Υβριδικοί σταθμοί με δυνατότητα αποθήκευσης ενέργειας για τον περιορισμό της κατανάλωσης ενέργειας από ρυπογόνες μονάδες σε νησιά που δεν θα διασυνδεθούν με το ηπειρωτικό σύστημα

Υβριδικοί σταθμοί σε Δονούσα και Ανάφη

  • Τρίτη, 10 Νοεμβρίου, 2020 - 06:19

Δόθηκαν οι πρώτες άδειες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) σε υβριδικούς σταθμούς σε μη διασυνδεδεμένα νησιά, μεταξύ των οποίων επίσης η Ανάφη και η Δονούσα.

Την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μέσω ΑΠΕ στα νησιά, τα οποία δεν προβλέπεται να διασυνδεθούν με το ηπειρωτικό σύστημα διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, προωθεί η ΡΑΕ. Στο πλαίσιο αυτό, αξιοποιείται το επενδυτικό ενδιαφέρον μικρών και μεγάλων εταιρειών, για την εγκατάσταση μικρών υβριδικών σταθμών ΑΠΕ, οι οποίοι θα εξυπηρετήσουν τη ζήτηση των νησιών, ενώ θα διαθέτουν επίσης και συστήματα αποθήκευσης της ενέργειας, για όσο το δυνατόν μεγαλύτερη κάλυψη των αναγκών, με στόχο την μείωση της κατανάλωσης ενέργειας από ρυπογόνες μονάδες παραγωγής.

Οι υβριδικοί σταθμοί σε Ανάφη και Δονούσα

Πιο συγκεκριμένα, οι αιτήσεις που ενέκρινε η ΡΑΕ, αφορούν σε:

  • Υβριδικό Σταθμό, εγγυημένης ισχύος 0,07 MW αποτελούμενο από φωτοβολταϊκό σταθμό ισχύος 0,3136 MW στην θέση «της Παναγίας ο κάβος», της Δημοτικής Ενότητας Δονούσης, του Δήμου Νάξου και Μικρών Κυκλάδων, Περιφερειακής Ενότητας Νάξου, Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, στην εταιρεία με την επωνυμία «ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΥΒΡΙΔΙΚΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ»

  • Υβριδικό Σταθμό, εγγυημένης ισχύος 0,16 MW αποτελούμενο από φωτοβολταϊκό σταθμό ισχύος 0,4774 MW στην θέση «Βαγιά», της Δημοτικής Ενότητας Ανάφης, του Δήμου Ανάφης, Περιφερειακής Ενότητας Θήρας, Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, στην εταιρεία με την επωνυμία «ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΥΒΡΙΔΙΚΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ»

Πρόκειται για ιδιαίτερα μικρούς ΑΣΠΗΕ, οι οποίοι θα εξυπηρετούν αποκλειστικά τις ανάγκες των νησιών, όπου θα βρίσκονται εγκατεστημένοι.

Ένας υβριδικός σταθμός αποσκοπεί να μεγιστοποιήσει τη συμμετοχή μονάδων μη εγγυημένης παραγωγής, πρακτικά δηλαδή μονάδων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), στην κάλυψη μιας συγκεκριμένης ζήτησης ισχύος. Τούτο δεν προσεγγίζεται με τη φιλοσοφία ενός συμβατικού συστήματος ισχύος. Πιο συγκεκριμένα, σε ένα συμβατικό Σύστημα Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΣΗΕ), οι μονάδες μη εγγυημένης ισχύος συμμετέχουν στην παραγωγή ισχύος έως ένα μέγιστο ποσοστό, το οποίο υπαγορεύεται από τους περιορισμούς ασφάλειας και ευστάθειας της λειτουργίας του συστήματος και διαμορφώνεται βάσει διαφόρων παραμέτρων, όπως το μέγεθος του συστήματος, οι καιρικές συνθήκες, η ποσότητα και το είδος διατήρησης στρεφόμενης εφεδρείας κλπ. Όσο υψηλή στιγμιαία διείσδυση μονάδων μη εγγυημένης ισχύος και αν επιτευχθεί σε ένα συμβατικό ΣΗΕ, ο ρόλος τους παραμένει συμπληρωματικός ως προς τις μονάδες εγγυημένης ισχύος, που συνήθως είναι θερμοηλεκτρικές μονάδες. (Δ. Κατσαπρακάκης, 2015)

Σε υβριδικούς σταθμούς μικρού μεγέθους (με παραγωγή και αποθήκευση ισχύος μικρότερη του 1MW), μπορούν να εφαρμοστούν μία σειρά από εναλλακτικές τεχνολογίες αποθήκευσης, οικονομικά ανταγωνιστικές και τεχνικά επαρκείς, όπως:#ηλεκτροχημικοί συσσωρευτές διαφόρων τύπων, όπως κυψέλες καυσίμου σε συνδυασμό με μονάδες ηλεκτρόλυσης ή σταθμοί αποθήκευσης συμπιεσμένου αέρα.

Στόχος για 60% της ενέργειας από ΑΠΕ στα μη διασυνδεδεμένα νησιά

Σύμφωνα με πρόσφατες δημόσιες δηλώσεις της Γενικής Γραμματέως Ενέργειας και Φυσικών Πόρων, κ. Αλεξάνδρας Σδούκου, στόχος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για τα νησιά που δεν προβλέπεται να διασυνδεθούν με το ηπειρωτικό Σύστημα, είναι η ισχύς που θα παράγεται μέσω ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, να φτάσει στο 60%, καθώς μέχρι σήμερα, το ρεύμα παράγεται από ντιζελογεννήτριες με ιδιαίτερα υψηλό κόστος, το οποίο ανέρχεται κατά μέσο όρο σε 250 ευρώ ανά μεγαβατώρα, ένα οικονομικό κόστος, που μεγάλο ποσοστό του μετακυλίεται στους καταναλωτές όλης της χώρας, μέσω των χρεώσεων για Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ).

Σύμφωνα με τις μέχρι στιγμής τοποθετήσεις των στελεχών του, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας προσανατολίζεται στην ενίσχυση της ανάπτυξης υβριδικών συστημάτων, τόσο στα διασυνδεδεμένα με το ηπειρωτικό σύστημα νησιά, όσο και σε αυτά που δεν θα διασυνδεθούν, με στόχο την περαιτέρω διείσδυση της παραγωγής ΑΠΕ και τη συνεπακόλουθη μείωση του ποσοστού ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ρυπογόνες μονάδες πετρελαίου.

Επιπλέον, εκτός από τον ξεκάθαρο προσανατολισμό ενίσχυσης των ΑΠΕ στις νησιωτικές περιοχές, με αφορμή και εφαλτήριο το επιτυχημένο εγχείρημα της Αστυπάλαιας, το Υπουργείο με στοχευμένο στρατηγικό σχέδιο, εξετάζει επίσης μέτρα και αυξημένα κίνητρα για την προώθηση της ηλεκτροκίνησης στα νησιά.

Αντιδράσεις για την έλλειψη διαβούλευσης με τις τοπικές κοινωνίες

Παρά το γεγονός, ότι δεν έχει υπάρξει κάποια αντίδραση μέχρι στιγμής από πλευράς της τοπικής κοινωνίας ή των φορέων στα νησιά της Ανάφης και της Δονούσας, η εγκατάσταση υβριδικών σταθμών έχει προκαλέσει την αντίδραση νησιωτικών κοινωνιών, όπως στην περίπτωση της Αμοργού.

Υπενθυμίζεται, ότι η ΡΑΕ εξετάζει την εγκατάσταση πέντε υβριδικών σταθμών στην Αμοργό, με το Δημοτικό Συμβούλιο να έχει συμφωνήσει ομόφωνα να προσφύγει κατά της απόφασης αυτής της ΡΑΕ. Όπως είχε τονίσει ο Δήμαρχος Αμοργού, κ. Λευτέρης Καραΐσκος, κατά τη συζήτηση του θέματος στο Δημοτικό Συμβούλιο, η αντίδραση δεν βασίζεται στο γεγονός ότι η τοπική κοινωνία δεν επιθυμεί την “καθαρή” ενέργεια, αλλά στο γεγονός, ότι για τη χωροθέτηση των υβριδικών αυτών σταθμών, δεν ζητήθηκε η γνώμη και άποψη της τοπικής κοινωνίας, μέσω κάποιου είδους διαβούλευσης. Για το λόγο αυτό, το Δημοτικό Συμβούλιο κατήρτισε ειδική Επιτροπή, με τη συμμετοχή εμπειρογνωμόνων, επαγγελματιών και ειδικών, για την κατάρτιση σχεδίου βιώσιμης ενεργειακής διαχείρισης, το οποίο ο Δήμος θα παρουσιάσει ως αντιπρόταση στα σχέδια της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας.

Στον αντίποδα, εν εξελίξει βρίσκονται οι προσφυγές, αλλά και οι ιδιαίτερα έντονες αντιδράσεις σε άλλα νησιά, όπως η Τήνος, η Άνδρος, η Πάρος και η Νάξος, όσον αφορά στην άκριτη εγκατάσταση αιολικών πάρκων, η οποία προωθείται επίσης χωρίς να έχει υπάρξει διαβούλευση με την τοπική κοινωνία, ενώ μεγάλο μέρος των οποίων αφορούν σε ΑΣΠΗΕ με τεράστιου μεγέθους ανεμογεννήτριες, που σύμφωνα με τις αντιδράσεις, αφενός θα βιομηχανοποιήσουν το μοναδικό τοπίο των νησιών, και αφετέρου θα προκαλέσουν περισσότερα περιβαλλοντικά προβλήματα, απ’ όσα υποστηρίζεται ότι επιλύουν.