Αποκλειστική συνέντευξη του κορυφαίου Έλληνα γλύπτη Κώστα Βαρώτσου εν όψει της πολυαναμενόμενης έκθεσής του στο πλαίσιο του προγράμματος «Σύρος – Πολιτισμός 2017»

"Η τέχνη ενεργοποιεί την ολιστική υπόσταση των αισθήσεων"

Παρουσίαση κοινού έργου στη Σύρο και στο Κάσσελ της Γερμανίας

Οι εικαστικές «Διαστρωματώσεις» του κορυφαίου Έλληνα γλύπτη Κώστα Βαρώτσου, που από το πρώτο κιόλας δείγμα τους, οδήγησαν σ’ έναν εποικοδομητικό διάλογο μεταξύ της τέχνης και του κοινού της πρωτεύουσας των Κυκλάδων, αποτελούν μία από τις «σημαίες» του φετινού καλοκαιρινού προγράμματος «Σύρος - Πολιτισμός».

Με ξεχωριστή χαρά και τιμή, ο Δήμος Σύρου – Ερμούπολης εγκαινιάζει το Σάββατο 10 Ιουνίου και ώρα 19:00 στην Πινακοθήκη Κυκλάδων, την έκθεση του διεθνώς αναγνωρισμένου εικαστικού, που πραγματοποιείται με την ευγενική χορηγία του Ιδρύματος Αντώνιος Ε. Κομνηνός και του κ. Στέλιου Νιώτη. Θα προλογίσει η Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης – Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτζου, κ. Μαρίνα Λαμπράκη – Πλάκα, ενώ την παρουσίαση θα κάνει η επιμελήτρια της έκθεσης κ. Χάρις Κανελλοπούλου.

Ο Κώστας Βαρώτσος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1955. Σπούδασε αρχιτεκτονική στο Πανεπιστήμιο Πεσκάρα και συνέχισε τις σπουδές του στην Ακαδημία Καλών Τεχνών στη Ρώμη και στο πανεπιστήμιο Fullbright Grant στην Νέα Υόρκη. Τώρα ζει και εργάζεται στην Ελλάδα, καθώς το 1999 εξελέγη καθηγητής στο Πολυτεχνείο του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, στο τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, στο οποίο διδάσκει Εικαστικές Τέχνες.

Έχοντας αποσπάσει πολλά βραβεία και διακρίσεις σε εγχώριο και διεθνές επίπεδο, ο γλύπτης έγινε ευρύτερα γνωστός με τον εντυπωσιακό «Δρομέα», που «γεννήθηκε» τον Αύγουστο του 1988, στο πλαίσιο της καλλιτεχνικής δράσης «Δρώμενα» του Δήμου Αθηναίων. Το περίφημο γυάλινο έργο τοποθετήθηκε αρχικά στην Πλατεία Ομονοίας και κάποια χρόνια αργότερα, μεταφέρθηκε προσωρινά στην Πλατεία της Μεγάλης του Γένους Σχολής. Από το 1994 μέχρι και σήμερα επί της οδού Βασιλίσσης Σοφίας, απέναντι από το ξενοδοχείο Χίλτον και την Εθνική Πινακοθήκη.

Έργα του κοσμούν πλατείες και κτίρια σε πολλές Ευρωπαϊκές και Αμερικανικές πόλεις καθώς και στην Κίνα, στη Βραζιλία και σε άλλα μέρη του κόσμου.

Εν όψει της επερχόμενης έκθεσής του στο νησί της Σύρου, η οποία θα διαρκέσει έως το τέλος Ιουλίου, ο Κώστα Βαρώτσος υποδέχτηκε την «Κοινή Γνώμη» στην Πινακοθήκη Κυκλάδων. Σε μία αποκλειστική συνέντευξη, που παρουσιάζεται ολόκληρη στο «web tv» της εφημερίδας, μιλάει για τον ρόλο της τέχνης στην ενεργοποίηση των ανθρωπίνων αισθήσεων, στον ορισμό και τον προσδιορισμό των ιστορικών στιγμών, καθώς και στην πολιτιστική ανάπτυξη ενός τόπου. Μεταξύ άλλων, εκφράζει τη χαρά του για τη θερμή αποδοχή των εκθαμβωτικών κύκλων (Ορίζοντας) του από το κοινό της Σύρου, καθώς και την πρόθεσή του να παραμείνουν μόνιμα στο λιμάνι της Ερμούπολης.

Η Σύρος, γνωστή για την κουλτούρα και την καλλιτεχνική παιδεία της, φιλοξενεί για πρώτη φορά δική σας έκθεση. Ποιες ήταν οι βάσεις για να πραγματοποιήσετε μαζί της αυτό το όμορφο εικαστικό «ταξίδι»;

«Πράγματι, είναι η πρώτη φορά που εκθέτω στο νησί, βέβαια το γνωρίζω. Είχα τη χαρά να το επισκεφτώ πέρυσι και περπατώντας στους δρόμους του, ανακάλυψα ένα νησί με έναν τελείως ιδιαίτερο χαρακτήρα, ο οποίος πραγματικά εμπνέει μ’ αυτή τη συνθετικότητα και την ομορφιά του. Εγώ κάνω διάφορες εκθέσεις δεξιά και αριστερά, βέβαια είναι λίγες. Η δουλειά μου έχει μία κατεύθυνση προς τον δημόσιο χώρο με μεγάλες εγκαταστάσεις σε διάφορες πόλεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Την πρόταση πραγματοποίησης μιας έκθεσης στη Σύρο, την αποδέχτηκα με μεγάλη χαρά, διότι εκτός απ’ το ότι μ’ αρέσει το νησί, μ’ αρέσουν πάρα πολύ και αυτοί οι χώροι».

Ποια η σχέση σας με τον χώρο και σε ποιον βαθμό αυτός αποτελεί πηγή έμπνευσης για εσάς;

«Ο χώρος είναι ένα πολιτισμικό δεδομένο που με επηρεάζει πολύ, διότι οι εκθέσεις ή τα έργα που κάνω έχουν άμεση σχέση με αυτόν και με την πολιτισμική διαστρωμάτωση του κάθε μέρους, που επισκέπτομαι. Προσπαθώ να βρω αυτή τη σχέση με τον χώρο και βεβαίως, με την ιστορική στιγμή που ζούμε σήμερα. Αυτή είναι μια έκθεση, η οποία δουλεύεται εδώ κι έναν χρόνο και έτυχε να έχει ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό. Συνδέεται με την παρουσία μου στη documenta 14 στο Κάσσελ, έχοντας ως βασικό στοιχείο ένα όμοιο έργο, το οποίο δείχνω τόσο στη Γερμανία, όσο και στη Σύρο. Η δράση είναι μία και ονομάζεται «Σύρος – Κάσσελ» με ένα κοινό έργο το οποίο θα τοποθετήσω στην Πινακοθήκη Κυκλάδων. Ένα έργο το οποίο είναι συνδεδεμένο με τη δύσκολη στιγμή που ζει η Ευρώπη σήμερα όχι μόνο σε οικονομικό επίπεδο, αλλά και σε πολιτισμικό».

Ποιος είναι ο ρόλος της τέχνης στην αντιμετώπιση της υφιστάμενης πολύπλευρης κρίσης;

«Αναμφισβήτητα, βιώνουμε μια στιγμή συρρίκνωσης τόσο του ευρωπαϊκού κεκτημένου, όσο και της πολιτισμικής ανάπτυξης της Ευρώπης. Αξίες οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για να δομηθεί για ένα καινούριο ξεκίνημα, όπως η ευρωπαϊκή κοινότητα, εδώ και πολλά χρόνια   έχουν αρχίσει να συρρικνώνονται και να εξαφανίζονται και η Ευρώπη βγάζει τον χειρότερο εαυτό της. Οι δυνάμεις που έχουν δημιουργηθεί είναι φυγοκεντρικές, οι οποίες λειτουργούν διαλυτικά στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και αυτό δημιουργεί μια ανησυχία και ένα γενικότερα «πάγωμα» των ανθρώπων της τέχνης, της πολιτικής και του πολιτισμού. Αυτή τη στιγμή, βρισκόμαστε σε ένα οριακό σημείο, το οποίο ήταν αναπάντεχο και όλοι το δέχονται με μία «έκπληξη». Έμοιαζε δηλαδή ότι η Ευρώπη δεν ήταν προετοιμασμένη και σαν να μην είχε καταλάβει τα λάθη τα οποία έκανε εξ’ αρχής, δομώντας αυτό που λέγεται ευρωπαϊκή κοινότητα. Σήμερα, ζούμε ένα πολιτισμικό δεδομένο στον δυτικό κόσμο, το οποίο δημιουργεί μεγάλες ανησυχίες, που εκφράζονται υπαρξιακά κιόλας στο μέσο Ευρωπαίο πολίτη. Η τέχνη πάντα προσπαθεί να βρει ένα στίγμα της εποχής της, να προσδιορίσει και να ορίσει μία ιστορική στιγμή. Μία στιγμή η οποία είναι συνδεδεμένη με τον πραγματικό χρόνο. Αυτές οι δύο παρουσίες στη Σύρο και στο Κάσσελ είναι για μένα πολύ σημαντικές, διότι συνθέτουν, εκτός από μία φορμαλιστική προσέγγιση στα πράγματα και μία εννοιολογική, πολύ συγκεκριμένη διάσταση».

Πόσα έργα περιλαμβάνονται στην έκθεση της Σύρου;

«Περιλαμβάνονται περίπου 8-9 έργα και βέβαια το γνωστό πια έργο στην παραλία της Ερμούπολης. Είναι η πρώτη φορά που αυτός ο «Ορίζοντας» παρουσιάζεται μέσα σε μια πόλη εδώ και στο εξωτερικό. Η θετικότητα που ένιωσα από τους κατοίκους της Σύρου, με κάνει πολύ χαρούμενο, διότι πολλές φορές η σύγχρονη τέχνη έχει μια δυσκολία να βρει μια επαφή με το πλατύ κοινό. Συνήθως μιλάει στους ειδικούς και σε μια πού μικρή ομάδα ανθρώπων. Εγώ από χρόνια έχω ανοίξει έναν διάλογο με το πλατύ κοινό. Μπορώ να πω ότι η ποιότητα των ανθρώπων της Σύρου και το επίπεδο βέβαια αντίληψης που έχει πάνω σε θέματα αισθητικής είναι πολύ υψηλό και μόλις τοποθετήθηκε το έργο, ένιωσα μία μεγάλη θετικότητα, που πάει να πει ότι οι άνθρωποι διάβασαν το έργο, το κατάλαβαν αμέσως και άρχισε ένας διάλογος μεταξύ τους. Κάτι που με κάνει πολύ χαρούμενο, γιατί αυτός είναι ο στόχος της τέχνης. Πάντα να ενεργοποιεί τα ερωτηματικά και τις απαντήσεις οι οποίες προέρχονται από τον κόσμο και όχι από το έργο και να δημιουργεί κουλτούρα, πολιτισμό, συζήτηση. Είναι αυτό που λέμε «μασάζ» του μυ, του αντιληπτικού συστήματος των ανθρώπων».

Είστε ανοιχτός σε μια ενδεχόμενη πρόταση παραμονής του «Ορίζοντα» στο λιμάνι της Ερμούπολης;

«Ασφαλώς, αυτή είναι η δουλειά μου. Βέβαια, παρότι βρήκαμε έναν καλό χώρο στο λιμάνι, η τοποθέτησή του είναι αρκετά πρόχειρη. Για να μπορεί να μείνει μόνιμα αυτό το έργο, πρέπει να το φροντίσουμε και να τοποθετηθεί με έναν άλλον τρόπο. Το δημόσιο έργο πρέπει να έχει κάποια χαρακτηριστικά και να είναι προετοιμασμένο όσον αφορά το κατασκευαστικό μέρος. Θα ήθελα να μείνει ένα τέτοιο έργο στην πόλη, η οποία μου αρέσει πάρα πολύ και βέβαια υπό προϋποθέσεις. Πέρα από το τυπικό μέρος, το έργο πρέπει να βαφτεί και να φροντιστεί κατάλληλα, διότι τοποθετήθηκε γρήγορα για τις ανάγκες της έκθεσης, Επομένως, χρειάζεται μια ιδιαίτερη μελέτη».

Θεωρείτε ότι μέσα από δημόσια έργα ανοίγεται στο κοινό ενός τόπου ο δρόμος προς την τέχνη;

«Όταν τοποθετείς ένα έργο σε δημόσιο έργο, είναι σαν να πετάς μια πέτρα στη λίμνη. Την πετάς και αρχίζουν να ανοίγουν δαχτυλίδια. Αυτά τα δαχτυλίδια είναι η ηδονική και συνθετική ενέργεια που απλώνεται μέσα στην πόλη σιγά σιγά και δημιουργεί πολιτισμό, κουλτούρα. Αυτό συμβαίνει όταν το έργο λειτουργεί. Γιατί δε λειτουργούν όλα έτσι. Δεν είναι όλα φτιαγμένα για να βρίσκονται μέσα στην πόλη. Υπάρχουν έργα όπως αυτό, το οποίο είναι φτιαγμένο για να μπορεί να λειτουργεί μέσα στην πόλη και ήταν για μένα κι ένα τεστ, βάζοντάς το εδώ. Και τα αποτελέσματα είναι πάρα πολύ θετικά, γιατί βλέπω ότι δημιουργεί συζητήσεις, ενεργοποιεί τις αισθήσεις, προκαλεί ενδιαφέρον και συζητήσεις. Αυτός είναι και ο ρόλος της τέχνης. Να κινητοποιεί όλες τις δυνάμεις που ξυπνούν και ενεργοποιούν την ολιστική υπόσταση των αισθήσεων, ξεπερνώντας και το θέμα πολλές φορές. Όταν η τέχνη έχει ένα θέμα, ο στόχος δεν είναι να το περιγράψεις, ούτε να διακοσμήσεις έναν χώρο, αλλά να ξεπεράσεις την πρόθεση ή το θέμα του έργου και να ενεργοποιήσεις τις ολιστικές δυνάμεις που ενεργοποιούν όχι μόνο το μυαλό ή τα μάτια, αλλά όλες τις αισθήσεις του ανθρώπου. Είναι αυτή η ηδονή που νιώθουμε όταν βλέπουμε ένα ωραίο έργο τέχνης, η οποία δεν περιγράφεται, ούτε μπορεί να αναλυθεί και έχει μια ευεργετική, ήρεμη προσέγγιση προς το υποσυνείδητό μας. Εκείνη τη στιγμή της ηδονής ξεχνάμε την αρχική πρόθεση του καλλιτέχνη. Μπορεί ένας καλλιτέχνης να ξεκινήσει να κάνει ένα σπίτι, αλλά το θέμα μας δεν είναι το σπίτι, αλλά όλα αυτά τα συναισθήματα που μπορεί μέσω ενός σπιτιού να προτείνει ένας καλλιτέχνης. Ο στόχος είναι να ενεργοποιηθεί μια μαγική δύναμη, η οποία να αγκαλιαστεί με τον κόσμο και να δημιουργήσει πολιτισμό».