Συνέντευξη της Αλεξάνδρας Παλαιολόγου για την παράσταση «Επάγγελμα Πόρνη», βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο της Λιλής Ζωγράφου

«Ο μονόλογος με έχει κάνει καλύτερη ηθοποιό»

Δύο ιστορίες ανθρώπινες και αληθινές, δύο ιστορίες ανατριχιαστικές και συγκινητικές, δύο ιστορίες που αποδεικνύουν ότι η Λιλή Ζωγράφου ήταν ένας συνειδητοποιημένος – σκεπτόμενος άνθρωπος και μια αντισυμβατική συγγραφέας, θα αφηγηθεί επί σκηνής του Θεάτρου Απόλλων, η ηθοποιός Αλεξάνδρα Παλαιολόγου.

Μετά την επιτυχημένη πορεία της στην Αθήνα και την περιοδεία της ανά την Ελλάδα, η παράσταση «Επάγγελμα Πόρνη» σε σκηνοθεσία Ένκε Φεζολλάρι έρχεται στο εμβληματικό θέατρο της Ερμούπολης, την Τρίτη 24 Απριλίου 2018.

Το έργο εστιάζει σε δύο αυτοβιογραφικές ιστορίες από το ομώνυμο βιβλίο της Λιλής Ζωγράφου, οι οποίες δίνουν το στίγμα της εποχής και σκιαγραφούν τη συγγραφέα-ορόσημο της Ελλάδας της μεταπολίτευσης: μίας γυναίκας αγωνίστριας ενάντια σε κάθε μορφή βίας. Σε κάθε καθεστώς που εξαθλιώνει την ανθρώπινη υπόσταση και σε κάθε αυτεπάγγελτη εξουσία που στερεί τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα.

Η οξύτητα της γραφής της, το σαρκαστικό και γλυκόπικρο χιούμορ της, η αφηγηματική της ορμητικότητα, η αφοπλιστική και έντιμη ειλικρίνεια αποκτούν λόγο επί σκηνής με την Αλεξάνδρα Παλαιολόγου και αναδεικνύονται με τη μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη.

Σε συνέντευξή της στην «Κοινή Γνώμη» η πρωταγωνίστρια της παράστασης αναφέρεται στα μηνύματα του έργου, που θα απολαύσει σε λίγες ημέρες το κοινό της Σύρου, αλλά και στα μαθήματα ζωής και υποκριτικής που πήρε από τον θεατρικό μονόλογο, είδος με το οποίο καταπιάστηκε για πρώτη φορά πριν από τέσσερα χρόνια.

Πότε ξεκίνησε το «ταξίδι» αυτής της παράστασης και ποια η αίσθηση που αφήνει σε κάθε «λιμάνι» της;

«Πριν από τέσσερα χρόνια, επρόκειτο να κάνω μια δουλειά στο Εθνικό Θέατρο και θα άρχιζα πρόβες το Φεβρουάριο. Σκέφτηκα λοιπόν ότι μέχρι τότε, καλό θα ήταν να κάνω και κάτι ακόμη, να μην κάθομαι τόσους μήνες. Έτσι, βρέθηκα με τον Ένκε Φεζολλάρι, ο οποίος είχε την ιδέα να ανεβάσουμε το «Επάγγελμα Πόρνη» της Λιλής Ζωγράφου. Έκτοτε, ο μονόλογος αυτός έχει παιχτεί τόσο σε διάφορα θέατρα της Αθήνας, όσο και στην περιφέρεια. Έχουμε επιλέξει να αφηγηθούμε θεατρικά δύο αυτοβιογραφικές ιστορίες της συγγραφέως. Η Λιλή Ζωγράφου, ως γνωστόν, ήταν μια πολύ σπουδαία συγγραφέας, μια γυναίκα μαχητική, ανεξάρτητο πνεύμα, δεν φοβόταν να πει τα πράγματα με το όνομά της. Και γενικά το μυαλό της και αυτά που έχει πει ήταν πολύ μπροστά από την εποχή που γράφτηκε το βιβλίο. Αλλά ανακαλύπτουμε ότι ακόμα και σήμερα, τα γραπτά της είναι πιο μπροστά και από τη δική μας εποχή. Η μία ιστορία αναφέρεται σε κάτι τραγικό που περνάει, αλλά η ίδια το αντιμετωπίζει με το καυστικό χιούμορ, το οποίο τη διέκρινε. Η δεύτερη είναι πιο προσωπική και ανατριχιαστική. Δε φαντάζεσαι ότι ένας τέτοιος λόγιος άνθρωπος και μια γυναίκα, όπως η Λιλή Ζωγράφου έχει ζήσει όλα αυτά. Και οι δύο έχουν πολύ ενδιαφέρον από μόνες τους. Επιπλέον, ο λόγος της συγγραφέως είναι τόσο πυκνός σε νοήματα, που δεν υπάρχει περίπτωση να μην αγγίξει οποιοδήποτε θεατή σε διαφορετικά σημεία. Άλλος μπορεί να ταυτιστεί με μία αναφορά στη μοναξιά και την ερημιά, άλλος με την ελευθερία κι άλλος με τον εξευτελισμό που προκαλεί η πείνα. Δυστυχώς πολύς κόσμος σήμερα ζει κάτω από αυτές τις συνθήκες. Δεν υπάρχει περίπτωση ο κόσμος να μη συγκινηθεί με αυτές τις αλήθειες. Και ο λόγος της Λιλής είναι αυτός που τις κάνει ακόμα πιο σπουδαίες».

Ποιο στοιχείο στα κείμενα της Λιλής Ζωγράφου καθηλώνει τόσο τον αναγνώστη και εν προκειμένω το θεατή, όσο και σε εσάς που τα παρουσιάζετε επί σκηνής;

«Η Λιλή Ζωγράφου έγραψε τόσες πολλές αλήθειες, χρησιμοποιώντας πολύ καλά ελληνικά, που πραγματικά νιώθω πως θα μπορούσα να το είχα διατυπώσει κι εγώ αυτό, γιατί είναι πράγμα που με αφορά, αλλά με πολύ χειρότερο τρόπο. Η Λιλή ήξερε πολύ καλά πώς να χειριστεί το λόγο. Για μένα λοιπόν κάθε πρόταση του έργου είναι μια αποκάλυψη. Παρουσιάζουμε δύο ανθρώπινες ιστορίες αυτής της συγγραφέως, που πραγματικά είχε περάσει πάρα πολύ δύσκολα».

Ποια η διαφορά ανάμεσα σε μία πολυπληθή παράσταση και έναν μονόλογο;

«Στο παρελθόν, δεν είχα καταπιαστεί ξανά με μονόλογο. Είναι πολύ δύσκολο το εγχείρημα. Αλλά άπαξ και αποφασίσεις να το κάνεις, μπεις στα βαθιά και τα καταφέρεις, έχω την αίσθηση, μόνο καλύτερο ηθοποιό μπορεί να σε κάνει. Γιατί οξύνει πάρα πολύ τις υποκριτικές σου δυνατότητες. Είσαι μόνος σου πάνω στη σκηνή και δεν έχεις να πιαστείς από πουθενά. Καλείσαι να αποδώσεις συναισθήματα, να τα μεταφέρεις στο κοινό, να το συνεπάρεις, να το καθηλώσεις. Οι μονόλογοι μπορεί να γίνουν αφόρητα βαρετοί αν δεν στηθούν, σκηνοθετηθούν και παιχτούν καλά. Οπότε μέσα από αυτή τη διαδικασία, πήρα μαθήματα υποκριτικής αλλά και ζωής».

Στο παρελθόν συμμετείχατε και σε αρκετές τηλεοπτικές σειρές, τότε που η τηλεόραση είχε τη δύναμη να γεμίσει τα θέατρα με κόσμο που αναζητούσε τους αγαπημένους του ηθοποιούς από τη μικρή οθόνη. Σήμερα, που η τηλεόραση έχει χάσει την παλιά αίγλη της, το κοινό ακολουθεί το ίδιο πιστά τη θεατρική πορεία ενός καλλιτέχνη;

«Έχω την αίσθηση πως ναι. Η τηλεόραση δεν μπορεί να παράξει δουλειές όπως στο παρελθόν. Οι ωραίες παραγωγές παρακινούσαν το κοινό να ακολουθήσει έναν ηθοποιό και στο θέατρο για να δει τι κάνει και εκεί. Επειδή τώρα ζούμε σε μια εποχή πολύ περίεργη, όπου τα ιδανικά έχουν εκλείψει και υπάρχει μεγάλη απογοήτευση, πιστεύω πως, το θέατρο αποτελεί καταφύγιο για το κοινό, γιατί είναι ένας χώρος που του επιτρέπει να φύγει τελείως από την πραγματικότητα που ζει, να ταξιδέψει, να ονειρευτεί, να γελάσει, να κλάψει, να ελπίσει εκ νέου. Του δημιουργεί διάφορα συναισθήματα, πολύ σημαντικά. Γι’ αυτό πιστεύω ότι έχει αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια. Δεν ξέρω, βέβαια, αν είναι τόσο καλό να υπάρχουν 1.500 παραστάσεις στην Αθήνα. Και δεν ξέρω κάτω από ποιες συνθήκες γίνονται κάποιες εξ’ αυτών. Ωστόσο, η κρίση μας έχει οδηγήσει στο να αντιμετωπίσουμε την τέχνη μας με εφηβική ενέργεια και αγάπη, να βρούμε τρόπους καινούριους είτε σκηνογραφικά, είτε σκηνοθετικά για να στήσουμε μια παράσταση με χαμηλότερο budget από ό,τι παλιά. Ενεργοποίησε εκείνους που έχουν μεγάλη αγάπη για το θέατρο. Αυτός είναι ο λόγος που το υπηρετούμε και όχι τα χρήματα. Γιατί δεν βγάζουμε πλέον τα χρήματα του παρελθόντος και κάποιες φορές ούτε τα προς το ζην».

Ποιο είναι το επόμενο θεατρικό βήμα σας;

«Έχουμε πει με τον Ένκε Φεζολλάρι που σκηνοθετεί το «Επάγγελμα Πόρνη», να ανεβάσουμε το λογοτεχνικό έργο του Γκουστάβ Φλωμπέρ «Μαντάμ Μποβαρί». Στο εξωτερικό έχει παρουσιαστεί θεατρικά πάρα πολλές φορές, αλλά θα είναι η πρώτη φορά που θα γίνει στην Ελλάδα. Οπότε έχουμε παθιαστεί με το καινούριο μας πόνημα».