Συνέντευξη του νέου προέδρου της Σχολικής Επιτροπής Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Δήμου Σύρου – Ερμούπολης, Παναγιώτη Λίτσα

«Το σχολείο πρέπει να αποτελεί ζωντανό κύτταρο της κοινωνίας»

Την Ειρήνη Μαραγκού διαδέχτηκε στην προεδρία της Σχολικής Επιτροπής Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης του Δήμου Σύρου – Ερμούπολης, ο επί σειρά ετών Διευθυντής του 4ου Δημοτικού Σχολείου Ερμούπολης, Παναγιώτης Λίτσας.

Κύρια αρμοδιότητα της Επιτροπής αποτελεί η κάλυψη βασικών λειτουργικών αναγκών των νηπιαγωγείων και των δημοτικών σχολείων του νησιού με στόχο τη διευκόλυνση της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Το νέο διοικητικό συμβούλιο συγκροτήθηκε σε σώμα τον Δεκέμβριο του 2019.

Σε συνέντευξή του στην «Κοινή Γνώμη» ο κ. Λίτσας που φέρει στις πλάτες του τριάντα πέντε χρόνια εμπειρίας στο χώρο της εκπαίδευσης, αναφέρεται στη νέα του ιδιότητα, στη διαρκή αναμέτρηση της Επιτροπής με τη γραφειοκρατία αλλά και στις προσπάθειες που θα καταβάλουν τα μέλη της για να παραμείνει το σχολείο ένα ζωντανό κύτταρο της κοινωνίας.

Ως Διευθυντής του 4ου Δημοτικού Σχολείου Ερμούπολης για περισσότερο από δύο δεκαετίες δίνατε μάχες για το δικό σας σχολείο. Πλέον, ως πρόεδρος της Σχολικής Επιτροπής παλεύετε μαζί με τα υπόλοιπα μέλη για όλα τα σχολεία της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Πόσο διαφορετικός είναι αυτός ο αγώνας, αλλά και η ευθύνη που συνεπάγεται ο νέος σας ρόλος;

«Οι θέσεις του διευθυντή σχολείου και του προέδρου της σχολικής επιτροπής είναι σαφώς διαφορετικές και αφορούν «διακριτούς  ρόλους», παρά το γεγονός ότι κοινό αντικείμενό τους είναι η εύρυθμη λειτουργία των σχολικών μονάδων. Τα προβλήματα και οι ανάγκες αντιμετωπίζονται υπό διαφορετική «οπτική γωνία».

Ο διευθυντής εντοπίζει τα προβλήματα της σχολικής του μονάδας, ενημερώνει και εισηγείται στη σχολική επιτροπή, προτείνοντας συχνά και τρόπους επίλυσης.

Ο πρόεδρος και τα μέλη της σχολικής επιτροπής αφουγκράζονται ανάγκες και προβλήματα όλων των σχολικών μονάδων και αναζητούν λύσεις σε συνεργασία τόσο με τα σχολεία, όσο με τη Δημοτική Επιτροπή Παιδείας και τις αρμόδιες υπηρεσίες του δήμου (τεχνικές , οικονομικές, περιβαλλοντικές, πολιτιστικές, καθαριότητας…), ανάλογα με τη φύση των προβλημάτων».

 

Η κρατική χρηματοδότηση επαρκεί για το σύνολο των λειτουργικών αναγκών των σχολικών μονάδων μας;

«Πιστεύω ότι με σωστή και ορθολογική διαχείριση της κρατικής επιχορήγησης, τα ποσά που διατίθενται επαρκούν για να καλύψουν τις βασικές λειτουργικές ανάγκες των σχολείων, που δεν σταματούν και δεν τελειώνουν. Βέβαια, σε περιπτώσεις που πρόκειται για ανάγκες πχ εξοπλισμού με εποπτικά ή επισκευών που δεν μπορούν να καλυφθούν από τις επιχορηγήσεις για λειτουργικές δαπάνες, υπάρχει η παρέμβαση του δήμου που φροντίζει κάθε χρόνο να περιλαμβάνει στον προϋπολογισμό του κονδύλια για ανάγκες των σχολείων, πάντα με βάση τις οικονομικές του δυνατότητες».

 

Η καθυστέρηση στις πληρωμές των σχολικών τροχονόμων και καθαριστριών είναι ένα θέμα που απασχολεί συχνά τις σχολικές κοινότητες. Ποιες είναι οι ενέργειες στις οποίες θα προβείτε ως όργανο για την αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων;

«Το φαινόμενο, δυστυχώς, είναι γενικό και προβληματίζει όλους τους δήμους. Η γραφειοκρατική διαδικασία που ακολουθείται για να φτάσουν στους δήμους τα χρήματα από τους αρμόδιους κρατικούς φορείς , όπως το ΙΝΕΔΙΒΙΜ (Ίδρυμα Νεολαίας και Διά Βίου Μάθησης) είναι χρονοβόρα, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση καταβολής  δεδουλευμένων στις απασχολούμενες σχολικές τροχονόμους και καθαρίστριες. Για το λόγο αυτό, όπως έγινε και λίγο πριν τις γιορτές, προσπαθούμε να επισπεύδουμε όσο μπορούμε τις διαδικασίες για να εξυπηρετούνται οι εργαζόμενοι στα σχολεία».

Το σχολείο, εκτός από πηγής γνώσης, αποτελεί και χώρο δημιουργικότητας, καινοτομίας, επικοινωνίας και χαράς. Πώς είναι για έναν εκπαιδευτικό όπως εσείς που επί 35 χρόνια θητείας έχει βιώσει όλα αυτά στο έπακρον, να καταπιάνεται σήμερα με καθαρά διοικητικά και φαινομενικά «άχαρα» θέματα;

«Χωρίς αμφιβολία, ήταν κάτι πρωτόγνωρο για μένα το μέγεθος της γραφειοκρατίας και της πιστής τήρησης τυπικών, κανονιστικών «περιορισμών» που θέτει το νομικό πλαίσιο του δημοσίου, παρά το γεγονός ότι ως διευθυντής είχα να αντιμετωπίσω συχνά παρόμοιες γραφειοκρατικού τύπου υποχρεώσεις.

Όμως, μεταξύ των δύο υπάρχει πολύ μεγάλη διαφορά, χάσμα, χωρίς υπερβολή. 

Ευτυχώς στις πρώτες «αναγνωριστικές» προσπάθειες με βοήθησαν τόσο η πλήρης και αναλυτική ενημέρωση από την προηγούμενη πρόεδρο της σχολικής επιτροπής κ. Ειρήνη Μαραγκού, όσο και η εντεταλμένη σύμβουλος για θέματα Παιδείας και πρόεδρος ΔΕΠ κ. Ειρήνη Δράκου, ενώ πολύτιμη ήταν και  είναι η συνεισφορά του διοικητικού προϊσταμένου του τμήματος νομικών προσώπων- στο οποίο υπάγονται και οι σχολικές επιτροπές- κ. Κώστα Βαμβακούση.

Πιστεύω, ωστόσο, ότι θα καταφέρω να προσαρμοστώ στις νέες «απαιτήσεις»  με σταθερή επιδίωξη την κατά το δυνατόν, πλέον εύρυθμη λειτουργία των μονάδων, νηπιαγωγείων και δημοτικών, του δήμου μας, σε συνεργασία τόσο με τους υπεύθυνους προϊσταμένους των υπηρεσιών, όσο και με τους συναδέλφους διευθυντές και προϊσταμένους των σχολείων, ούτως ώστε να διευκολυνθούν όχι  μόνο στην τυπική εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά και σε κάθε παράλληλη πρωτοβουλία-δραστηριότητα πολιτιστικού, περιβαλλοντικού, ιστορικού  περιεχομένου».

 

Εκτός από τις τρέχουσες ανάγκες των σχολείων, ποια άλλα ζητήματα θα προωθήσετε μέσα από την Επιτροπή;

«Βασικό ζητούμενο είναι η σωστή λειτουργία της σχολικής επιτροπής με τη συμμετοχή και συνεργασία όλων των μελών της, η συνεχής επαφή και συνεργασία με κάθε φορέα και υπηρεσία του δήμου που μπορεί να βοηθήσει στην επίλυση προβλημάτων και βέβαια, η  αδιάκοπη συμπόρευση με τους διευθυντές και τους εκπαιδευτικούς των σχολείων . (Για το λόγο αυτό σε κάθε συνεδρίαση της σχολικής επιτροπής, πέραν των δύο διευθυντών σχολείων και της προϊσταμένης νηπιαγωγείου που ορίζει ο νόμος, θα καλούνται και οι υπόλοιποι διευθυντές/προϊστάμενοι να παρευρεθούν, να παρακολουθήσουν και να διατυπώσουν προτάσεις.

Η σχολική επιτροπή είναι έτοιμη και πρόθυμη να ανταποκριθεί και να συμπαρασταθεί σε κάθε πρωτοβουλία των σχολικών μονάδων, αλλά και φορέων που δραστηριοποιούνται  παράλληλα, πχ σύλλογοι γονέων, πολιτιστικοί φορείς…

Το σχολείο δεν πρέπει να αποτελεί μία μικρή, ξεχωριστή, «κλειστή κοινωνία», αλλά ζωντανό κύτταρο της κοινωνίας και σ’ αυτό θα βρεθούμε «συναγωνιστές»

ΟΛΟΙ, από τον δήμαρχο μέχρι και τον «τελευταίο» εργαζόμενο στα σχολεία».