Του Δημ. Α. Σιδερή, ομ. καθηγητής καρδιολογίας

Φιλότιμο

  • Τρίτη, 8 Αυγούστου, 2017 - 06:22

Ηθική είναι το «θέλω» της κοινωνίας. Νομιμότητα είναι το «θέλω» των αρχόντων. Από τα τρία κύρια πολιτεύματα που περιγράφει ο Αριστοτέλης, μοναρχία, ολιγαρχία και δημοκρατία, στη μοναρχία η διάσταση μεταξύ ηθικής και νομιμότητας μπορεί να είναι μέγιστη, όπως στο τραγικό παράδειγμα της Αντιγόνης. Αντίθετα, στη δημοκρατία, όπου η νομιμότητα αποφασίζεται από ολόκληρη την κοινωνία, η διάσταση μεταξύ ηθικής και νομιμότητας είναι ελάχιστη. Στις ολιγαρχίες, όπως οι σύγχρονες δυτικές ρεπούμπλικες και η σύγχρονη λεγόμενη Ελληνική δημοκρατία, η διάσταση είναι διάμεση.

Παρά την προφανή, από όσα αναφέρθηκαν, υπεροχή της ηθικής έναντι της νομιμότητας, υπάρχει ένα σημαντικό τεχνικό πρόβλημα με την ηθική: η ασάφειά της. Το «θέλω» της κοινωνίας προσλαμβάνεται από κάθε μέλος της ως «πρέπει», που είναι αντιληπτό αποκλειστικά από αυτό το μέλος και από κανένα άλλο. Η κοινωνία όμως, για να επιβιώσει, έχει ανάγκη από σαφείς περιορισμούς της ελευθερίας των ατόμων, εξίσου αντιληπτούς από όλους. Στις απόλυτες κοινωνίες των εντόμων, μυρμηγκιών, τερμιτών, μελισσών κλπ αυτοί οι περιορισμοί επιβάλλονται υποχρεωτικά, αντανακλαστικά και τα άτομα είναι αδύνατο να τους παραβούν. Στην ανθρώπινη κοινωνία όμως οι περιορισμοί αποφασίζονται από τους ίδιους τους ανθρώπους. Ο άνθρωπος είναι ζώον πολιτικόν, λέει ο Αριστοτέλης, όχι κοινωνικό. Η ανθρώπινη κοινωνία είναι η πολιτεία.

Ένα πρόσφατο άρθρο στο Huffington Post μεταφέρει τη συζήτηση που έγινε από το BBC, για το Ελληνικό «φιλότιμο», μια λέξη που δεν μεταφράζεται σε καμιά ξένη γλώσσα, αλλά ούτε και οι Έλληνες μπορούμε να δώσουμε ακριβή ορισμό της. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το φιλότιμο ο Andreas Deffner, Γερμανός συγγραφέας. Το τι πρέπει να κάνει κάποιος είναι καθαρά υποκειμενικό, δηλαδή είναι εκδήλωση του νοητού Εγώ του καθενός. Υπενθυμίζω πως το αισθητό Εγώ μας είναι αυτό που παρατηρεί οποιοσδήποτε πάνω μας, το σώμα μας δηλαδή. Το νοητό Εγώ, το τι σκέφτεται, αισθάνεται, θέλει κάποιος, δεν είναι άμεσα αντιληπτό από κανέναν πλην του εαυτού του. Οι άλλοι το εννοούν μόνο, το συμπεραίνουν, από τη συμπεριφορά του. Και το κοινωνικό Εγώ είναι η αποτύπωση της εικόνας του καθενός στο σύνολο του ανθρώπινου περιβάλλοντός του. Το «πρέπει» επομένως είναι ιδιότητα του νοητού Εγώ. Η ηθική όμως, το «θέλω» της κοινωνίας, αφορά το κοινωνικό Εγώ, το πώς επιδρά η κοινωνία πάνω του.

Στην εποχή του Πινδάρου εμφανίζεται για πρώτη φορά, φαίνεται, η λέξη «φιλοτιμία» με μάλλον αρνητική σημασία, αγάπη για την τιμή ή τη διάκριση ή τη φιλοδοξία. Με την άνθιση της δημοκρατίας, η λέξη πήρε θετική χροιά, να αρέσκεται κάποιος στους επαίνους της πόλης του, υπηρετώντας ωστόσο, πρώτα την κοινότητα (Β.Π.Βερτουδάκης). Από τότε ως πριν από 2 αιώνες, οι Έλληνες βρίσκονταν κάτω από κάποια επικράτεια, Μακεδονική, Ρωμαϊκή, Βυζαντινή, Οθωμανική. Επομένως, υπήρχε σημαντική διάσταση μεταξύ νομιμότητας και ηθικής. Όλο αυτό το διάστημα κυριάρχησε, γι΄ αυτό το λόγο, η τοπική κοινωνία, στην οποίαν μπορούσε η ηθική να έχει το πάνω χέρι στη νομιμότητα. Ο παράνομος, ο «κλέφτης», ήταν τιμώμενος ήρωας (όπως π.χ. ο Robin Hood στη Βρετανική μυθολογία). Αυτή η στάση συνεχίστηκε λιγότερο ή περισσότερο και μετά την επανάσταση του 1821, καθώς η δημοκρατία δεν αποκαταστάθηκε ποτέ ως τώρα. Υπενθυμίζεται ότι στη δημοκρατία οι άρχοντες κληρώνονται, ενώ στην ολιγαρχία εκλέγονται (Αριστοτέλης) και στη μοναρχία επιβάλλονται με λιγότερη ή περισσότερη βία. Για τους παραπάνω λόγους, ακόμη και σήμερα, η νομιμότητα αντιμετωπίζεται από τον κοινό πολίτη με δυσπιστία.

Τα κίνητρα των πράξεών μας μπορούν να θεωρηθούν, με απλοποιημένη τη διαίρεση του Maslow, ως κίνητρα του αισθητού, του κοινωνικού και του νοητού Εγώ. Στα πρώτα υπάγονται οι φυσιολογικές ανάγκες μας, όπως η πείνα, η ανάγκη για έρωτα κλπ ή και η απειλή για στέρησή τους. Στα κοινωνικά κίνητρα υπάγονται η αγάπη και η ανάγκη για κοινωνική αναγνώριση. Κίνητρο νοητό είναι η αυτοπραγμάτωση, η επιδίωξη του σκοπού που θέτει καθένας μόνος του, ανεξάρτητα από την αναγνώριση ή όχι από τους άλλους. Το ελληνικό κίνητρο του φιλότιμου έχει μια μοναδική ιδιαιτερότητα. Η χρόνια δυσπιστία στη νομιμότητα αυξάνει την αγάπη στην τιμή, ένα ηθικό, κοινωνικό, κίνητρο, αλλά και την αυτο-εκ-τίμηση, ένα νοητό, προσωπικό κίνητρο. Όποιος κάνει κάτι από φιλότιμο το κάνει και για να γίνει αντιληπτός και επαινεθεί από τους άλλους, και για να ικανοποιεί την εσωτερική ανάγκη για να πειθαρχήσει στο δικό του, προσωπικό, «πρέπει». Αντίθετα από το «πρέπει» που αντιστοιχεί στο κοινωνικό «θέλω», ο «φόβος» είναι που προωθεί τη νομιμότητα. Το φιλότιμο επηρεάζεται όμως και από τον έπαινο του άλλου. Τα κίνητρά μας δεν είναι ποτέ αμιγή. Η ικανοποίηση των κινήτρων ανώτερου επιπέδου προϋποθέτουν τη μερική τουλάχιστον ικανοποίηση των κινήτρων κατωτέρου. Αν κάποιος μου σφίξει το λαιμό εμποδίζοντάς με να πάρω αέρα, θα κάνω ό,τι μου ζητήσει. Το ίδιο θα κάνω αν κρατά ένα πιστόλι στον κρόταφό μου. Αποτελούν σπάνια εξαίρεση εκείνοι οι (ήρωες) που μπροστά στην ένταση των αισθητών, σωματικών, αναγκών τους, επιμένουν να παραμένουν στα πιστεύω τους στην αυτοπραγμάτωσή τους.

Στον αντίποδα του φιλότιμου βρίσκεται μια άλλη δυσκολομετάφραστη ελληνική λέξη, το «συμφέρον». Η αντίστοιχη ξένη λέξη interest σημαίνει μάλλον το ενδιαφέρον, παρά το συμφέρον. Αποδίδεται, ωστόσο, κάπως η έννοια του συμφέροντος με την εξελληνισμένη εκδοχή του interest, το «νιτερέσο».

Λέξεις όπως το φιλότιμο και το συμφέρον, είναι μοναδικά ελληνικές, διότι δεν έχουν αναπτυχθεί οι αντίστοιχες έννοιες στους ξένους. Κι αυτό, διότι μόνον οι Έλληνες έχουν βιώσει τη δημοκρατία και ποτιστεί μ΄ αυτήν από την αρχαιότητα με τη ζωντανή παράδοση των τοπικών κοινοτήτων τους, ενώ παράλληλα έχουν βιώσει για πολλούς αιώνες μια συχνά αμφισβητήσιμη νομιμότητα από ποικίλους κυριάρχους, ξένους ή και ντόπιους. Το φιλότιμο και το συμφέρον είναι στοιχεία του διαχρονικού Ελληνικού πολιτισμού. Μόνον οι Έλληνες έχουν βιώσει τη δημοκρατία με την πολύ στενή σχέση μεταξύ ηθικής και νομιμότητας, γεωγραφικά ανάμεσα στη Δύση όπου έχει επικρατήσει, μετά από πολλούς αιματηρούς αγώνες, η ολιγαρχία (ρεπούμπλικα τη λένε) και την Ανατολή, όπου κυριάρχησε για χιλιετηρίδες η μοναρχία. Διατήρηση της ταυτότητάς μας, εκτός από τη γλώσσα μας, σημαίνει και αρκετά άλλα, μεταξύ των οποίων είναι οι μοναδικές έννοιες του θετικού φιλότιμου και του αρνητικού συμφέροντος. Στην προσπάθειά μας να μιμηθούμε τη Δύση χάνομε βαθμιαία τα στοιχεία της ταυτότητάς μας. Από τη Δύση έχομε πολλά να ωφεληθούμε. Η ωφέλεια όμως πρέπει να προκύπτει από συμπληρωματική κυρίως διαδικασία, όχι μίμηση. Να τους προσφέρουμε πνευματικά και υλικά προϊόντα μας, ανταλλάσσοντάς τα με δικά τους

Διαβάστε ακόμα