Κραυγή αγωνίας από τους ιδιοκτήτες σχολικών κυλικείων με φόντο τις σοβαρές οικονομικές συνέπειες της πανδημίας

Κανένα “μαξιλάρι” ασφαλείας για τους κυλικειάρχες

Δηλώσεις της ιδιοκτήτριας κυλικείου και διαχειρίστριας της σελίδας “Σχολικά Κυλικεία Ελλάδας”, Μ. Δεμίρη
  • Τρίτη, 23 Φεβρουαρίου, 2021 - 06:19

Σε αναστολή λειτουργίας από τις 10 Μαρτίου του 2020 βρίσκονται οι ιδιοκτήτες κυλικείων σε όλη την Ελλάδα, όπως παρομοίως και στις Κυκλάδες, με μοναδική εξαίρεση ολιγοήμερα “διαλείμματα”, κατά τα οποία είναι σε λειτουργία οι σχολικές μονάδες, με αποτέλεσμα οι αυτοαπασχολούμενοι της συγκεκριμένης κατηγορίας να έχουν έρθει αντιμέτωποι με τους μηδενικούς τζίρους και την “ανεπαρκή στήριξη εκ μέρους του κράτους”.

Το σοβαρό ζήτημα της επιβίωσής τους, αναδεικνύει μέσω δημόσιων παρεμβάσεων η Επιτροπή Αγώνα Μισθωτών Σχολικών Κυλικείων, με τη Μυρτώ Δεμίρη, μία εκ των ιδρυτικών μελών της εν λόγω Επιτροπής και διαχειρίστριας της σελίδας “Σχολικά Κυλικεία Ελλάδας” στο facebook, να τοποθετείται στην εφημερίδα για τα θέματα που ταλανίζουν την “τάξη” των κυλικειαρχών.

Ειδικότερα, η ίδια περιγράφει την κατάσταση στην οποία βρέθηκαν οι ιδιοκτήτες κυλικείων και οι εργαζόμενοι σε αυτά, από το πρώτο διάστημα της πανδημίας, ως και σήμερα, ενώ επισημαίνοντας την απουσία μέριμνας για ουσιαστική στήριξη των κυλικειαρχών από το κράτος, σημειώνει πως έχει έρθει η στιγμή, η πολιτική ηγεσία της χώρας, να προγραμματίσει αποτελεσματικά μέτρα που θα στηρίξουν οικονομικά τους συγκεκριμένους ανθρώπους – επαγγελματίες.

Προϋποθέσεις που οδηγούν σε εξαιρέσεις

Πρωτίστως η ίδια απάντησε σχετικά με τη χορήγηση επιδομάτων προς τους ιδιοκτήτες σχολικών κυλικείων, γνωστοποιώντας πως μπορεί να έλαβαν χρήματα κατά το πρώτο διάστημα, ωστόσο, το ζήτημα που προκύπτει, αφορά τις δόσεις της επιστρεπτέας προκαταβολής.

“Τέλη Μαΐου πήραμε τα πρώτα 800 ευρώ που έλαβε όλη η Ελλάδα και οι εργαζόμενοι που ήταν σε αναστολή. Μετά δόθηκαν και τον Ιούνιο 534 ευρώ. Από εκεί και πέρα, δόθηκαν ακόμη 300 ευρώ και άλλα 534 ευρώ, τα οποία όμως γενικά η νομοθεσία, οι όροι που υπήρχαν για τις αποζημιώσεις ειδικού σκοπού, άρχισαν και περιόριζαν τους δικαιούχους. Αποτέλεσμα ήταν να εξαιρεθούν κάποιοι άνθρωποι” ανέφερε, διευκρινίζοντας παράλληλα πως, “όλα τα παραπάνω, σύμφωνα με τους ΚΑΔ, γιατί κάποιοι δήλωναν απλά κυλικείο και όχι σχολικό κυλικείο. Έτσι άρχισαν να εξαιρούνται πάρα πολλά άτομα από τις αποζημιώσεις ειδικού σκοπού”.

Επιπλέον, αναφέρθηκε και στις περιπτώσεις οι οποίες αφορούν σε άτομα που λειτούργησαν τα κυλικεία για διάστημα κάτω των 5 μηνών, με αποτέλεσμα να μην έχουν δικαίωμα λήψης των αποζημιώσεων. “Υπάρχουν άνθρωποι που δεν πήραν ούτε τα πρώτα χρήματα γιατί είχαν ανοίξει την επιχείρησή τους, τους τελευταίους πέντε μήνες. Άρα, ήταν πάρα πολύ δύσκολο και γι αυτούς” σχολίασε, περνώντας αμέσως μετά στο θέμα των δόσεων της επιστρεπτέας προκαταβολής.

“Και εκεί υπάρχουν κάποιες προϋποθέσεις” σημείωσε, τονίζοντας πως “οι τρεις πρώτες δόσεις εξ αυτών, δόθηκαν πιο ελεύθερα, όμως, οι περισσότεροι συνάδελφοι, αποφάσισαν να μην μπουν σε αυτήν τη διαδικασία, γιατί επί της ουσίας είναι ένα δάνειο”. Σύμφωνα με αυτά τα δεδομένα, διευκρίνισε πως, “Δυσκολεύονται συνάδελφοι να μπουν σε δάνεια, την ίδια στιγμή ουσιαστικά που είναι χωρίς δουλειά και μάλιστα για άγνωστο χρονικό διάστημα”.

Εστιάζοντας προσεχώς και στις δύο τελευταίες δόσεις, η κ. Δεμίρη εξήγησε πως φαίνονται ευνοϊκότερες, καθώς από το σύνολο των χρημάτων, θα πρέπει οι κυλικειάρχες να επιστρέψουν το 50%. “Αναφορικά με τις δύο επόμενες δόσεις που είχαν 50% επιστροφή, συνάδελφοι έκαναν τη διαδικασία γιατί υπάρχει ένα περιθώριο για να μαζέψουν κάποια χρήματα. Αυτές οι δύο δόσεις είναι δάνειο μεν, αλλά είναι η μόνη βοήθεια που μπορούσαμε να πάρουμε” υπογράμμισε σε απόλυτο τόνο, θίγοντας ωστόσο και το θέμα της προϋπόθεσης της εξασφάλισης τζίρου ποσού τουλάχιστον 300 ευρώ για τον μήνα Οκτώβριο.

Σε συνέχεια των ανωτέρω, έθιξε και το γεγονός πως όταν ξεκίνησε η λειτουργία των σχολείων, υπήρξαν καταλήψεις με αποτέλεσμα τα κυλικεία να μην είχαν την προσδοκώμενη λειτουργία.

“Τα σχολεία όμως, ακόμη κι όταν άνοιξαν είχαν καταλήψεις (Γυμνάσια και Λύκεια), ενώ υπήρχαν περιοχές με τοπικά lockdown και σχολεία που λόγω κρουσμάτων, είχαν πέντε από τα έξι τμήματα κλειστά. Σε αυτό το πλαίσιο δεν μπορεί κανένας να κάνει τζίρο 300 ευρώ, ενώ επίσης, να μην παραβλέπουμε το γεγονός πως οι γονείς, πολλοί από αυτούς σε αναστολή λόγω πανδημίας, δεν μπορούν να δώσουν χαρτζιλίκι στα παιδιά τους, την ίδια ώρα που ζουν με επιδόματα”.

Με φόντο όλα τα παραπάνω, η ίδια εξήγησε πως τα κυλικεία αντιμετώπισαν και συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν μεγάλο ζήτημα επιβίωσης, γνωστοποιώντας δε, πως, ειδικότερα για την επιστρεπτέα προκαταβολή, οι αυτοαπασχολούμενοι που την έλαβαν δεν ξεπέρασαν – σε ποσοστό επί του συνόλου - το 35%.

Ζητούν απόφαση για κατοχύρωση μείωσης μισθωμάτων

Πέραν των ανωτέρω, η κ. Δεμίρη μίλησε και για τη δυνατότητα που δόθηκε στους Δήμους να μειώσουν το αντίτιμο που λαμβάνουν από τους κυλικειάρχες αναφορικά με τους χώρους που χρησιμοποιούν.

“Άνοιξαν τα σχολεία ενάμιση μήνα μετά το καλοκαίρι, αλλά τα κυλικεία δόθηκε εντολή να παραμείνουν κλειστά. Κάναμε πολλές κινήσεις σαν ιδιώτες και κάποια Σωματεία στην Ελλάδα. Στο πλαίσιο αυτών των κινήσεων ήταν να πιέσουμε και για τη μείωση των μισθωμάτων” σημείωσε χαρακτηριστικά, λέγοντας παρακάτω πως, υπήρχε το περιθώριο να ανταποκριθούν οι Δήμοι, αν είχαν αυτή τη βούληση. “Δινόταν το δικαίωμα στους Δήμους, αν επιθυμούν να προχωρήσουν σε έκπτωση του μισθώματος σε ποσοστό έως 40%. Οι κυλικειάρχες όταν πληρώνουμε ενοίκιο στα σχολεία, γνωρίζουμε πως αυτό το ποσό προωθείται για κάλυψη λειτουργικών δαπανών. Τα δίνουμε στον Δήμο και ο Δήμος κάνει τη διαχείριση των χρημάτων” ανέφερε, σημειώνοντας όμως, πως, δυστυχώς το κράτος δεν επέβαλε την εφαρμογή του μείον 40%, απλώς έδωσε αυτό το περιθώριο.

“Το 40% αφορούσε τις ημέρες που δουλέψαμε. Η εικόνα που έχουμε είναι ότι πολλοί Δήμοι δεν προχώρησαν σε έκπτωση, θεωρώντας ότι αυτό το ποσό που θα χανόταν, δεν θα μπορούσε να αναπληρωθεί. Επίσης, κάποιοι άλλοι Δήμοι έδωσαν 20-30%, ενώ στην Αθήνα, ορισμένοι Δήμοι έδωσαν την έκπτωση στο μέγιστο ποσοστό”.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, εξήγησε πως διαπιστώνεται ότι δεν υπάρχει ενιαία αντιμετώπιση. “Αυτό όμως, δεν είναι ισότιμη κι ενιαία αντιμετώπιση. Άρα, ζητάμε μία ενιαία αντιμετώπιση. Τίποτα διαφορετικό. Γι αυτό να προβλέψει το κράτος” σχολίασε επί του θέματος.

Προτάσεις ανακούφισης σε αβέβαιο μέλλον

Στην ερώτηση ποια μέτρα θα ικανοποιούσαν τους ιδιοκτήτες κυλικείων, η ίδια υπήρξε σαφής με φόντο μάλιστα και την αβεβαιότητα που επικρατεί αναφορικά με τη μελλοντική λειτουργία τους, με δεδομένο πως το επιδημιολογικό φορτίο είναι αυτό που καθορίζει αν τα σχολεία παραμένουν ανοικτά ή όχι.

“Επειδή είμαστε υγειονομικοί επαγγελματίες και δουλεύουμε με το πιο ευαίσθητο κομμάτι της κοινωνίας, τα παιδιά, εννοείται ότι θέλουμε να δουλεύουμε με απόλυτη ασφάλεια. Τηρούμε τα μέτρα, αλλά για την επιβίωσή μας, είναι απαραίτητο οι πολιτικά αρμόδιοι να βρουν λύσεις” σχολίασε παρακάτω, γνωστοποιώντας ορισμένες από τις προτάσεις της Επιτροπής Αγώνα Μισθωτών Σχολικών Κυλικείων. “Ενδεικτικά, θα μπορούσαν να προβλέψουν να απαλλαγούμε από τα πάγια, όπως η ασφάλιση που αφορά σε 220 ευρώ, χωρίς να χάνουμε την ασφαλιστική μας ικανότητα. Επίσης, από το τέλος επιτηδεύματος που είναι 650 ευρώ. Να δοθούν εκπτώσεις και σχετικά με έξοδα για εφορία, τηλέφωνα, λογαριασμούς την ίδια στιγμή που έχουμε μηδενικούς τζίρους”.

Η ίδια κλείνοντας τις δηλώσεις της, τόνισε πως, καλό είναι να μπορούν να δοθούν κάποια ποσά με προϋποθέσεις συγκεκριμένες “για να επιβιώσει ο κάθε επαγγελματίας”. Επαναλαμβάνοντας μάλιστα πως, σκοπός των αρμοδίων δεν θα πρέπει να είναι η εξαίρεση ατόμων από τις αποζημιώσεις, υπογράμμισε τέλος, πως επιβάλλεται το κράτος σε αυτή την πρωτόγνωρα δύσκολη οικονομική συγκυρία “να δείξει πρόνοια για όλους”.