Συνέντευξη με τον μεγάλο Έλληνα σκηνοθέτη και Καλλιτεχνικό Διευθυντή του Διεθνούς Φεστιβάλ Άνδρου, Παντελή Βούλγαρη

"Η κρίση έχει χτυπήσει οδυνηρά τον πολιτισμό"

Η παρουσίαση της αρχαίας τραγωδίας «Πέρσες» του Αισχύλου από τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου, στο Ανοιχτό Θέατρο της Άνδρου, αποτέλεσε την ιδανικότερη συνθήκη για συνάντηση και μία ενδιαφέρουσα συζήτηση με τον «πατέρα» και καλλιτεχνικό διευθυντή του Διεθνούς Φεστιβάλ Άνδρου, Παντελή Βούλγαρη.

Ο σπουδαίος Έλληνας κινηματογραφιστής υποδέχτηκε την «Κοινή Γνώμη» στο φουαγιέ του θεάτρου και μίλησε με χαρά τόσο για την επιτυχημένη πορεία της μεγάλης διοργάνωσης που εδώ και τέσσερα χρόνια αποτελεί σημαντικό πολιτιστικό κύτταρο στο Κυκλαδίτικο νησί, για τον ρόλο του ανθρώπινου παράγοντα σε κάθε του πόνημα, αλλά και για τις σημερινές δυσκολίες στον κινηματογραφικό χώρο, λόγω της οικονομικής κρίσης της χώρας μας.

Τι έχει μεσολαβήσει και τι έχει αλλάξει από τότε που το Φεστιβάλ Άνδρου ήταν ένα απλό “όραμα”, μέχρι και σήμερα, που αυτό διανύει τον τέταρτο κύκλο ζωής του;

«Βασικό ρόλο έχει παίξει ο ίδιος ο χώρος του θεάτρου. Όσο και να σκεφτόμασταν παλαιότερα τη διοργάνωση πολιτιστικών εκδηλώσεων, οι δυνατότητες ήταν περιορισμένες. Από τη στιγμή που ο Αλκιβιάδης Τάτος, ο χρηματοδότης της όλης προσπάθειας, παρέδωσε αυτόν τον χώρο πολιτισμού, αρχίσαμε να σκεφτόμαστε πια συγκεκριμένα πράγματα. Τον πρώτο χρόνο, ίσα που προλάβαμε, γιατί ακόμα δεν είχε διαμορφωθεί τελείως και με κάθε λεπτομέρεια το θέατρο. Τη δεύτερη χρονιά είχαμε πάρα πολλές παραστάσεις και είδαμε ότι, ίσως ήταν πολύ μεγάλο ρίσκο, γιατί δεν υπάρχει χρηματοδότηση από το κράτος ή την Περιφέρεια. Τώρα, νομίζω πως, έχουμε βρει μία σωστή ισορροπία ανάμεσα σε αυτά που φιλοδοξούμε να δείξουμε το καλοκαίρι και τις δυνατότητες του θεάτρου. Η χωρητικότητά του είναι 900 θέσεις, που σημαίνει ότι δε συμφέρει πολύ δημοφιλείς τραγουδιστές, συνθέτες κλπ. να κάνουν συναυλία σε ένα χώρο που θα κόψουν μόνο 900 εισιτήρια. Γιατί αυτοί, επειδή ακριβώς είναι πολύ αγαπητοί και σύγχρονοι δημιουργοί, γεμίζουν θέατρα με 3.000-4.000 κόσμο και παραπάνω. Εμένα δεν είναι αυτή η δουλειά μου. Δεν φιλοδοξώ να είμαι καλλιτεχνικός διευθυντής σε φεστιβάλ. Σκηνοθέτης κινηματογράφου είμαι. Επειδή έχω χρόνια στην Άνδρο έναν χώρο και έρχομαι το καλοκαίρι, βοηθάω. Έτσι, βρίσκομαι εδώ για 4η χρονιά».

Αναμφίβολα, ο πολιτισμός συμβάλλει σημαντικά και στην τουριστική ανάπτυξη ενός τρόπου. Αυτό ήταν ένα κριτήριο για εσάς, όταν σκεφτόσασταν και σχεδιάζατε τη δημιουργία του Φεστιβάλ;

«Σίγουρα, ο Αύγουστος είναι ο μήνας, που το νησί έχει τουρισμό. Αλλά δεν ήταν αυτός ο στόχος. Σε ένα βαθμό βέβαια, έπαιξε ρόλο, γιατί μόνο ο κόσμος της Άνδρου δεν αρκεί. Και από τη στιγμή, που το καλοκαίρι έχουμε επισκέψεις, γιατί όχι; Αλλά ό,τι έχουμε παρουσιάσει έως τώρα δεν βασίστηκε σε μια λογική να φέρουμε ό,τι πιο δημοφιλές, σύγχρονο ή εμπορικό. Ο στόχος κι αυτό τουλάχιστον αφορά εμένα προσωπικά που έχω την ευθύνη του προγράμματος, είναι να έρθουν άξιες παραστάσεις και σημαντικές προτάσεις πολιτισμού που καταρχήν θα ήθελα και εγώ ο ίδιος να παρακολουθήσω. Δεν είναι ένα φεστιβάλ με μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Δεν είναι ένα κινηματογραφικό φεστιβάλ ή ένα φεστιβάλ χορού, όπως διαβάζω ότι υπάρχει σε άλλες πόλεις. Καταρχήν είναι πολύ νωρίς να σκεφτεί κάποιος μια τέτοια κατεύθυνση, αλλά μέχρι τώρα η αντίληψή μου, είναι ότι μακάρι να έχουμε την τύχη να φέρουμε μεγάλους συνθέτες, μεγάλους σκηνοθέτες του θεάτρου, ηθοποιούς, καταπληκτικά θεατρικά έργα, χορό, κινηματογράφο. Πριν δύο χρόνια, είχαμε ένα αφιέρωμα στον Φελίνι και στον Νίνο Ρότα που ήταν ο αγαπημένος του συνθέτης. Ο κινηματογράφος καλύπτεται στην Άνδρο από την Κινηματογραφική Λέσχη η οποία λειτουργεί τόσο τον χειμώνα, όσο και το καλοκαίρι. Με την Κινηματογραφική Λέσχη κλείνει μια ολοκληρωμένη πρόταση πολιτισμού που ξεκινάει από τις εκθέσεις ζωγραφικής κάθε καλοκαίρι στο Μουσείο Γουλανδρή, το Ίδρυμα Κυδωνιέως και στους υπόλοιπους χώρους και συνεχίζει με τη Φιλαρμονική και τους θιάσους του νησιού. Έτσι, συνδέουμε το τοπικό στοιχείο, με τους καλλιτέχνες που μας επισκέπτονται».

Στο δρόμο για το Θέατρο, ακούσαμε κατοίκους της Άνδρου να εκφράζουν την ικανοποίησή τους, επισημαίνοντας ότι, πριν από το Φεστιβάλ, δεν είχαν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν συγκεκριμένα θεάματα, όπως μία αρχαία τραγωδία.

«Χαίρομαι ιδιαίτερα. Μία σκέψη μου είναι να δημιουργήσουμε προτάσεις πολιτισμού, που θα συνδέονται με το φεστιβάλ τον χειμώνα. Στην παράσταση του Αισχύλου «Πέρσες», παραγωγή του θεατρικού σχήματος της Κύπρου, βασική πρωταγωνίστρια είναι η Καρυοφύλλια Καραμπέτη. Η ίδια προσκλήθηκε το χειμώνα στο νησί, επισκέφτηκε τα σχολεία και μίλησε στους μαθητές για τον Αισχύλο και την αρχαία τραγωδία. Θα επιδιώξουμε τη σχέση του θεάτρου με τον πολιτισμό και τον χειμώνα και θα την ενισχύσουμε. Χαίρομαι που ο κόσμος το αντιλαμβάνεται. Κι εγώ το αισθάνομαι, γιατί είμαι κάθε βράδυ εδώ. Δεν φτιάχνω ένα πρόγραμμα και μένω στο σπίτι μου. Ο Αύγουστος είναι αφιερωμένος στο φεστιβάλ, το οποίο αισθάνομαι σαν «παιδί» μου και το πονάω».

Ποια η σχέση σας με το νησί της Άνδρου;

«Ερχόμαστε εδώ, γύρω στα 25 χρόνια. Εγώ κατάγομαι από τη Σάμο και τη Νάξο. Ωστόσο, η Άνδρος έπαιξε ρόλο, γιατί εδώ και χρόνια αποκτήσαμε μία στέγη σε ένα χωριό και την επισκεπτόμαστε συχνά. Το τοπίο για μένα δεν λέει τίποτα, εάν δεν υπάρχει ο ανθρώπινος παράγοντας. Και αυτό αφορά και τις ταινίες μου και τις σχέσεις μου ως πολίτη. Έχω πολύ στενές σχέσεις με ανθρώπους, που έχουν μεταφραστεί γενναιόδωρα και σε βοήθεια σε κινηματογραφικές δουλειές μου. Η γυναίκα μου έχει γράψει βιβλίο για την Άνδρο, τη «Μικρά Αγγλία», που είχα την τύχη να την κάνω και ταινία. Η χρηματοδότηση ήταν εξ’ ολοκλήρου από τους Ανδριώτες, η προθυμία των οποίων να συμμετάσχουν και σαν ηθοποιοί ήταν συγκινητική. Εκεί ανακάλυψα ότι το θέατρο στην Άνδρο είναι πάρα πολύ σημαντικό. Αυτό είναι μία περιουσία η οποία διατρέχει τη ζωή μου παράλληλα με τις ταινίες που κάνω και τις εκδηλώσεις στις οποίες με καλούν για να μιλήσω με θέμα τον κινηματογράφο. Το καλοκαίρι μου είναι αφιερωμένο στην Άνδρο».

Αναφερθήκατε στον κινηματογράφο. Ετοιμάζετε κάτι καινούριο;

«Αυτή την περίοδο προβάλλεται ακόμα «Το τελευταίο σημείωμα» που βγήκε στις αίθουσες τον περασμένο Οκτώβριο. Ακόμα παίζεται και σε φεστιβάλ του εξωτερικού στα οποία με καλούν. Ο κινηματογράφος είναι μία δύσκολη τέχνη. Εξαρτάται από τον οικονομικό παράγοντα. Είναι ακριβή τέχνη, που σημαίνει ότι και λόγω της κρίσης, ένας δημιουργός δεν έχει τη δυνατότητα να εκφράζεται τακτικά. Από την άλλη μεριά και σαν άποψη, νομίζω ότι κάθε δυο-τρία χρόνια έχω κάτι να φτιάξω, να δημιουργήσω, να το υποστηρίξω και να το δώσω στον κόσμο. Σκέφτομαι, αλλά δεν έχω κάτι αυτή τη στιγμή».

Νομίζω ότι αυτό ακριβώς βγάζετε στον κόσμο. Ότι δεν είστε από τους δημιουργούς που ενδιαφέρονται για μαζική παραγωγή. Αν βγει κάτι, θα είναι μελετημένο, προσεγμένο, κοντά σε εσάς.

«Το πιστεύω. Αυτό κάνω».

Θεωρείτε ότι είναι απαραίτητο το διάλειμμα για να είναι καλύτερο το αποτέλεσμα;

«Και αυτό ισχύει, αλλά ακόμα και να είχα την πρόθεση να δημιουργώ συχνότερα, δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις. Πρόβλημα υπήρχε και τα προηγούμενα χρόνια, αλλά τώρα αυτή η ιστορία των οικονομικών δυσκολιών της χώρας έχει χτυπήσει άμεσα τον χώρο του πολιτισμού γενικότερα. Δηλαδή οι ηθοποιοί που παίζουν στο θέατρο ελάχιστα χρήματα, ή συχνά δεν αμείβονται γι’ αυτό που προσφέρουν, γιατί η δυσκολία και η ιδιαιτερότητα του επαγγέλματος, είναι ότι, οι ηθοποιοί δεν μπορούν να καθίσουν στο σπίτι τους. Πρέπει να παίξουν, να εμφανίζονται όσο το δυνατόν πιο συχνά, στο θέατρο, στην τηλεόραση, στον κινηματογράφο για να εκφραστούν. Αυτό είναι το εργαλείο τους. Η κρίση έχει χτυπήσει πολύ οδυνηρά τη δική μας πλευρά».

Πολλοί θα πίστευαν ότι τα πράγματα για έναν σκηνοθέτη του δικού σας βεληνεκούς, θα ήταν πιο εύκολα.

«Δεν είναι καθόλου. Οι νέοι κινηματογραφιστές μπορούν να εκφραστούν πιο σύντομα και πιο άμεσα χάρη, όχι στην οικονομική πραγματικότητα, αλλά στην τεχνική ευκολία που προσφέρεται με τις σημερινές κάμερες, που είναι φθηνές και αποκαλυπτικές. Τα παιδιά μου, οι νέοι σκηνοθέτες που ξέρω, πιο συχνά έχουν τη δυνατότητα να εκφραστούν και να διηγηθούν ιστορίες ή τις απόψεις τους μέσα από μία κινηματογραφική ταινία. Από τη δική μας γενιά η οποία τότε το ‘50 και το ‘60 κυρίως, την εποχή του νέου ελληνικού κινηματογράφου, για να εκφραστούμε έπρεπε να βρούμε κάμερα, φιλμ, χρηματοδότηση κλπ. Σήμερα ένα νέο παιδί, που θέλει να δει καταρχήν το ίδιο τι εικόνες έχει στο μυαλό του, μπορεί να πάρει μία μηχανή από αυτές τις εύκολες, να γράψει μία ιστορία, να τη διηγηθεί και να ξέρει αν η κατεύθυνση αυτή είναι σημαντική για το ίδιο ή ήταν κάτι που το ονειρευόταν αλλά δεν είναι σωστό να το πραγματοποιήσει».

Εσάς θα σας εξέφραζε μία τέτοια τεχνική;

«Βεβαίως, τις δύο πρώτες μου ιστορίες με ελάχιστα μέσα τις διηγήθηκα. Γι’ αυτό επιμένω και υποστηρίζω ότι, σήμερα η έλλειψη χρημάτων δεν αποτελεί φρένο για έναν δημιουργό. Γιατί αναπληρώνεται όλο αυτό το μεράκι που πρέπει να διαθέτει από τη σημερινή τεχνική διευκόλυνση».

Παρακολουθείτε τις δουλειές νέων σκηνοθετών; Έχετε ξεχωρίσει δημιουργό σας, που κατά τη γνώμη σας έχουν να δώσουν πολλά στο μέλλον;

«Όσο μπορώ παρακολουθώ τι συμβαίνει, όπως και τη νέα γενιά, γιατί και τα δύο παιδιά μου, η Κωνσταντίνα και ο Αλέξανδρος είναι σκηνοθέτες. Ένα κίνημα νεανικό θέλει χρόνο για να βρει το χρόνο του, το στίγμα της σημερινής σύγχρονης πραγματικότητας μέσα από την οποία θα δημιουργήσει ένα κίνημα. Η δική μου γενιά καθυστέρησε να βρει την κατεύθυνση που ονειρευόταν. Τώρα παρατηρώ πολύ ενδιαφέρουσες ιστορίες, πολύ καλές σκηνοθεσίες, ηθοποιούς. Ακόμα η κατεύθυνση ερευνάται. Θα δείξει το μέλλον και εγώ είμαι πολύ αισιόδοξος».