Θέσεις ΓΣΕΒΕΕ επί του φορολογικού νομοσχεδίου

  • Πέμπτη, 5 Δεκεμβρίου, 2019 - 06:23

Τις θέσεις της αναπτύσσει η ΓΣΕΒΕΕ επί του φορολογικού νομοσχεδίου «Φορολογική μεταρρύθμιση με αναπτυξιακή διάσταση για την Ελλάδα του αύριο», με το οποίο η κυβέρνηση επιχειρεί μία αναδιάρθρωση στον τρόπο φορολόγησης των υποκείμενων νομικών και φυσικών προσώπων στη χώρα.

Η ΓΣΕΒΕΕ κρίνει θετικά το γεγονός ότι με τη νομοθετική πρόταση διαμορφώνεται ένα πλαίσιο χαμηλότερης φορολόγησης για την πλειονότητα των πολιτών της χώρας, και δη των επαγγελματιών, βιοτεχνών και εμπόρων και των εγχώριων επιχειρήσεων εν γένει, οι οποίες συμμετείχαν πολλαπλά και δυσανάλογα στις θυσίες που επιβλήθηκαν από τα διαδοχικά προγράμματα οικονομικής προσαρμογής.

Παράλληλα, επισημαίνει ότι δεν έχουν ληφθεί υπόψη πολλά από τα προτεινόμενα σημεία  που κατέθεσε στο στάδιο της διαβούλευσης και τα οποία χρήζουν νομοτεχνικής θεραπείας και αναθεώρησης.

Ως θετικές κρίνει τις φορολογικές παρεμβάσεις σχετικά με τη μείωση του ποσοστού φορολόγησης των επιχειρήσεων από το 28% στο 24%, τη μείωση των συντελεστών για τις επιχειρήσεις που λειτουργούν σε συνεργατική μορφή στο 10%, τη μείωση των φορολογικών συντελεστών για το σύνολο των πολιτών, την αύξηση του ποσοστού των υποχρεωτικών ηλεκτρονικών συναλλαγών στο 30% οριζόντια σε όλους τους φορολογούμενους, τη δυνατότητα παροχής φοροαπαλλαγών (έως 40%) για δαπάνες που αφορούν στην ενεργειακή αναβάθμιση των κατοικιών και κτηρίων, τις εκπιπτόμενες δαπάνες των επιχειρήσεων, τη μείωση του ΦΠΑ για τις αγορές αγαθών υψηλής κοινωνικής ωφέλειας και την εφάπαξ αυτόματη διαγραφή οφειλών έως 10 ευρώ προς τη φορολογική διοίκηση.

Εκτός των ενεργειών σχετικά με τα νέα φορολογικά δεδομένα, που κρίνονται ως θετικές, ουδέτερη κρίνεται η μείωση του φορολογικού συντελεστή μερισμάτων στο 5%, καθώς απασχολεί λιγότερο από το 10% των επιχειρήσεων και διευκολύνει μόνο την αναδιανομή εισοδημάτων μεταξύ των μετόχων μεγαλύτερων επιχειρηματικών μονάδων. Εξάλλου, σε σχέση με τις μικρότερες επιχειρηματικές μονάδες παραμένουν  σε ισχύ οι διατάξεις που αφορούν το ύψος του τέλους επιτηδεύματος, την ειδική εισφορά αλληλεγγύης, ενώ φέρεται να υπάρχει κατεύθυνση για την αύξηση των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων και τη συνακόλουθη αύξηση του ΕΝΦΙΑ σε  απόλυτους όρους. Θα πρέπει το Υπουργείο να αποσαφηνίσει άμεσα τις κατευθύνσεις ως προς το νέο υπολογισμό του ΕΝΦΙΑ, καθώς και του ύψους των τελών κυκλοφορίας.

Σοβαρές επιφυλάξεις εκφράζει η Γενική Συνομοσπονδία ως προς συγκεκριμένες διατάξεις που αφορούν τη θεσμοθέτηση ευνοϊκών καθεστώτων για μεγαλύτερες επιχειρήσεις, για στελέχη επιχειρήσεων που λαμβάνουν επιπρόσθετες παροχές σε χρήμα ή σε είδος και για την έκπτωση δαπανών εταιρικής κοινωνικής ευθύνης. Και τούτο διότι αυτές οι διατάξεις αφορούν ένα μικρό τμήμα της κοινωνίας και της εργασίας που είναι λιγότερο εκτεθειμένο στην εργασιακή επισφάλεια και τη φτώχεια. Εκτιμάται ότι είναι αμφίβολη η αποτελεσματικότητα αυτών των διατάξεων, και ενδεχόμενα θα διαμορφώσουν μια στρεβλή φορολογική συμπεριφορά των επιχειρήσεων και των μετόχων που θα επιχειρήσουν να ελαφρυνθούν μέσα από τέτοια σχήματα φοροαπαλλαγών.

Όφελος για τα υψηλά εισοδήματα

Συνολικά,  επισημαίνεται ότι το ύψος και η διάρθρωση των φοροελαφρύνσεων κατανέμεται αντίστροφα προοδευτικά προς όφελος των  υψηλότερων εισοδηματικών κλιμακίων, είτε πρόκειται για φυσικά πρόσωπα, ατομικές επιχειρήσεις ή νομικά πρόσωπα. Το γεγονός αυτό, διευρύνει τις εισοδηματικές ανισότητες και ουσιαστικά οδηγεί σε ανακατανομή των επιβαρύνσεων/ ή καλύτερα των ελαφρύνσεων υπέρ των ευπορότερων τμημάτων του πληθυσμού.

Παρόμοια επίπτωση μπορεί κανείς να διαπιστώσει για το σύνολο των παρεμβάσεων για τη φορολογική αναδιάρθρωση. Ουσιαστικά, παρά τη θετική κατεύθυνση εξομάλυνσης των φορολογικών συντελεστών το νομοσχέδιο διευρύνει τις ανισορροπίες μεταξύ μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων, μεταξύ φτωχότερων και ευπορότερων νοικοκυριών, μεταξύ στελεχών και εργαζόμενων, μεταξύ πολυεθνικών επιχειρήσεων/ επιχειρήσεων της αλλοδαπής. Είναι σαφές ότι τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που παρέχονται σε επενδύσεις από το εξωτερικό δυνητικά διαμορφώνουν όρους άνισου ανταγωνισμού και αδρανοποίησης των εγχώριων παραγωγικών συντελεστών.

Αιτήματα των ΜΜΕ που δεν ενσωματώθηκαν

Η ΓΣΕΒΕΕ θεωρεί ότι σε αυτή τη φάση αναπτυξιακής επανεκκίνησης της ελληνικής οικονομίας, το νομοσχέδιο θα μπορούσε να ενσωματώσει διαχρονικά αιτήματα των ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, όπως:

• Καθιέρωση ακατάσχετου επιχειρηματικού λογαριασμού συνδεδεμένου με POS. Ειδική μέριμνα για συλλογή αποδείξεων για επιτηδευματίες στους οποίους υπάρχει δέσμευση λογαριασμών.

• Σταδιακή μείωση και τελικά κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος.

• Αύξηση του μέγιστου ύψους κύκλου εργασιών για τους μη υπόχρεους υποβολής ΦΠΑ στα 30,000€.

• Κατάργηση του συμπληρωματικού φόρου ΕΝΦΙΑ των επιχειρήσεων και αυτοαπασχολουμένων για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα επαγγελματικά ακίνητα. Εισαγωγή κριτήριων ώστε ο ΕΝΦΙΑ να μην καταβάλλεται από κοινωνικές ομάδες που αντικειμενικά βρίσκονται σε οικονομική αδυναμία (π.χ. άνεργοι) και επιπλέον εισαγωγή κριτήριων για σημαντική μείωση του ΕΝΦΙΑ σε συλλογικότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα.

• Καθιέρωση αφορολόγητου για έσοδα από επαγγελματική δραστηριότητα ώστε να υπάρξει ισότιμη μεταχείριση των φορολογουμένων.

• Μείωση και τελικά κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης χωρίς εισοδηματικά κριτήρια. Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης θεσμοθετήθηκε ως έκτακτο μέτρο για την αντιμετώπιση των συνεπειών της οικονομικής κρίσης και την ενίσχυση των ασθενέστερων στρωμάτων μέσα από σχετικές κοινωνικές και προνοιακές πολιτικές. Καθώς εξερχόμαστε από την οικονομική κρίση, η διατήρηση αυτής της εισφοράς η οποία εκ των πραγμάτων είναι ακόμα ένας φόρος επί του εισοδήματος, θα πρέπει να καταργηθεί.

• Δημιουργία λογαριασμών αφορολόγητου αποθεματικού για επενδύσεις σε ορίζοντα 5ετίας.

• Επέκταση της ρύθμισης χαμηλού συντελεστή φορολόγησης 10% και για άλλες μορφές συνεταιρισμών.

• Ικανοποίηση του αιτήματος για μείωση του ΦΠΑ από 24% στο 13% σε όλα τα προϊόντα πώλησης του κλάδου της εστίασης.

• Αναθεώρηση του φόρου πολυτελείας για παραδοσιακούς κλάδους όπως της αργυροχρυσοχοΐας.