ΣΥΡΟΣ: (Πολύτιμο Πολιτισμού Πετράδι)

  • Πέμπτη, 30 Ιανουαρίου, 2014 - 06:10
  • /   Συντάκτης: Μαίρη Ρώτα

Το γράμμα που έλαβα από την κ. Γιαννοπούλου μεταξύ άλλων γράφει: «Αποστέλλω το ποίημα με τον τίτλο: «Σύρος, πολύτιμο πολιτισμού πετράδι» που μου ενέπνευσε η καλοκαιρινή παραμονή μου στη Σύρο.

Θα θεωρούσα ξεχωριστή τιμή να το δημοσιεύσετε στην τοπική σας εφημερίδα. Βέβαια θα δημοσιευθεί και στη «Φιλολογική Πρωτοχρονιά».

Σας ευχαριστώ θερμά

Μαρία Σαχά - Γιαννοπούλου

Φιλόλογος

ΣΥΡΟΣ

(Πολύτιμο Πολιτισμού Πετράδι)

Του Αυγούστου ένα πρωινό

αράξαμε στης Σύρου το λιμάνι.

Κι ήταν η πρώτη μας αγκάλη

το δίλοφο κάτασπρο βουνό,

η καστροχτισμένη Ερμούπολη,

του Ερμού η πόλη.

Μα των ματιών μας η χαρά

την ηύρε να στολίζεται

στο γαλανό της θάλασσας καθρέφτη.

Περήφανη κι αρχόντισσα

«Φραγκοσυριανή γλυκιά»....

...Με μιας ρίγησε των αιώνων η σιωπή

κι ήρθαμε σα σε γιορτή

επισκέπτες, ευλαβείς προσκυνητές.

Κι ήρθαν μαζί μας κι άλλοι πολλοί

ξεχασμένοι του χτες:

Ενετοί και Φράγκοι,

πρόσφυγες του Εικοσιένα,

Ψαριανοί και Χιώτες,

Αΐβαλιώτες και Κασιώτες.

Όμως δεν έλειψαν και ασεβείς

των μεσαιώνων πειρατές.

...Ρίγησε των αιώνων η σιωπή

και στις εφτά ξύλινες πύλες

της εφτάπυλης πόλης.

Κι ανοίξανε στο μεσοβούνι η καμάρα

και στην κορφή η όμορφη πορτάρα.

... Ρίγησε των αιώνων η σιωπή

και λευκά περιστέρια

εκπορεύονται σ’ όλες τις πύλες.

Στα φτερά τους υψώνουν αγιοκέρια

και στα ράμφη τους κλαδιά ελιάς

κραδαίνουν.

Κι όλα τα σήμαντρα των εκκλησιών

Ορθόδοξων και Καθολικών

τη λήξη του σχίσματος σημαίνουν.

Έτσι, κάθε λαμπρή Παρασκευή

στην πλατεία Δημαρχείου,

του νεοκλασικού, υπαίθριου μουσείου

σμίγουνε Δύση και Ανατολή

στις μαβιές του επιτάφιου βιόλες.

...Ρίγησε των αιώνων η σιωπή

κι η Αριάδνη δίνει το κουβάρι ξανά,

να μας ξεναγήσει στης Σύρας

την Απάνω Μεριά.

Έτσι, να μη χαθούμε, οδοιπόροι

στα σοκάκια του Δαίδαλου, τα μυστικά.

....Και είδαμε απ’ τα ριζά του λόφου,

στου βουνού το στρόβιλο,

σκάλες να σκαλώνουν

κι όλο να υψώνουν

ως τον πύργο, την πιο ψηλή κορφή.

Μέχρι τον Άη Τζώρτζη,

εκκλησιά καθολική.

Και σαν παραμυθένια ζωγραφιά,

οι μικρές κοριτσίστικες αυλές,

έτσι όπως στρίβουν στις γωνιές,

παίζουν, αγαπημένα, το κρυφτό

με τα μικρά μπαλκόνια.

Και γίνονται αγκάλες,

οι αψιδωτές καμάρες,

τα σκιερά στεγάδια,

στα πέτρινα των τοίχων χάδια.

Δυόσμοι και μαντζουράνες,

ανθολούκουμων τα μύρα,

οσμίζονται στων μπαλκονιών τα ξύλα,

έτσι όπως φιλιώνουνε

με των βασιλικών τα φύλλα!

...Ροδίσαν τα γαρύφαλλα του δειλινού

και βέλη του δέους

πάγωσαν την ανάσα

στην άγρια των βουνών γαλήνη!

Βράχοι πάνω στους βράχους,

ξερολιθιές, παρθένες ακτές,

σκοτεινές, αθόρυβες σπηλιές.

Λένε πως σε μια σπηλιά

με ήλιο μέτραε την ώρα

ο Φερεκύδης ο φιλόσοφος,

ο δάσκαλος του Πυθαγόρα.

Και πως στην κορφή του Σύριγγα

δάκρυ στο δάκρυ έγινε

το γάργαρο νερό στη βρυσομάνα

απ’ της νεράιδας το κλάμα.

…Άνυδρη γύμνια

στων βουνών το αγνάντεμα.

Γύμνια, χωρίς ντροπή,

καλυμμένη στης ερημίας τη σιωπή.

Μα στον καφενέ της πιάτσας

τη σιωπή δονούσε

το βραχνό, παλιό γραμμόφωνο.

Ο Συριανός ο βάρδος,

ο ρεμπέτης ο Μάρκος, ετραγουδούσε:

«...λες και μάγια μού ‘χεις κάνει

Φραγκοσυριανή γλυκιά...»

Και του λουκουμιού η γλύκα

μαζί με τον καφέ,

θεία ευφροσύνη!

Ψηλά, ερωτιδείς άγγελοι φτερουγίζουν

και μια ιερή σαγήνη μετεωρίζεται

στο σύθαμπο του χάους ύψος.

Μα χαμηλώνει κι ακουμπά, τρυφερά,

στης Σύρας την Κάτω Μεριά.

Κι αυτή λυγερή σαν τη γάτα

στα πόδια του βουνού,

ναζιάρα, χαϊδεύεται..

Μα στης θάλασσας την άπλα

βαθιά, ναρκισσισεύεται.

Ένα γύρω στα γαλανά ποδόγυρά της,

ζωγραφισμένα με μπλε νερομπογιές

τα θαλασσιά παιδιά της:

Η Αζόλιμνος και η Βάρη,

ο Μέγας Γιαλός και το Αχλάδι,

ο Γαλησσάς το Κίνι,

ο Φοίνικας και το Δελφίνι.

Τώρα πια γερασμένος ο φλοίσβος,

φλυαρεί στα ποδοστράγαλά της.

Σιγοτραγουδά στα πεντάγραμμα του νόστου

τα συριανά του Ροΐδη διηγήματα.

Μα και γι’ άλλες ιστορίες και παθήματα,

για ναυτικούς κι εμπόρους,

ναυάγια και πλούτη.

Πως κι ο Άη Νικόλας...πλούτισε

με τέχνης μέγαρα πανώρια

κάτω, εκεί στη συνοικία «Βαπόρια».

...Πως η γοργόνα η Παναγιά στο Κίνι,

ως άλλη pieta κι εκείνη

το ναυαγό το ναύτη

στα γόνατα της ακουμπά

και τον αιώνιο τον ύπνο του

νανουρίζει μητρικά.

...Ρίγησε των αιώνων η σιωπή

κι ο γεροφλοίσβος κάθε βράδυ

κι άλλα έχει να της πει:

Πως είναι πολύτιμο πολιτισμού πετράδι!

Εδώ το πρώτο σκολειό.

Ελληνικής παιδείας θαύμα

με δάσκαλο του Γένους

το Νεόφυτο το Βάμβα.

Εδώ, στης «Μεταμόρφωσης» τον τάφο

ξαναζεί η ψυχή

του Άνθιμου Γαζή.

Μεγάλου συγγραφέα, διαφωτιστή.

Εδώ, στης «Κοίμησης» την εκκλησιά

ο προσκυνητής, πρώτα πρώτα φιλά

τη βυζαντινή του Γκρέκο «Κοίμηση».

Και μέσα στων αιώνων το μαγνάδι

πόσο θερμή της τέχνης η περίπτυξη!

Παναγιά Βυζαντινή

και Μαντόνα Ντελλαγκράτσια!

….Μα στη «μικρή σκάλα του Μιλάνου»

η αυλαία του θεάτρου πέφτει.

Κι ο «Απόλλων» με τη λύρα σιγοπαίζει

το «Ριγκολέτο» του Βέρντι!

……Ξημέρωσε…….

Τώρα, στον όρμο των «Γραμμάτων»,

ναυαγοί προσκυνητές

χαράζουνε τις «προσευχές των βράχων».

Κι εμείς τις αναμνήσεις!

Μαρία Ν. Σαχά Γιαννoπούλου, φιλόλογος