα πάντα, η δημοτική μας μουσική έγινε ηλεκτρική, η λαϊκή μας μουσική έχει απομπουζουκοποιηθεί. Ντρεπόμαστε για αυτό που είμαστε; Είναι αυτή η ντροπή απόρροια των δηλώσεων που έκαναν κατά καιρούς διεθνώς οι φωστήρες της πολιτικής μας; Αισθανόμαστε ότι είμαστε οι τελευταίοι της Ευρώπης; Δεν λέω οι γύφτοι της Ευρώπης, γιατί είναι προσβολή για αυτούς που είναι διαφορετικοί, πιο σκουρόχρωμοι και στο περιθώριο. Η αλήθεια είναι ότι δεν παράγουμε σχεδόν τίποτα πιά. Είμαστε η χώρα του καφέ, όλοι πίνουν καφέ, αλλά μέχρι και οι καφετιέρες είναι εισαγόμενες.

Ξέρετε, και η λαϊκή μουσική έχει αποκτήσει την αριστοκρατία της και το αριστοκρατικό της κοινό στη Σύρο. Είναι θέμα παράδοσης βλέπετε. Ρεμπέτικα, σε κλειστό κύκλο, με dresscode, κατά παραγγελία. Βέβαια, όχι ακριβώς ρεμπέτικα. Λίγο μεταλλαγμένα, με ονόματα πιο γκλαμουράτα, να υπάρχει και το σχετικό «ιδεολογικό» υπόβαθρο. Δηλαδή ένα προφίλ που δεν θα παραπέμπει σε μίζερο λαϊκό περιβάλλον, αλλά σε μια προσέγγιση τύπου Δαλιανίδη, στο πιο ποιοτικό.

Αυτή είναι η μοναδική officialπαρουσία της Σύρου στη λαϊκή μουσική. Όμως, η γνήσια λαϊκή μουσική για να προκαλέσει και να διεγείρει όλες τις αισθήσεις, θέλει χώρο στον οποίο να μπορεί να λειτουργήσει. Δεν μπορεί να λειτουργήσει ούτε μέσα στο θέατρο «Απόλλων» ούτε δίπλα σε πισίνες. Είναι σαν να κάνεις αντάρτικο, με έδρα τη βίλα του κ. Αρπαξόπουλου στην Εκάλη.

Από την άλλη πλευρά, πιστεύω ότι προσπάθειες θεσμικών ή μη για την υποστήριξη της λαϊκής μουσικής και την «αξιοποίηση» του ονόματος του Μάρκου, θα πρέπει να βρουν το δρόμο τους μέσα από τη λειτουργικότητα της μουσικής στους σωστούς χώρους που θα οδηγεί στην ικανοποίηση όλων των αισθήσεων των επισκεπτών αλλά και των Συριανών, διαφορετικά, θα καταφέρουμε τη μουσειοποίησή της και την μετατροπή της σε έκθεμα, δηλαδή σε κάτι που δεν μπορείς να το χρησιμοποιήσεις πια.

Το Μάρκο τον βλέπω σαν τον παππούλη μου που καθόταν στην αυλή του, ακούγοντας τις καρδερίνες του. Είναι από τους ανθρώπους που όταν είμαστε πολύ νέοι, μας συμφιλιώνουν με τις προηγούμενες γενιές. Συνέβαλε στο να βρει η γνήσια λαϊκή έκφραση το δρόμο και το ύφος της. Τόσο παλιός, ένα με το ελληνικό χώμα, τους ήρωες, το Διγενή και τον Καραϊσκάκη. Ξάδελφος του Φερεκύδη. Μάλιστα. Ελληνοπρεπές ύφος, χωρίς ανατολίτικες επιρροές, που άλλωστε ενοχλούσαν και το αυτί της Συριανής αριστοκρατίας, που δεν της άρεσαν καθόλου αυτά τα πράγματα και τα πάθη. Μόνο στα κρυφά. Τι θα πει η κα Μπαρμπούτσογλου απέναντι;

Ο Μάρκος είναι αγαθός σαν το πρόβατο. Και δυνατός σαν τον βράχο. Γυμνός και άοπλος απέναντι στη μοίρα του. Η δύναμή του, το μπουζούκι και τα ντουζένια. Ο γιος του Στέλιος, λέει ότι όταν αρχίσεις και αλλάζεις ντουζένια δηλαδή κουρδίσματα στο μπουζούκι, θα βρεθείς αντιμέτωπος με τα θηρία. Και τι εννοεί; Με την παράδοση. Με πράγματα που έρχονται μέσα από τους αιώνες, ζυμωμένα με χιλιάδες χρόνια ελληνικής εμπειρίας και διαδρομής, και που εμείς αγνοούμε σήμερα. Κι ότι έχει απομείνει θέλουμε να του δώσουμε μια και να το εξαφανίσουμε. Αν το κάνουμε αυτό, δεν θα απομείνει τίποτα όρθιο. Δυστυχώς, ούτε τα νεοκλασικά.

Τα τελευταία χρόνια έχει εντοπισθεί  ένα άλλο τεράστιο κενό στα Συριανά σπίτια. Περιδιαβαίνοντας τον Ξηρόκαμπο, τα Καμίνια ή τη Νεάπολη, δεν ακούς πια άριες από τις νοικοκυρές την ώρα που τσιγαρίζουν κρομμύδια. Προς διόρθωση αυτού του σημαντικού ελλείμματος για την Ερμούπολη, προτείνω τη θεσμοθέτηση μουσικών βραβείων με διαγωνιζόμενους γόνους αριστοκρατικών οικογενειών της πόλης μας να εκτελούν άριες (στα τρία μέτρα). Τα μουσικά βραβεία «Παπαρίων». …. έλα Λάκη τρέξε πιάσε την άρπα (γιατί μπορεί να φύγει), καλά έχω δακρύσει απ’ τα γέλια.

Πάμε τώρα και το δεκάλογο του Μάρκου, όπως βγαίνει από τα τραγούδια του και γενικά από τα τραγούδια της αυθεντικής λαϊκής μας μουσικής, της οποίας το ρεμπέτικο είναι μέρος και γέφυρα από την βαθιά παράδοση, στον νεότερο λαϊκό μουσικό πολιτισμό:

  1. Το χρήμα δεν έχει καμία σημασία στην πραγματική αξία του ανθρώπου
  2. Να μην ντρέπεσαι για τη φτώχεια σου, αλλά για τον τρόπο που αποκτάς τα χρήματα
  3. Οι πολιτικοί είναι διαχρονικά «χαμούρες». Πως μπορείς να εμπιστευθείς κάποιον που φέρει το ψεύδος στο πετσί του για γενεές επί γενεών. Γιατί αυτοί είναι«τζάκια» δυο αιώνες τώρα και βάλε.
  4. Να υμνείς και να δοξάζεις τη φύση και τα πλάσματά της
  5. Ο ανεκπλήρωτος έρωτας, είναι πηγή δημιουργίας
  6. Ο εκπληρωθείς και τα παρελκόμενά του, πηγή βασάνων
  7. Η προδοσία είναι στη φύση του ανθρώπου
  8. Αντιλαμβάνεσθε το προσωρινό και το μάταιο της ύπαρξης
  9. Άσε το μυαλό σου ελεύθερο να φαντάζεται και να ονειρεύεται
  10. Η γυναίκα είναι σαν τον Θεό. Την δέχεσαι ή όχι. Μην ερευνάς παραμέσα (Η γυναίκα είναι πράγμα μυστήριο, παραπειστήριο, το αλητήριο, που σε παίρνει απ’ το χρηματιστήριο και σε πάει στο δημοπρατήριο).

Για να διορθώσω τις τυχόν λάθος εντυπώσεις, αυτό το θέμα δεν είναι το σημαντικότερο από αυτά που με απασχολούν και βέβαια πρέπει να είναι το λιγότερο σημαντικό από αυτά που απασχολούν τη Σύρο. Ήταν μια ευκαιρία για λίγη χιουμοριστική διάθεση. Αν αυτό το αρθράκι κατάφερε να κάνει κάποιους από τους αναγνώστες να γελάσουν έστω και λιγάκι, ε, αυτό από μόνο του είναι καλό.  

Με αγάπη σε όλους, τους φίλους και μη