Έκθεση γραμμοφώνων και δίσκων από την προσωπική συλλογή του κ. Κωνσταντίνου Μαγκόπουλου στην Αίθουσα Τέχνης «Γιάννη & Ελένης Βάτη»

Μία ξεχωριστή πινελιά στο 4ο Φεστιβάλ Ρεμπέτικου

Περισσότερα από 120 γραμμόφωνα, με το παλαιότερο να χρονολογείται το 1895 και 4.500 δίσκοι, μεταξύ αυτών και το συνολικό έργο του Μάρκου Βαμβακάρη, αποτελούν την προσωπική συλλογή του Κωνσταντίνου Μαγκόπουλου, μέρος της οποίας παρουσιάζεται αυτή την εβδομάδα στη Σύρο, στο πλαίσιο του 4ου Φεστιβάλ Ρεμπέτικου.

Η έκθεση γραμμοφώνων και δίσκων φιλοξενείται στην Αίθουσα Τέχνης «Γιάννη & Ελένης Βάτη», παράλληλα με την Έκθεση Λαϊκών Μουσικών Οργάνων από επώνυμους Έλληνες οργανοποιούς – μόνιμη δράση στο ετήσιο πρόγραμμα της μεγάλης μουσικής διοργάνωσης του Δήμου Σύρου – Ερμούπολης και του Επιμελητηρίου Κυκλάδων.

Η συλλογή του κ. Μαγκόπουλου βλέπει για δεύτερη φορά το φως, μετά το 2001, χρονιά κατά την οποία παρουσιάστηκε στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Την έκθεση τίμησαν τότε αξιόλογες προσωπικότητες, ανάμεσά τους ο Μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, Χριστόδουλος, αλλά και σημαντικοί καλλιτέχνες, όπως η Χάρις Αλεξίου και η Καίτη Γκρέυ.

«Πέρασε πολύς κόσμος και τα μέσα ενημέρωσης είχαν ενδιαφερθεί αρκετά, αλλά σε αυτές τις περιπτώσεις, πολλά σου υπόσχονται για Μουσεία Γραμμοφώνου και όλα μένουν στα λόγια», δήλωσε στην «Κοινή Γνώμη» ο Κωνσταντίνος Μαγκόπουλος, ο οποίος φέτος συμμετέχει στο Φεστιβάλ Ρεμπέτικου «Η Σύρα του Μάρκου Βαμβακάρη», μια λαμπρή διοργάνωση την οποία ο ίδιος παρακολουθεί πιστά από το πρώτο έτος διεξαγωγής της.

«Έχω σπίτι στη Σύρο, εδώ και 15 χρόνια. Επισκέπτομαι το νησί κάθε καλοκαίρι και ως λάτρης του συγκεκριμένου φεστιβάλ, δεν χάνω εκδήλωση. Αυτός ήταν και ο λόγος που ρώτησα τον Αντώνη Μαραγκό -Διευθυντή της Εταιρείας Ανάπτυξης και Προόδου του Επιμελητηρίου Κυκλάδων και «ψυχή» του Φεστιβάλ- θα μπορούσα να προσθέσω κι εγώ τη δική μου πινελιά σε αυτή την όμορφη διοργάνωση», ανέφερε χαρακτηριστικά ο συλλέκτης.

Η ιστορία της μουσικής συγκεντρωμένη σε μία συλλογή

Το παλαιότερο κομμάτι της συλλογής του είναι ένα κυλινδρόφωνο του Τόμας Έντισον. «Το πρώτο γραμμόφωνο που έβγαλε ήταν το 1877, αλλά είχε κάποιες ατέλειες και δεν κυκλοφόρησε στο εμπόριο. Το τελειοποίησαν, οπότε εγώ έχω ένα εν λειτουργία, του 1895 και μαζί κυλινδρικούς δίσκους με τις ετικέτες τους». Ο κ. Μαγκόπουλος έχει επίσης στην κατοχή του γραμμόφωνα του 1910, του 1927, μεταλλικά γραμμόφωνα του πολέμου, που οι στρατιώτες είχαν μαζί τους στα χαρακώματα για να ξεκουράζονται μετά τη μάχη και να διασκεδάζουν μετά από κάποια νίκη, καθώς και παιδικά γραμμοφωνάκια, που οι πλούσιοι αγόραζαν στα παιδιά τους. «Τα γραμμόφωνα ήταν πανάκριβα. Ένα χωριό είχε ένα γραμμόφωνο και το χρησιμοποιούσαν όλοι οι κάτοικοι. Ωστόσο, αυτοί που είχαν οικονομική ευχέρεια έπαιρναν και στα παιδάκια τους για να ακούν κλασική μουσική. Τρία-τέσσερα από αυτά παρουσιάζονται και εδώ, στη Σύρο».

Όπως τόνισε, η συλλογή του δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί. «Έχω πάνω από 120 γραμμόφωνα, από όλες τις εταιρείες που υπήρχαν και λειτουργούσαν τότε, όπως η Κολούμπια, η Χις Μάστερς Βόις, η Ντέκα, η Σονόρα, η Οντεόν, η RCA Victor, αλλά η αναζήτηση καινούριων ευρημάτων συνεχίζεται».

«Έρωτας» που μετρά 30 χρόνια

Ο κ. Μαγκόπουλος, με καταγωγή από τη Λαμία, είχε την τύχη να μεγαλώνει σε ένα σπίτι που είχε το δικό του γραμμόφωνο, το μοναδικό στη γειτονιά. «Δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο, όπως αυτά που έμοιαζαν με έπιπλα. Ο πατέρας μου είχε ένα βαλιτσάκι, το πιο φθηνό. Ήταν σαν χαρτοφύλακας, δερμάτινα ντυμένος αλλά λειτουργούσε μια χαρά. Έπαιζε τα τραγούδια πολύ ωραία. Ο μπαμπάς μου αξιώθηκε και είχε ένα τέτοιο γραμμοφωνάκι. Συνήθως τις Κυριακές, συγγενείς και φίλοι μαζεύονταν στην αυλή του σπιτιού μας -είχαμε και μια μεγάλη κληματαριά- έπιναν κρασάκι, έτρωγαν μεζεδάκια, μεράκλωναν ακούγοντας μουσική και έπιαναν τους χορούς». Η όμορφη αυτή ατμόσφαιρα τον συγκινούσε σαν παιδί. Μάλιστα ο ίδιος είχα τη χαρά να επιλέγει και τα τραγούδια που του άρεσαν. Όλα αυτά έμειναν χαραγμένα τόσο στην ψυχή, όσο και στο μυαλό του.

«Μετά από χρόνια, κατέβηκα στην Αθήνα για σπουδές. Περνώντας με τους φίλους μου από το Μοναστηράκι, άκουσα ένα γραμμόφωνο να παίζει από έναν πλανόδιο. Τότε, όλες οι μνήμες με πλημμύρισαν. Ήταν τέτοια η λαχτάρα μου και η χαρά μου, που δεν υπολόγισα καθόλου την τιμή. Το αγόρασα επιτόπου. Από κει ξεκίνησε όλο αυτό το μεράκι των 120 γραμμοφώνων, τα οποία μου έχουν φάει πολλές εργατοώρες. Πλέον, έχω μάθει να τα συντηρώ μόνος μου, τα ξύλα, τα λούστρα, τις μηχανές εσωτερικά. Θέλει μεράκι και αφοσίωση για να μπορείς να το κάνεις αυτό», εξήγησε ο κ. Μαγκόπουλος.

Η αγάπη του για τα γραμμόφωνα τον συντροφεύει και στα σχολεία πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, όπου διδάσκει. «Πολλές φορές παίρνω κάποια κομμάτια στην τάξη και δείχνω στους μαθητές πώς ξεκίνησε ο ήχος. Τα παιδάκια μένουν άφωνα. Μαθαίνουν και τους αρέσει».

Σημαντικό κομμάτι αυτής της ιστορίας, που κρατάει 30 χρόνια, αποτελεί επίσης η μεγάλη συλλογή δίσκων του κ. Μαγκόπουλου. Ανάμεσα στους 4.500 δίσκους που έχει στην κατοχή του, θα βρει κανείς όλη σχεδόν τη συλλογή του Πατριάρχη του Ρεμπέτικου, Μάρκου Βαμβακάρη, δίσκους του Μπάτη, του Δελιά κι άλλων ρεμπετών, δημοτικά, αλλά και διεθνή ακούσματα, όπως foxtrot και tango. “Ό,τι υπάρχει σε δίσκο γραμμοφώνου, το σαρώνω».

Λαογραφικός χάρτης όλων των εποχών

Όνειρο του συλλέκτη, είναι η μόνιμη έκθεση του υλικού του σε κάποιο μουσείο. «Οι δίσκοι του γραμμοφώνου αποτελούν κι αυτοί έναν λαογραφικό χάρτη των εποχών. Μιλούν μέσα για τα επαγγέλματα, για τις συνήθειες των ανθρώπων… Θυμάμαι έναν δίσκο που έχει τον «καυγά της βρύσης». Το τραγούδι αναφέρεται στις γυναίκες που τσακώνονταν για τη σειρά τους στη βρύση. Άλλα τραγούδια μιλάνε για τα επαγγέλματα στη Σμύρνη, τους ψαράδες, τους κοφινάδες και τους μανάβηδες που διαλαλούσαν τα προϊόντα τους. Συνεπώς, η συλλογή θα μπορούσε να ενταχθεί σε ένα λαογραφικό μουσείο, αλλά και να εκτεθεί αυτόνομα σε ένα Μουσείο Γραμμοφώνου, το οποίο δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή», κατέληξε ο κ. Μαγκόπουλος.

Η Έκθεση Λαϊκών Μουσικών Οργάνων και η έκθεση γραμμοφώνων και δίσκων λειτουργούν καθημερινά (10:30–14:00 και 18:30-20:30) και θα διαρκέσουν έως 6 Ιουλίου 2019.