Η συγγραφέας του «Ευχαριστημένου» Μαρίνα Καραγάτση μιλάει για την ιστορία της γυναίκας που τη σημάδεψε και την ενέπνευσε, αλλά και τη δραματοποίηση του μυθιστορήματος από τον γιο της, Δημήτρη Τάρλοου

«Η συγγραφή με οδήγησε στη συμφιλίωση με το παρελθόν»

Με μεγάλη χαρά και ανυπομονησία, το θεατρικό κοινό της Σύρου ετοιμάζεται να υποδεχτεί, σε λίγες ημέρες, άλλη μία επιτυχημένη παράσταση με την υπογραφή της οικογένειας Καραγάτση.

Τέσσερα χρόνια μετά την παρουσίαση της «Μεγάλης Χίμαιρας» στο νησί μας, το Θέατρο Πορεία «ταξιδεύει» και πάλι στην πρωτεύουσα των Κυκλάδων, αυτή τη φορά, με την παράσταση «Το Ευχαριστημένο», βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα της κόρης του μεγάλου Έλληνα πεζογράφου, Μαρίνας Καραγάτση.

Το «Ευχαριστημένο» σε διασκευή της Έρις Κύργια και σκηνοθεσία του Δημήτρη Τάρλοου, εγγονού του Μ. Καραγάτση, αποκαλύπτει όλα όσα στοίχειωσαν και πλήγωσαν μία από τις πιο γνωστές οικογένειες της Ελλάδας, έτσι όπως τα αισθάνθηκε και τα βίωσε η μικρή Μαρίνα.

Η παράσταση, στην οποία παίζουν οι ηθοποιοί Καίτη Μανωλιδάκη, Σίσσυ Τουμάση, Σμαράγδα Σμυρναίου, Δανάη Σαριδάκη και Χρήστος Μαλάκης, θα πραγματοποιηθεί την Τρίτη 11 Ιουνίου και ώρα 21:30, στο Θέατρο Απόλλων, με την αρωγή του Ιδρύματος «Αντώνιος Ε. Κομνηνός». Όλα τα έσοδα θα διατεθούν στον «Σύλλογο Καρκινοπαθών και Φίλων Κυκλάδων».          

Σε συνέντευξή της στην «Κοινή Γνώμη», η συγγραφέας του έργου κ. Μαρίνα Καραγάτση αναφέρεται στη συμφιλίωση με το παρελθόν, στην αντίδραση του πατέρα της στην πρώτη συγγραφική της απόπειρα, στην απόφασή της να ξαναπιάσει πένα στα χέρια της, έπειτα από 50 χρόνια, αλλά και στη βαθιά αγάπη της για την Άνδρο, νησί καταγωγής της μητέρας της.

Η περιγραφή της παράστασης ολοκληρώνεται με τη σημείωση «Και αν οι σκοτεινές στιγμές υπερέχουν των φωτεινών, η συμφιλίωση με το παρελθόν αποδεικνύεται ο μόνος δρόμος». Η αποτύπωση του παρελθόντος στο χαρτί μας βοηθά να συμφιλιωθούμε ακόμη και με τις πιο δύσκολες στιγμές του;

«Ξεκινώντας να γράφω, ήθελα να επικεντρωθώ στη ζωή της υπηρέτριάς μας, της Λασκαρώς, μιας Ανδριώτισσας, που έμεινε στο σπίτι μας 20 χρόνια. Η ζωή της ήταν πολύ σκληρή. Από μικρό κοριτσάκι την είχαν στείλει υπηρετριούλα κάτω στην Αλεξάνδρεια, στην Αίγυπτο. Είχε περάσει τα πάνδεινα με το αφεντικό της. Επειδή την αγαπούσα πολύ, πάντα με απασχολούσε η ζωή αυτής της γυναίκας. Είχα ξεκινήσει να γράφω κάτι όταν ήμουν 20 χρονών, αλλά το έδειξα στον πατέρα μου, ο οποίος ήταν ιδιαίτερα αυστηρός και μου είπε ότι ήταν τσαπατσούλικα γραμμένο κι έτσι, το εγκατέλειψα. Έπρεπε να περάσουν 50 χρόνια, και να γίνω 70 ετών, για να ξεκινήσω πάλι, να γράφω γι’ αυτή τη γυναίκα. Αλλά, αρχίζοντας να γράφω για τη Λασκαρώ, ήρθαν στο νου μου και όλα τα υπόλοιπα. Παρουσιάστηκαν όλοι οι άνθρωποι που έπαιξαν ρόλο στη ζωή μου. Βεβαίως, πρώτος και καλύτερος, ο πατέρας μου, λόγω του ιδιαίτερου χαρακτήρα που είχε. Τελειώνοντας το βιβλίο, η ίδια η γραφή με βοήθησε να καταλάβω, να συνειδητοποιήσω ότι τελικά υπάρχει μια συμφιλίωση. Ότι όλα αυτά που έμειναν οδηγούν σε μία αγάπη».

Για ποιον λόγο, δεν επιχειρήσατε νωρίτερα να ξαναπιάσετε πένα στα χέρια σας και να δώσετε «σάρκα και οστά» σε εκείνη την ιδέα;

«Το μικρό αυτό διήγημα που έγραψα τότε στα 20, δεν το έχω. Το είχα μάλιστα ξεχάσει και μου το ανέφερε ο γιος του ποιητή Ανδρέα Εμπειρίκου, ο Λεωνίδας, ο οποίος είχε μαγνητοφωνήσει τη συζήτηση. Ήμασταν καλεσμένοι στο σπίτι του Εμπειρίκου, εγώ έδειξα στον ίδιο το διήγημα, γιατί ήταν ένας άνθρωπος πολύ θετικός -το αντίθετο από τον πατέρα μου-. Ήθελε πάντα να πει κι έναν καλό λόγο. Εκείνη τη μέρα, είπε χαρακτηριστικά «εγώ νομίζω ότι, αυτό το ταλέντο έχει ταλέντο και μπορεί να γράψει». Τότε, ο πατέρας μου απάντησε «μπορεί να έχει ταλέντο, αλλά το να γράψεις θέλει μεγάλη αφοσίωση και σοβαρότητα. Η Μαρίνα είναι τσαπατσούλα και βιαστική». Μόλις το άκουσα αυτό, πήρα το κείμενο και προφανώς το έσκισα, διότι δεν το έχω, ούτε θα το θυμόμουν, αν δεν υπήρχε αυτή η μαγνητοφώνηση. Η συγγραφή της ιστορίας υπήρχε στο μυαλό μου όλα αυτά τα χρόνια. Σαν μία υποχρέωση απέναντι σε αυτή στη γυναίκα. Δεν υπάρχει «μετανιώνω» ή «δε μετανιώνω» για κάτι. Είναι πώς στα φέρνει η ζωή κι εμένα έτι τα έφερε».

Η δραματοποίηση ενός μυθιστορήματος χαράσσει μία νέα πορεία για το ίδιο το έργο;

«Το βιβλίο «Το Ευχαριστημένο ή Οι δικοί μου άνθρωποι» κυκλοφόρησε πριν από 10 χρόνια. Ακούστηκε πολύ και έλαβε το βραβείο λογοτεχνίας του περιοδικού «Διαβάζω». Δεν παρουσιάστηκε για πρώτη φορά με το θεατρικό. Στην παράσταση, απομονώθηκαν αναγκαστικά τα βασικά πρόσωπα, ενώ στο βιβλίο υπάρχει μια ολόκληρη κοινωνία. Είναι μία περιγραφή της κοινωνίας και κυρίως της Ανδριώτικης κοινωνίας από τα τέλη του 19ου μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα. Αυτό το πράγμα δεν ήταν δυνατό να παρουσιαστεί θεατρικά. Έχουν απομονωθεί μόνο τα βασικά πρόσωπα. Νομίζω ότι σα διασκευή είναι ό,τι καλύτερο μπορούσε να γίνει. Και το βλέπω στην ανταπόκριση του κοινού. Το χειροκρότημα σε κάθε παράσταση είναι πολύ θερμό. Άρα, εκτιμώ πως ο Δημήτρης (Τάρλοου) -ο γιος μου- και η Έρι Κύργια που έκανε τη διασκευή, κατάφεραν κάτι πολύ δύσκολο».

Ποια η σχέση σας με την Άνδρο και ποιες οι αναμνήσεις που κουβαλάτε από το Κυκλαδίτικο νησί;

«Από τη μεριά της μητέρας μου, είμαι Ανδριώτισσα. Και από μικρό παιδί, περνούσα τα καλοκαίρια μου στο σπίτι μας, στην Άνδρο, με παππούδες, με γιαγιάδες, με σόγια. Γνωρίζω την ανδριώτικη ζωή. Και μετά, όταν πια παντρεύτηκα και ήταν ο γιος μου μικρός, αποφασίσαμε με τον πρώην σύζυγό μου να πάμε να εγκατασταθούμε και να ζήσουμε στην Άνδρο. Δε φτούρησε το πράγμα. Είναι δύσκολο να ζήσεις στο νησί χειμώνα-καλοκαίρι. Αλλά αυτά τα τρία χρόνια, που έμεινα μόνιμα στην Άνδρο, μπόρεσα να την ανακαλύψω. Όχι τη Χώρα που γνώριζα καλά και την αστική ατμόσφαιρα της πρωτεύουσας, αλλά το κάθε μικρό χωριό. Την περπάτησα μέχρι τα Αρβανιτοχώρια. Κάθε μέρα πήγαινα και φωτογράφιζα ένα κομμάτι της Άνδρου. Μετά, βγήκε και ένα βιβλίο, στο οποίο εμπεριέχονται φωτογραφίες εκείνης της περιόδου (1975-1980).

Ποιες διαφορές εντοπίσατε τότε ανάμεσα στον τρόπο ζωής που θυμόσασταν και σε αυτόν που συναντήσατε μετά από καιρό;

«Ο χρόνος αλλάζει τα πράγματα. Πρέπει όμως να πω ότι η Άνδρος δεν είναι από τα νησιά που άλλαξαν τελείως. Δε νομίζω ότι ο τουρισμός ήρθε να κατακλύσει την Άνδρο. Οι Ανδριώτες δεν ήταν ποτέ υπέρ του τουρισμού. Οπότε, άργησε να αλλάξει μορφή. Εγώ τα πέντε χρόνια που έζησα μόνιμα εκεί, εντόπισα τις διαφορές από την παλιά στην καινούρια Άνδρο. Δηλαδή, πώς ανοίγουν οι δρόμοι, πώς έρχεται το αυτοκίνητο, ότι τα χωριά δεν είναι πια απρόσιτα και είναι πια υπόθεση 5-10 λεπτών να φτάσεις, πριν ανεβαίναμε βουνά και λαγκάδια για να φτάσουμε σε ένα χωριό. Αυτό έκανε τους Ανδριώτες να φύγουν. Το αυτοκίνητο, αντί να τους βολέψει, τους ώθησε να τα μαζέψουν και να πάνε στην Αθήνα. Ήταν πιο εύκολη η μετακίνηση πια».

Το «Ευχαριστημένο» είναι η δεύτερη παράσταση με την υπογραφή της οικογένειας Καραγάτση και η δεύτερη παραγωγή του Θεάτρου Πορεία που παρουσιάζεται στη Σύρο, μετά τη «Μεγάλη Χίμαιρα».

«Με συγκινεί πάρα πολύ αυτό, διότι η Σύρος είναι ένα διαμάντι των Κυκλάδων. Στην Άνδρο πάντα μιλούσαν για τη Σύρο. «Αυτή είναι Συριανή». «Αυτή είναι μια καλή οικογένεια από τη Σύρο». Πολλές οικογένειες ανδριώτικες είχαν συγγενέψει με Συριανούς. Είχαμε πολλές σχέσεις μαζί τους. Από την άλλη, πάντα έβρισκα ενδιαφέρον που ο κόσμος της Σύρου ταύτιζε το «Κοκκινόσπιτο» με το σπίτι της «Χίμαιρας». Να πω την αλήθεια, δεν είχα ακούσει ποτέ τον πατέρα μου να λέει ότι έχει πάει στη Σύρο. Δεν περιέγραψε κάτι από κει. Μπορεί να είχε πάει στα νιάτα του και να μην το είχε πει. Την ίδια ταύτιση έκανε και ο Μάνος Ελευθερίου. Τότε που είχα επισκεφτεί τη Σύρο με τις παραστάσεις της «Χίμαιρας», με πλησίασε ένας χρυσοχόος που έχει κατάστημα στην Ερμούπολη και ούτε λίγο ούτε πολύ μου είπε «δεν το κοκκινόσπιτο της Χίμαιρας, είναι το δικό μας» και μου διηγήθηκε μια αντίθετη ιστορία, της οικογένειά του. Εκεί μπερδεύτηκα τελείως».

Η παράσταση «Το Ευχαριστημένο» εντάσσεται στο φετινό πολιτιστικό πρόγραμμα του Δήμου Σύρου – Ερμούπολης.