Συνέντευξη της νεαρής ντράμερ Lada Obradovic με αφορμή τη συμμετοχή του γκρουπ της στο 5ο Syros Jazz Festival

«Με τη τζαζ δεν βαριέμαι ποτέ»

Ένα νέο και ανερχόμενο συγκρότημα της διεθνούς τζαζ σκηνής ταξιδεύει σε μια βδομάδα από την Ελβετία στην Ελλάδα για να εμφανιστεί αποκλειστικά στο Syros Jazz Festival, το Σάββατο 7 Οκτωβρίου.

Το Project της Lada Obradovic σχηματίστηκε πριν από λίγο καιρό στη Βέρνη, όπου κάνει καριέρα εδώ και μερικά χρόνια η Κροάτισσα ντράμερ και αποτελείται από μουσικούς που καθένας κατάγεται από άλλη χώρα: τη Γαλλία, τη Σλοβενία, την Αυστρία και την Ελβετία.

Το σχήμα επισκέπτεται για πρώτη φορά τη χώρα μας, μετά την ολοκλήρωση ενός κύκλου 80 συναυλιών σε ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη. Όσοι βρεθούν στο Θέατρο Απόλλων θα έχουν την ευκαιρία να ακούσουν τις συνθέσεις που θα αποτελέσουν το υλικό του πρώτου τους άλμπουμ, λίγο πριν από την ηχογράφησή του.

Στο τέλος αυτής της επιτυχημένης και γεμάτης εμπειρίες για τη νεαρή ντράμερ τουρνέ, η ίδια μίλησε στην «Κοινή Γνώμη» για τη μαγική τέχνη της τζαζ που την κέρδισε σε νεαρή ηλικία, για τις μουσικές συνεργασίες της, καθώς και για την παρουσία της στο 5ο Syros Jazz Festival που συνδιοργανώνεται με την Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου και το Δήμο Σύρου-Ερμούπολης από τις 6 έως τις 8 Οκτωβρίου 2017.

Σημειώνεται, ότι το γκρουπ της Lada Obradovic συμμετέχει, χάρη στην ευγενική χορηγία της κ. Δέσποινας Παρασκευαΐδου και την υποστήριξη του Ιδρύματος Ωνάση.

Ξεκινήσατε από πολύ μικρή ηλικία να μελετάτε πιάνο. Τι συνέβαλε στην απόφασή σας να γίνετε τελικά τζαζ ντράμερ;

«Το πιάνο ήταν επιλογή των γονιών μου, οι οποίοι ήθελαν να έχω έστω μια μουσική και στοιχειώδη εκπαίδευση. Όμως ποτέ δεν μου άρεσε πολύ κι έτσι αντίθετα με την αδελφή μου, το παράτησα γρήγορα και αφοσιώθηκα στην εντατική προπόνηση στην κολύμβηση. Πέντε χρόνια αργότερα εντελώς τυχαία ανακάλυψα τα τύμπανα και αποφάσισα να σταματήσω την κολύμβηση και να αρχίσω να μελετώ ντραμς. Σύντομα κανόνισα ένα ραντεβού στα Πανεπιστήμια του Γκρατς και της Βιέννης για να μάθω τι θα έπρεπε να κάνω, ώστε να προετοιμάσω την εισαγωγή μου στην αυστριακή Ακαδημία της τζαζ. Νομίζω ότι ασχολήθηκα με την τζαζ γιατί βαριόμουν πολύ γρήγορα να παίζω ποπ, ροκ και γκραντζ ρυθμούς. Με ενδιέφερε περισσότερο να μάθω πιο δύσκολους ρυθμούς, με περίπλοκες δομές και αντιλήφθηκα ότι αυτό με οδηγούσε προς την τζαζ».

Για ποιον λόγο πιστεύετε ότι η πλειοψηφία του κόσμου δεν ακούει και τόσο πολύ τζαζ; Είναι θέμα καλλιέργειας, εμπειρίας ή μήπως είναι απαιτητική ως μορφή τέχνης;

«Νομίζω ότι δεν μπορεί ο καθένας να αφομοιώσει όλα τα είδη της τζαζ. Κι εγώ προσωπικά δεν θα έλεγα ότι μου αρέσουν όλα τα είδη της. Θα ήταν ψέμα. Η γνώμη μου είναι ότι εξαρτάται από την κουλτούρα μας, τον τρόπο που ανατραφήκαμε και τι έχουμε συνηθίσει να ακούμε, αλλά κι από την παιδεία, τις κοινωνικές επιρροές μας, το πόσο συχνά ταξιδεύουμε, πόσο ανοιχτοί είμαστε στα πολιτισμικά ερεθίσματα. Όλα παίζουν τον ρόλο τους».

Παρουσιάστε μας το Lada Obradovic Project.

«Είναι ένα Project που παίζει δικά μου κομμάτια. Άρχισα να τα γράφω με το που ξεκίνησα να παίζω ντραμς. Είχα στο μυαλό μου τη δομή και τις μελωδίες και αρκετές γνώσεις στο πιάνο για να κάνω τις συνθέσεις. Δυστυχώς όμως δεν είχα τις γνώσεις για να τις γράψω με λεπτομέρεια σε παρτιτούρα. Κράτησα τις ιδέες στο μυαλό μου για χρόνια, μέχρι που άρχισα να μελετώ στη μουσική ακαδημία, οπότε μπόρεσα τελικά να τις καταγράψω. Μετά αντιλήφθηκα για πρώτη φορά ότι σχετίζονταν με περίπλοκους ρυθμούς, πολυ-μέτρα και πολυτονικότητες. Άρχισα να μελετώ βιμπράφωνο -ένα από τα αγαπημένα μου όργανα- και να συνθέτω όλα τα μέρη σε αυτό. Έτσι ξεκίνησε η ιδέα να φτιάξω ένα κουαρτέτο με βιμπράφωνο, πιάνο, μπάσο και ντραμς. Υπήρχαν και μερικά κομμάτια που απαιτούσαν σαξόφωνο, όπως το «κύριο κομμάτι» του project, αυτό που το αποκαλώ «μητέρα των κομματιών», το οποίο ήταν και το πρώτο του όλου project. Ο τίτλος του είναι “Scream” και περιγράφει τον πόλεμο που έζησα ως παιδί στην Κροατία. Τα άλλα κομμάτια είναι κοινωνικές ιστορίες από τα παιδικά και νεανικά μου χρόνια. Είναι πραγματικές ιστορίες που καταλήγουν στη νέα κατάσταση που αντιμετωπίζω στην χώρα που ζω αυτή τη στιγμή, την Ελβετία. Αυτά τα εννέα κομμάτια περιστρέφονται γύρω από τον κύκλο προβλημάτων που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα του 21ου αιώνα. Θα τα ηχογραφήσουμε τον Δεκέμβριο και το πρώτο μας άλμπουμ μακράς διάρκειας θα κυκλοφορήσει στις αρχές του 2018.

Πρόσφατα ολοκληρώσατε μία μεγάλη περιοδεία στην Ευρώπη. Ποιες οι εμπειρίες που αποκομίσατε;

«Είναι δύο ακόμη σχήματα με τα οποία παίζω συχνά. Το Obradovic-Tixier Duo, που διατηρώ με τον μεγάλο Γάλλο πιανίστα David Tixier, ο οποίος παίζει και στο Project μου και το επιτυχημένο David Tixier Trio. Με τον David παίζουμε μαζί εδώ και μερικά χρόνια και έχω μάθει πολλά από αυτόν. Με τα τρία αυτά γκρουπ περιοδεύουμε συχνά. Φέτος κάναμε 80 συναυλίες σε 17 χώρες. Είναι απίστευτη η εμπειρία που απέκτησα αυτούς τους 8 μήνες. Έμαθα πάρα πολλά για τους ανθρώπους, τις διάφορες κουλτούρες, το φαγητό, το να οργανώνεις πράγματα, για την ίδια τη μουσική. Συνάντησα πάρα πολλούς σπουδαίους ανθρώπους, από καταπληκτικούς βραβευμένους μουσικούς, μέχρι φημισμένους αλεξιπτωτιστές, μάγειρες, μουσικούς επιχειρηματίες και απλούς ακροατές. Είχαμε και μερικές άσχημες εμπειρίες που με δίδαξαν πολλά για το πώς πρέπει να οργανώνεις κάτι. Μέχρι τώρα κανένα σχολείο δεν με δίδαξε όσα ο δρόμος και οι μουσικοί με τους οποίους παίζω».

Ένα φεστιβάλ τζαζ μπορεί να δώσει ώθηση στην πολιτιστική εικόνα μιας πόλης;

«Σε όλον τον κόσμο τα φεστιβάλ τζαζ συμβάλλουν στο να δώσουν μια σπουδαία εικόνα της πόλης και της χώρας στην οποία γίνονται. Πιστεύω ότι υπάρχει ακόμη ένας μεγάλος αριθμός ακροατών αυτής της μουσικής και είναι σημαντικό να τους δίνεις την ευκαιρία να ρίξουν μέσω του φεστιβάλ μια ματιά στο τι συμβαίνει σήμερα στη μουσική. Αξίζει για τον πολιτισμό, το κοινό και σίγουρα για τους ίδιους τους μουσικούς».

Τι έχετε ετοιμάσει για το κοινό της Σύρου;

«Πρέπει να παραδεχτώ ότι περιμένω με ανυπομονησία το Syros Jazz Festival εδώ και μήνες. Δεν έχω ξαναπαίξει στην Ελλάδα και χάρη στο φεστιβάλ, αλλά και τη γενναιόδωρη χορηγία του Ιδρύματος Ωνάση στην Αθήνα, μας δίνεται η ευκαιρία να παίξουμε το ίδιο ρεπερτόριο που θα ηχογραφήσουμε τον Δεκέμβριο. Αυτό ακριβώς θα παρουσιάσουμε στο ακροατήριό σας».