Η πολυσχιδής προσωπικότητα του μεγάλου δημιουργού και η αγάπη του για το νησί που τον «γέννησε» και τον ενέπνευσε μέσα από τα μάτια της αδερφής του, Λιλής Ελευθερίου

Ο Μάνος Ελευθερίου "για πάντα" στη Σύρο

Πεζογράφος, ποιητής, στιχουργός, μανιώδης ερευνητής ιστορικών ντοκουμέντων, συστηματικός συλλέκτης φωτογραφιών, λογοτεχνικών έργων, θεατρικών προγραμμάτων, συγγραμμάτων, κειμηλίων, αρχειοθέτης αναμνήσεων, πηγή έμπνευσης για ποιοτική καλλιτεχνική δημιουργία. Ο Μάνος Ελευθερίου ήταν όλα αυτά μαζί, αλλά και κάτι ακόμη… Ήταν Συριανός.

Στις 22 Ιουλίου του 2018, η Ελλάδα αποχαιρέτισε μία εξέχουσα προσωπικότητα του πνεύματος, των Γραμμάτων και της Τέχνης και ταυτόχρονα, η πρωτεύουσα των Κυκλάδων αποχαιρέτισε έναν δικό της άνθρωπο, που δεν έπαψε ποτέ να αγαπά τη γενέτειρά του, να τη συλλογίζεται, να την τιμά και να την αναδεικνύει ιστορικά και πολιτιστικά μέσα από το πολυσχιδές έργο του.

Δύο χρόνια μετά το θάνατό του και η ψυχή του σπουδαίου δημιουργού παραμένει ζωντανή και «αγκαλιάζει» κάθε γωνιά του νησιού, στην οποία η σεμνή, διακριτική και ευγενική παρουσία του άφησε το στίγμα της: στο Ιστορικό Αρχείο και τη Δημοτική Βιβλιοθήκη – δομές που με περίσσιο ενδιαφέρον πάντα «τροφοδοτούσε», στο 4ο Δημοτικό Σχολείο Ερμούπολης – το σχολείο του Κουκουλά- όπου φοίτησε, στα σοκάκια της Ερμούπολης και την πλατεία Μιαούλη, όπου του άρεσε να απολαμβάνει τον πρωινό καφέ του, στις εξοχές της Σύρου, όπου γύριζε τα απογεύματα με ένα ταξί για να διατηρεί τις παιδικές μνήμες του, στο Θέατρο Απόλλων και όλους τους πολιτιστικούς χώρους όπου φιλοξενήθηκαν εκθέσεις, παρουσιάσεις, εκδηλώσεις με την πολύτιμη συμβολή του.

Μάνος, ο αδερφός

Στο πλευρό του, μέχρι και την τελευταία στιγμή, η αδερφή του, Λιλή… το στήριγμά του, ο άνθρωπος που οι κάτοικοι και οι σταθεροί επισκέπτες της Σύρου θα θυμούνται πάντα τα καλοκαίρια να τον συνοδεύει, να τον προσέχει, να τον φροντίζει, να τον κοιτάει στα μάτια. Πριν από δύο χρόνια, η χώρα μας έχασε ένα «φωτεινό πνεύμα». Ωστόσο, για την κ. Λιλή Ελευθερίου η απώλεια ήταν διπλή. Αποχωρίστηκε έναν μεγάλο δημιουργό που θαύμαζε όπως όλοι μας και μαζί… έναν αγαπημένο αδερφό.

«Στην οικογένειά μας, εγώ ήμουν η μικρότερη, ο Μάνος, ο μεγαλύτερος. Είχαμε διαφορά δέκα περίπου χρόνων, επομένως έπαιξε σημαντικό ρόλο στη ζωή μου από μικρό παιδάκι. Ήταν ένας καλός αδελφός. Καταλαβαίναμε ο ένας τον άλλον χωρίς πολλά λόγια. Ο αδερφός μου ήταν χρόνια άρρωστος. Βασιζόταν σε μένα πάρα πολύ. Όταν είχε κάνει μια επέμβαση στην καρδιά, εγώ είχα πάθει ένα σοβαρό αυτοκινητιστικό ατύχημα και δεν μπορούσα να γυρίσω το κεφάλι μου δεξιά-αριστερά, ούτε να σηκώσω βάρος.  Σκέφτηκα ότι ίσως χρειαζόμασταν τη βοήθεια ενός νοσοκόμου. Ο αδερφός μου με κοίταξε και με ρώτησε: «Θα τα βγάλουμε πέρα οι δυο μας, Λιλάκι;». Του είπα «εντάξει». Και τα βγάλαμε πέρα. Ήταν υπάκουος, ακολουθούσε τις οδηγίες των ιατρών, περάσαμε ένα μήνα μαζί μέχρι να επανέλθει πλήρως. Τα κάναμε όλα, χωρίς πρόβλημα».

Ένα μόνο βλέμμα ανάμεσα στον Μάνο Ελευθερίου και την αδερφή του, Λιλή ισοδυναμούσε με χίλιες λέξεις.

«Δεν ήμουν ελεγκτική αδερφή. Δεν τον ρωτούσα ποτέ «τι είναι αυτό» ή «με ποιον μιλάς;». Ένιωθε ασφυξία με τις πολλές ερωτήσεις. Είχαμε μάθει να επικοινωνούμε με ένα βλέμμα, ακόμη και με τη σιωπή. Σε καμία περίπτωση δεν ήταν αδιαφορία, αλλά ένας αμοιβαίος σεβασμός. Και όταν ήθελα να του πω κάτι, του το έλεγα με στίχους από δικά του ποιήματα. Κι εκείνος με ρωτούσε χαριτολογώντας «ποιος το ‘χει γράψει, Λιλάκι;» και γελούσε. Είχαμε μια καλή σχέση. Ο ένας ήταν στήριγμα για τον άλλον. Όταν ερχόμουν στη Σύρο, ερχόμουν για τον Μάνο, όχι για να κάνω εγώ διακοπές. Ήμουν πάντα έτοιμη. Δεν ήθελα να τον κάνω να περιμένει. Κατεβαίναμε το πρωί στην πόλη, πήγαινε αμέσως στο Ιστορικό Αρχείο και στη Βιβλιοθήκη. Πολλές φορές ήθελε να πηγαίνω κι εγώ μαζί του για να βλέπω τα βιβλία. Αγαπούσε πάρα πολύ τη Σύρο. Αυτό είναι σίγουρο. Τη νοιαζόταν, αλλά δεν ξέρω κατά πόσο η Σύρος τον αγαπάει. Δεν το έχω καταλάβει ακόμα».

Μάνος, ο χαμηλών τόνων

Όπως εξηγεί στην «Κοινή Γνώμη», ο Μάνος Ελευθερίου δεν σήκωνε ποτέ το κεφάλι του παραπάνω από εκεί που ο ίδιος έκρινε ότι πρέπει να κοιτάζει.

«Μου είχε ζητήσει να μη δεχτώ ποτέ να του κάνουν προτομή στη Σύρο. Μου έλεγε χαρακτηριστικά «αν μου κάνουν προτομή, με τα μαύρα που φοράς, κάθε βράδυ να πηγαίνεις και να το μουτζουρώνεις με ένα σπρέι». Χρόνια μου το ‘λεγε. «Να μη δεχτείς, Λιλάκι. Και του απαντούσα «εσύ στο χώμα κι εγώ στη φυλακή, γιατί κάποια στιγμή θα με πιάσουν». Τέλος πάντων, οι άνθρωποι το σεβάστηκαν και δεν έγινε. Ο αδερφός μου δεν επιζητούσε τιμές. Η απόφαση μετονομασίας του πρώην λατομείου σε Πολιτιστικό Χώρο «Μάνος Ελευθερίου» αρχικά δεν τον βρήκε σύμφωνο. Κάθετα αντίθετος ήταν στο να δοθεί το όνομά του στο 4ο Δημοτικό Σχολείο Ερμούπολης. «Ποιος είμαι εγώ που θα αλλάξω τα δεδομένα, την παράδοση;». Αυτό έλεγε. Ήταν σεμνός».

Σύμφωνα με την κ. Ελευθερίου, η ανάγκη του αδερφού της δεν ήταν να έχει την αγάπη των Συριανών, αλλά να δείξει με κάθε τρόπο τα ωραία πράγματα που έχει η Σύρος. «Δυο-τρεις μέρες πριν εισαχθεί στο νοσοκομείο, τον κάλεσαν στο τηλέφωνο και τον ενημέρωσαν ότι ο πέμπτος τόμος του για το «Θέατρο στην Ερμούπολη τον 20ο αιώνα» θα εκδοθεί. Έχουν περάσει δύο χρόνια και δεν έχει γίνει τίποτα. Θυμάμαι, επίσης, μία φορά που είχα πάει στο σπίτι του και ήταν λυπημένος. Δεν μπορούσα να τον ρωτήσω, αλλά θα καταλάβαινα σιγά σιγά. Μου εξήγησε ότι παρουσιάστηκε στο Θέατρο Απόλλων το έργο του, «Ο Πατέρας του Άμλετ», αλλά η ανταπόκριση δεν ήταν θερμή. Του έλεγα «γιατί περιμένεις; Κάνε αυτά που σε ευχαριστούν και μην περιμένεις τίποτα. Όταν δίνουμε αγάπη, δεν περιμένουμε να πάρουμε κάτι πίσω». Και στην πραγματικότητα, δεν περίμενε».

Μάνος, ο θαυμαστής του τόπου του

Η ιστορία της Ερμούπολης ήταν το πάθος του. Δεν έπαψε ούτε στιγμή να την αναζητά όπου αυτή έχει τρυπώσει.

«Είχε τρέλα με τη συλλογή βιβλίων που είχαν τυπωθεί στην Ερμούπολη. Τα τελευταία δέκα χρόνια εγώ του τα μάζευα, γιατί ο ίδιος δεν μπορούσε πια να πηγαίνει στο Μοναστηράκι, να ψάχνει σε βιβλιοπωλεία και πάγκους. Όταν έβρισκα έναν τίτλο «Εν ερμουπόλει» η χαρά του ήταν μεγάλη. Το κοίταζε το ξανακοίταζε, το χάιδευε. Όλο αυτό το πέρασμα της Σύρας τον θάμπωνε. Είχε μια αγάπη, μια στοργή για ό,τι έβρισκε. Το παρελθόν του νησιού τον ενδιέφερε και ήθελε να το επικοινωνήσει. Όποτε ερχόμασταν στη Σύρο, πήγαινε πρώτα στο Αρχείο και στη Βιβλιοθήκη. Μετά πίναμε καφέ, το μεσημέρι ξεκουραζόταν και τα απογεύματα, πριν κατέβουμε στην πλατεία, παίρναμε πάντα ένα ταξί και μας πήγαινε στις εξοχές, όπου κρυβόταν στον πόλεμο με τη μαμά και την αδελφή μας. Εγώ και ο άλλος αδελφός, ο Στέλιος δεν είχαμε γεννηθεί ακόμα. Και μου έδειχνε πού κρυβόντουσαν… κάθε φορά που επισκεπτόμασταν τη Σύρο».

Μάνος, ο λάτρης των τεχνών

Η μελλοντική δημιουργία μίας μόνιμης έκθεσης με προσωπικά αντικείμενα και συλλογές του Μάνου Ελευθερίου στη Σύρο, για την οποία η αδερφή του έδωσε τη συγκατάθεσή της πριν από ενάμιση χρόνο, θα προσφέρει την ευκαιρία στους επισκέπτες να καταλάβουν πώς ζούσε αυτός ο σπουδαίος άνθρωπος των Γραμμάτων και της Τέχνης.

« Δώρισα με χαρά στο Δήμο κάποια από τα πράγματα και τα έπιπλά του. Ό,τι είχε στο σπίτι του ήταν ένα παρελθόν που σχετίζεται με τη Σύρο και με αυτά που ονειρευόταν. Πολλές φορές, πηγαίναμε βόλτα στο νησί και όταν έβλεπε ένα ωραίο σπίτι μου έλεγε «να το ‘χαμε, αυτό Λιλάκι». Διαβάζοντας και ακούγοντας έναν στίχο που έγραψε «Αυτά που ονειρευόμουνα τις νύχτες, οι άλλοι χρόνια τα 'χουν αποχτήσει», θυμάμαι και αντιλαμβάνομαι τα λόγια του. Ήθελε να κάνει συνεχώς καινούρια πράγματα. Αν είχε κι άλλα χρόνια μπροστά του, ίσως να στρεφόταν περισσότερο στο θέατρο. Το αγαπούσε πολύ. Παρακολουθούσαμε τρεις και τέσσερις παραστάσεις την εβδομάδα. Τα προγράμματα, οι κατάλογοι, οι φωτογραφίες των ηθοποιών τον μάγευαν. Ήταν κάτι που το είχε από μικρός. Όταν ήμουν τριών ετών, μου μάθαινε μπαλέτο και μου έλεγε «θα σε κάνω σαν την Πάβλοβα». Εκείνος θα ήταν 13-14 ετών και την ήξερε. Σε μία φωτογραφία που τραβήχτηκε στη Σύρο, είμαι πάνω στον ώμο του με το ένα πόδι στον αέρα και εκείνος με κρατάει. Οι τέχνες ήταν μέσα του. Έτσι θυμάμαι τον αδερφό μου. Μου ζητούσε να του φτιάξω το φαγητό της μαμάς –πατάτες γιαχνί με ένα αυγό στη μέση- και δίπλα στο πιάτο είχε το βιβλίο του. Έτρωγε, διαβάζοντας».

Ο Μάνος όλων

Το έργο του Μάνου Ελευθερίου… μεγάλο και πολυποίκιλο. Ένα έργο που θα μείνει στην αιωνιότητα και θα αποτελεί «παράθυρο» επικοινωνίας με όλους εκείνους που τον γνώρισαν μέσα από αυτό και τον φυλούν για πάντα στο μυαλό και την καρδιά τους.

«Ο κύκλος των ανθρώπων που αγαπούν τον αδερφού μου είναι πολύ μεγάλος. Είναι μερικοί που δεν τον ξέρουν. Με σταματούν στο δρόμο, στο καφενείο, στο λεωφορείο και έρχονται και μου μιλούν γι’ αυτόν, για τα τραγούδια του, για τα βιβλία του, για προσωπικές μνήμες τους που έχουν συνδυάσει με δημιουργίες του. Αυτό μου κάνει εντύπωση και με συγκινεί», καταλήγει η κ. Ελευθερίου.