Ομόφωνα αρνητική η γνωμοδότηση του Δημοτικού Συμβουλίου Μυκόνου για την επιδιωκόμενη επένδυση ξενοδοχειακής εγκατάστασης 340 κλινών στην Άνω Μερά

“Όχι” στις τερατώδεις επενδύσεις

Την νομολογικά επιχειρηματολογημένη κάθετη αντίθεσή του στην προοπτική μίας θηριώδους τουριστικής επένδυσης στην περιοχή της Άνω Μεράς, δήλωσε με ομόφωνη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ο Δήμος Μυκόνου.

Στην πρόσφατη συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Μυκόνου, ήλθε προς συζήτηση στο Σώμα η γνωμοδότηση, για το Ειδικό Σχέδιο Χωρικής Ανάπτυξης Στρατηγικής Επένδυσης (ΕΣΧΑΣΕ) μίας τεράστιας για τα δεδομένα του νησιού τουριστικής επένδυσης, στη θέση “Φερά Γκρεμνά – Βατούδια”, της Άνω Μεράς.

Συγκεκριμένα πρόκειται για ξενοδοχειακές εγκαταστάσες 5 αστέρων, συνολικής δυναμικότητας 340 κλινών, διεθνώς αναγνωρισμένου hotel operator με spa σε απόσταση 400 μέτρων από την παραλία Καλό Λιβάδι Μυκόνου, που πρόθεση είναι να κατασκευαστούν σε μία έκταση 92.554 τετραγωνικών μέτρων.

Αντιθέσεις στις χωροταξικές ρυθμίσεις

Σε μία μακροσκελέσατατη, πλήρως εμπεριστατωμένη και νομολογικά στοιχειοθετημένη εισήγηση επί της διαβιβασθείσας μελέτης, ο αναπληρωτής προϊστάμενος της Δ/νσης Τεχνικών Υπηρεσιών σημειώνει, μεταξύ άλλων, πως όπως προκύπτει από το Κεφάλαιο 1.6. της υποβληθείσας Μελέτης, η έγκριση του ΕΣΧΑΣΕ θα πρέπει γίνει με την έκδοση προεδρικού διατάγματος, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, η οποία αφορά στα ΕΣΧΑΔΑ αλλά έχουν εφαρμογή και στα ΕΣΧΑΣΕ. Όπως επισημαίνεται, ανακύπτει ζήτημα αντιθέσεως των εξουσιοδοτικών διατάξεων που θα στηρίξουν την έκδοση του επίμαχου προεδρικού διατάγματος, δεδομένου ότι οι εν λόγω νομοθετικές διατάξεις επιτρέπουν με το ΕΣΧΑΣΕ να τροποποιούνται εγκεκριμένα Ρυθμιστικά Σχέδια, ΓΠΣ, ΣΧΟΟΑΠ, και κυρίως ΖΟΕ (που είναι το κρίσιμο στην υπό έρευνα περίπτωση), εφόσον η τροποποίηση καθίσταται αναγκαία για την ολοκληρωμένη ανάπτυξη και την αποτελεσματική αξιοποίηση των δημοσίων ή ιδιωτικών ακινήτων, ιδίως στις περιπτώσεις που οι υφιστάμενες ρυθμίσεις και κατευθύνσεις είναι ασαφείς ή απορρέουν από ανεπίκαιρα χωροταξικά και πολεοδομικά σχέδια.

Αυτό συμβαίνει, σύμφωνα με τη Δ/νση Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου Μυκόνου, διότι, όπως έχει κριθεί με την ΟλΣτΕ 1705/2017 τα Τοπικά Χωρικά Σχέδια και τα Ειδικά Χωρικά Σχέδια, ως εντασσόμενα στην κατηγορία του ρυθμιστικού χωρικού σχεδιασμού, πρέπει να εναρμονίζονται με τις κατευθύνσεις του υπερκείμενου και υποκείμενου στρατηγικού σχεδιασμού, δηλαδή με τις κατευθύνσεις των εγκεκριμένων Εθνικών και Περιφερειακών Χωροταξικών Πλαισίων, και να συμμορφώνονται προς τυχόν ειδικότερες, αμέσου εφαρμογής, ρυθμίσεις των εν λόγω Πλαισίων.

Συνεπώς, όπως τονίζεται στην εισήγηση, στο μέτρο που οι εξουσιοδοτικές διατάξεις του εκδοθησόμενου προεδρικού διατάγματος, θα επιτρέψουν την τροποποίηση της υφιστάμενης ΖΟΕ που ισχύει στην νήσο Μύκονο, οι διατάξεις των άρθρων 24 ν.3894/2010, 12 παρ.4 ν.3986/2011 και 8 παρ.4 ν.4447/2016 παρίστανται αντίθετες προς το άρθρο 24 παρ.2 του Συντάγματος. Τούτο, διότι επιτρέπουν την ανατροπή του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού που προβλέπει η εγκεκριμένη από το έτος 2005 ΖΟΕ της νήσου Μυκόνου και η οποία εξ ορισμού αποσκοπεί στον άμεσο έλεγχο των χρήσεων γης σε περιαστικές εκτός σχεδίου περιοχές με στόχο, αφενός μεν την πρόληψη της περαιτέρω επιδεινώσεως του περιβάλλοντος και αφετέρου την παρεμπόδιση δημιουργίας δεδομένων και πραγματικών καταστάσεων που θα είχαν ως αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται ο μελλοντικός σχεδιασμός της περιοχής.

Πλήρης ασυμφωνία με τα υφιστάμενα χωροταξικά πλαίσια

Επιπλέον, σύμφωνα με τη σχετική εισήγηση, από το περιεχόμενο του προτεινόμενου σχεδίου ΕΣΧΑΣΕ προκύπτει η μη συμμόρφωσή του προς τις χωροταξικές κατευθύνσεις του ισχύοντος Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Νοτίου Αιγαίου, καθώς και του Γενικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης.

Ειδικότερα, βάσει ισχύοντος Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Νοτίου Αιγαίου, η νήσος Μύκονος συγκαταλέγεται στην κατηγορία «γ. Ομάδα III: νησιά με σημαντική τουριστική δραστηριότητα σε Περιφερειακό, Εθνικό και Κοινοτικό επίπεδο, με αυξανόμενες περιβαλλοντικές πιέσεις, πληθυσμιακή αύξηση και συγκέντρωση, με άμεση ανάγκη ελέγχου του είδους της ανάπτυξής τους (Θήρα, Κως, Μύκονος, Νάξος, Ρόδος, Σύρος)», για τα οποία τονίζεται, μεταξύ άλλων, πως «ο σχεδιασμός των δραστηριοτήτων και των αντίστοιχων έργων ή των έργων υποδομής θα πρέπει να σέβεται τη φέρουσα ικανότητα των φυσικών οικοσυστημάτων και πόρων». Υπογραμμίζεται στην εισήγηση, λοιπόν, πως είναι σαφές «ότι η διαπιστωμένη ήδη από το 2003 υπερσυγκέντρωση τουρισμού στη Μύκονο δεν συνάδει με τις συλλήβδην προβλέψεις του προτεινόμενου σχεδίου, καθιστώντας το τελευταίο ασύμβατο με τις υφιστάμενες χωροταξικές κατευθύνσεις του Περιφερειακού Χωροταξικού Πλαισίου».

Το σχέδιο όμως παρίσταται ασύμβατο και με τις κατευθύνσεις του ΓΠΧΣ&ΑΑ, όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται, ότι «οι περιοχές του παράκτιου και νησιωτικού χώρου […] βρίσκονται υπό καθεστώς υψηλών πιέσεων. Για την αντιμετώπιση των πολύπλοκων προβλημάτων που προξενούν οι πιέσεις αυτές και για την εύρυθμη χωρική οργάνωση των, εξαιρετικά ευαίσθητων, παράκτιων περιοχών είναι αναγκαία η χρήση ολοκληρωμένου-συνολικού σχεδιασμού και διαχείρισης», ενώ προτείνεται η «βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων, τόσο του θαλάσσιου όσο και του χερσαίου τμήματος της παράκτιας ζώνης, με ιδιαίτερη προσοχή στους υδάτινους πόρους που συνήθως σπανίζουν, με σεβασμό στη χωρητικότητα και αντοχή των οικοσυστημάτων και στις ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής» και η «αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων των νησιών και στήριξη εναλλακτικών και ήπιων μορφών ανάπτυξης».

Ως εκ τούτου, συνάγεται το συμπέρασμα στην εισήγηση, πως «η υπόψη μελέτη δεν συνάδει ούτε με τις κατευθύνσεις του γενικού χωροταξικού πλαισίου. Κατά τούτο, συνολικά η υπόψη μελέτη δεν τελεί σε συμφωνία και δεν συνάδει με τις υφιστάμενες επί του παρόντος χωροταξικές κατευθύνσεις του υπερκείμενου, γενικού, αλλά και περιφερειακού σχεδιασμού της περιοχής».

Επιπλέον, υπενθυμίζεται, πως δεν υπάρχει Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό λόγω της δικαστικής ακυρώσεως του με απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ του 2015 και ως εκ τούτου, σύμφωνα με την εισήγηση, «ανακύπτει πρώτον το ζήτημα του μη επιτρεπτού εκδόσεως του υπόψη προεδρικού διατάγματος, αφού δεν υπάρχει ακόμη νεότερο Ειδικό Πλαίσιο για τον Τουρισμό προς το οποίο θα έπρεπε να συμμορφώνεται. Δεύτερον, το ζήτημα της επιτακτικότερης ανάγκης να εναρμονίζεται σε μία τέτοια περίπτωση το ΕΣΧΑΣΕ με τις προβλέψεις που τυχόν υπάρχουν σε υφιστάμενα Περιφερειακά Χωροταξικά Πλαίσια, καθώς και στα κατωτέρου ιεραρχικώς επιπέδου σχεδιασμού πλαίσια, εν προκειμένω δηλαδή προς την κρίσιμη ΖΟΕ της νήσου Μυκόνου». Συναφώς, «παρίσταται και για το λόγω αυτό ανεπίτρεπτη η αντίθεση και η ασυμβατότητα της υποβληθείσας μελέτης προς τις προβλέψεις του Περιφερειακού Χωροταξικού Πλαισίου, προς τις οποίες αντιθέτως έπρεπε να στοιχεί και να συμμορφώνεται, ελλείψει νεότερου Ειδικού Χωροταξικού Σχεδίου για τον Τουρισμό, οι κατευθύνσεις του οποίου θα ήταν δεσμευτικές για το εγκρινόμενο ΕΣΧΑΣΕ».

Επιπλέον, βάσει της πάγιας νομολογίας του ΣτΕ, η εισήγηση επισημαίνει, ότι η ανάπτυξη, οικιστική, τουριστική αλλά και εν γένει οικονομική των μικρών νησιών πρέπει να συνδέεται με την διατήρηση του χαρακτήρα τους, ιδίως ανθρωπογενούς και φυσικού περιβάλλοντος και να μην παραβιάζεται η φέρουσα ικανότητά τους ως παραδοσιακών ανθρωπογενών συστημάτων και ευαίσθητων οικοσυστημάτων. Ωστόσο, όπως αναφέρεται στη μελέτη ΕΣΧΑΣΕ, η ευρύτερη περιοχή μελέτης είναι ο Καλλικράτειος Δήμος Μυκόνου, καθώς ολόκληρο το νησί της Μυκόνου αναμένεται να επηρεαστεί άμεσα ή/και έμμεσα από την επιδιωκόμενη επένδυση.

Πλείστες ασάφειες της υποβληθείσας μελέτης

Ειδική μνεία γίνεται στην εισήγηση και στις ασάφειες της μελέτης ΕΣΧΑΣΕ, όπως ενδεικτικά ως προς τους όρους δόμησης, καθώς «παραμένει άδηλο επί τη βάσει ποιων όρων και περιορισμών δόμησης θα εκτελεσθεί το υπόψη σχέδιο. Η μελέτη δεν επεξηγεί ούτε αναλύει πώς συνάδει το προτεινόμενο σχέδιο με το γεγονός ότι η Άνω Μερά έχει κηρυχθεί παραδοσιακός οικισμός και πώς διασφαλίζεται η προστασία του από την γειτνίασή του με την προτεινόμενη τουριστική υποδομή και πώς αποσοβείται η ανθρωπογενής, φυσική και οπτική επιβάρυνση που τούτη θα επιφέρει εντός και εκτός του οικισμού της Άνω Μεράς». Ομοίως, «δεν επεξηγείται πώς διασφαλίζεται η προστασία του παράκτιου οικοσυστημάτος όταν η υπόψη τουριστική υποδομή θα κατασκευασθεί σε απόσταση 400 μόλις μέτρων από την παραλία Καλό Λιβάδι, λαμβανομένης υπόψη της οικιστικής και τουριστικής επιβαρύνσεως της παραλίας από λοιπές εγκαταστάσεις που λειτουργούν αυτή την στιγμή».

Περαιτέρω, δεν εξηγείται το «πώς συμβάλει το υπόψη σχέδιο στο πρόβλημα της έντονης τουριστικής και οικιστικής επιβάρυνσης της νήσου Μυκόνου, πλην της αόριστης, αλλά και εσκεμμένης αναφοράς σε χρήση εναλλακτικών μορφών τουρισμού από τον επενδυτή, τη στιγμή που προτείνεται η κατασκευή ενός ογκώδους και τεράστιου ξενοδοχειακού συγκροτήματος 340 κλινών».

Επιπλέον, στη μελέτη αναφέρεται ότι, τα απορρίμματα των τουριστικών εγκαταστάσεων θα οδηγούνται στον πλησιέστερο ΧΥΤΑ στην θέση Φτελιά που είναι ήδη κορεσμένος, ενώ τα λύματα αναφέρεται ότι θα επεξεργάζονται αυτόνομα με ιδιωτικές εγκαταστάσεις, χωρίς καμία περαιτέρω εξειδίκευση. Ωστόσο, «ήδη υπάρχουν οι βεβαιώσεις των υπηρεσιών της ΔΕΥΑΜ και του Τμήματος Καθαριότητας της Δ/νσης Περιβάλλοντος του Δήμου Μυκόνου από τις οποίες προκύπτει η αδυναμία των υπηρεσιών, τόσο στην ύδρευση και αποχέτευση του ακινήτου, όσο και στην αποκομιδή των απορριμμάτων της επένδυσης βάσει της μελέτης».

Επιβάρυνση του περιβάλλοντος και υποβάθμιση της ζωής των κατοίκων

Κατόπιν των ανωτέρω, η εισήγηση για αρνητική γνωμοδότηση στην υπό εξέταση μελέτη ΕΣΧΑΣΕ, η οποία και ψηφίστηκε ομόφωνα από το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Μυκόνου, καταλήγει συμπερασματικά στα εξής:

«Η συλλήβδην συνεπώς πρόβλεψη της Μελέτης για μία τουριστική επένδυση τέτοιας εκτάσεως και έντασης, σε περιοχή που υπάρχει ανορθολογική χωροθέτηση και δόμηση, σε περιοχή που έχει δεχτεί έντονη οικιστική πίεση και σε περιοχή που υπάρχει παραδοσιακός οικισμός, καθώς επίσης και σε μία νήσο που χαρακτηρίζεται εν γένει και συνολικά από εκτεταμένη οικιστική και τουριστική ανάπτυξη επειδή ακριβώς αποτελεί εδώ και δεκαετίες πόλο έλξης παγκοσμίως, επιβαρύνουν υπέρμετρα την φέρουσα ικανότητα του νησιού, καθιστώντας την υπόψη Μελέτη και το προτεινόμενο ΕΣΧΑΣΕ αντίθετο στις διατάξεις των άρθρων 24, 79 παρ.8 και 106 παρ.1 Συντ. Τούτη η αντίθεση καθίσταται οξύτερη, συνεπεία του ότι δεν επεξηγεί πώς συνάδει το σχέδιο με την φέρουσα ικανότητα του νησιού και τις κατευθύνσεις του Περιφερειακού Χωροταξικού Πλαισίου ούτε υπεισέρχεται στους επακριβείς όρους και περιορισμούς δομήσεως που θα εφαρμοστούν στην πράξη, αφήνοντας το ζήτημα να ρυθμισθεί στο στάδιο των αρχιτεκτονικών μελετών, ανατρέποντας με ανορθολογικό και επιβαρυντικό -μακροπρόθεσμα για το φυσικό και ανθρωπογενές- περιβάλλον της περιοχής τρόπο τον χωροταξικό σχεδιασμό του νησιού, υποβαθμίζοντας την ζωή των κατοίκων του».

Ετικέτες: