Σε επίσχεση εργασίας ιατρικό, νοσηλευτικό και λοιπό προσωπικό στα Κέντρα Υγείας Μήλου, Τήνου και Άνδρου, ενώ αναμένεται να ακολουθήσουν Πάρος, Θήρα και άλλα νησιά

Μπαράζ κινητοποιήσεων στα Κ.Υ. των Κυκλάδων

Το ένα μετά το άλλο περνούν τα Κέντρα Υγείας των Κυκλάδων σε καθεστώς επίσχεσης εργασίας, καθώς, τόσο το ιατρικό όσο και το νοσηλευτικό προσωπικό, παραμένουν απλήρωτα, από τον Φεβρουάριο του 2015.

Σε επίσχεση εργασίας προχώρησαν το νοσηλευτικό προσωπικό και το πλήρωμα των ασθενοφόρων στα ΚΥ Μήλου, Τήνου και Άνδρου, ενώ αναμένονται αντίστοιχες κινητοποιήσεις, από τους εργαζόμενους των ΚΥ Πάρου και Σαντορίνης, με τους γιατρούς να ακολουθούν προς την ίδια κατεύθυνση.

Οι εργαζόμενοι στον τομέα της δημόσιας υγείας πρώτου βαθμού αντιδρούν στη μη καταβολή των εφημεριών για τους γιατρούς και των εξαιρέσιμων για το υπόλοιπο προσωπικό. Η 2η ΥΠΕ ήδη από τον Ιούνιο του 2015 μεταθέτει ανά δεκαπενθήμερο την εξόφληση των εργαζομένων, οι οποίοι καλούνται να αντιμετωπίσουν ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες εργασίας λόγω των τεράστιων ελλείψεων και υποστελέχωσης, που αντιμετωπίζουν τα ΚΥ των Κυκλάδων.

Απλήρωτο το σύνολο των εργαζομένων στα Κέντρα Υγείας

Η εφημερίδα ήρθε σε επαφή με την πρόεδρου του Σωματείου Εργαζομένων Τομέα Υγείας Νομού Κυκλάδων, (Σ.Ε.Τ.Υ.Νο.Κ.), κ. Σταυρούλα Μαρδάκη, η οποία εξήγησε τους λόγους της κινητοποίησης των εργαζομένων στην υγεία.

«Υπάρχει γενικότερο πρόβλημα στα Κέντρα Υγείας (ΚΥ) του νομού Κυκλάδων. Αυτή τη στιγμή είναι απλήρωτοι όλοι οι εργαζόμενοι. Και γιατροί και παραϊατρικό προσωπικό. Και λέγοντας παραϊατρικό προσωπικό δεν εννοώ μόνο τους νοσηλευτές, αλλά και οι βοηθοί θαλάμων, τα πληρώματα ασθενοφόρων, οι εργαζόμενοι στα εργαστήρια, όπως ακτινολογικό, μικροβιολογικό. Όλοι αυτοί παραμένουν απλήρωτοι εδώ και 10 περίπου μήνες, όσον αφορά στις δεδουλευμένες ώρες. Αυτό σημαίνει ότι είναι απλήρωτες οι Κυριακές, τα νυχτερινά, το κυκλικό ωράριο», τονίζει.

Εντούτοις, σύμφωνα με την κ. Μαρδάκη, «οι εργαζόμενοι συνέχιζαν μέχρι πρόσφατα να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους και ακόμα τις προσφέρουν, αλλά με τον όρο επίσχεσης εργασίας, διότι πρέπει κάποια στιγμή αυτά τα χρήματα να καταβληθούν. Έχουμε κάνει επανειλημμένες παρεμβάσεις και στην 2η ΥΠΕ Πειραιώς και Αιγαίου, έχουμε ζητήσει και συνάντηση με τον Υπουργό ως Σωματείο Εργαζομένων του νομού Κυκλάδων. Δυστυχώς η απάντηση ήταν αρνητική και δεν έγινε ποτέ αυτή η συνάντηση, με αποτέλεσμα να θεωρούμε ότι υπάρχει μία κοροϊδία. Δεν έχουμε κάποιον άλλο τρόπο ώστε να μπορέσουμε να ζητήσουμε αυτά τα χρήματα. Δεν μπορούμε, φυσικά, να κλείσουμε τα Κέντρα Υγείας, καθώς είναι μία παροχή προς τον συνάνθρωπο. Προσπαθούμε λοιπόν με την επίσχεση να μπορέσουμε να διεκδικήσουμε αυτά τα χρήματα, αλλά και μία καλύτερη αντιμετώπιση των Κέντρων Υγείας των νησιών από την πολιτεία. Καταλαβαίνουμε και εμείς, ότι και η ΔΥΠΕ πρέπει να πάρει από το κράτος. Μιλάμε όμως για χρήματα, τα οποία έπρεπε ήδη να υπάρχουν στους προϋπολογισμούς».

Εξηγώντας τη δεδομένη κατάσταση, η πρόεδρος του ΣΕΤΥΝοΚ αναφέρει, ότι «στη Μήλο, δύο πληρώματα ασθενοφόρου, καλούνται να καλύψουν 24ωρη βάρδια κάθε μέρα. Οι νοσηλευτές στα ΚΥ πρέπει να καλύψουν 3 βάρδιες το 24ωρο. Κάθε μέρα. Επίσης ο γιατρός – ο οποίος παραμένει απλήρωτος – που έχει να καλύψει τόσα περιστατικά σε 24ωρη βάση και αυτό να γίνεται κάθε μέρα, μην έχοντας την πολυτέλεια να ξεκουραστεί».

Παράλληλα, σημειώνει προς καθησυχασμό των πολιτών, πως «ας μην νομίζει ο κόσμος, ότι στο καθεστώς επίσχεσης εργασίας καθόμαστε στα σπίτια μας. Δεν έχουμε αυτή την πολυτέλεια. Είμαστε στις υπηρεσίες μας. Όλοι οι εργαζόμενοι που κάνουν επίσχεση εργασίας βρίσκονται στις υπηρεσίες τους. Οφείλουν να είναι, ώστε να εξυπηρετήσουν τα περιστατικά, όποτε υπάρχει ανάγκη», υπογραμμίζοντας, πως οι ασθενείς θα συνεχίσουν να εξυπηρετούνται.

Αναγκαία η στήριξη των κινητοποιήσεων από τους πολίτες

Ωστόσο, η κ. Μαρδάκη επισημαίνει, πως «το κύριο μέλημά μας αυτή τη στιγμή, ναι μεν είναι να αποδοθεί η μισθοδοσία που πρέπει στο προσωπικό, υπάρχουν όμως και πάρα πολλές ελλείψεις. Δεν υπάρχει προμήθεια υλικών, δεν γίνονται οι συμβάσεις, δεν γίνονται οι προμήθειες για να μπορέσουμε να εξυπηρετήσουμε αυτό τον κόσμο. Με αυτό τον τρόπο, προσπαθούμε να δώσουμε και στον ίδιο τον πολίτη να καταλάβει ότι πρέπει να ενισχυθούν αυτές οι μονάδες. Στην περίπτωση περεταίρω υποβάθμισης, το μόνο που του απομένει είναι ο ιδιώτης. Δυστυχώς».

«Πρέπει να περαστεί στον πολίτη και προσπαθούμε να περάσουμε και ένα μήνυμα προς κάθε ένα νησιωτικό Δήμο, ότι και οι ίδιοι πρέπει να βοηθήσουν και να ενισχύσουν την προσπάθεια των εργαζομένων στα Κέντρα Υγείας. Δεν είναι πρωταρχικό μέλημά μας τα χρήματα, αν και μπορεί να φαίνεται ότι το κάνουμε καθαρά και μόνο για το οικονομικό όφελος. Όταν δεν έχεις γιατρό, όταν δεν έχεις τα απαραίτητα υλικά για να μπορέσεις να παρέχεις τις υπηρεσίες που πρέπει, πώς θα γίνει; Δεν γίνεται διαφορετικά», τονίζει.

Επιπρόσθετα, αναφέρει, ότι «θα έπρεπε να ενισχυθεί περισσότερο ο τομέας της υγείας. Ειδικά τώρα, που υπάρχει αυτή η οικονομική κρίση. Διότι η υγεία είναι ένα αναφαίρετο και δημόσιο αγαθό και πρέπει με κάθε τρόπο να την προασπίσουμε. Και πρέπει να συμβάλλουμε όλοι. Πολλοί θα θεωρήσουν, ότι οι εργαζόμενοι στα κέντρα υγείας “φωνάζουν” για να πάρουν μόνο τα λεφτά τους. Όχι, “φωνάζουν” για να μη χαθούν οι θέσεις εργασίας. Εμείς είμαστε κρατικοί υπάλληλοι. Το πολύ-πολύ, να μας μεταθέσουν σε κάποια άλλη μονάδα υγείας. Ο πολίτης όμως, θα έχει χάσει ένα νοσοκόμο, ένα γιατρό, ένα Κέντρο Υγείας».

Η πρόεδρος του Σωματείου υπογραμμίζει, πως «η δημόσια υγεία υποβαθμίζεται συνεχώς και αυξάνεται η δραστηριότητα του ιδιωτικού τομέα. Ο ιδιωτικός τομέας θα έπρεπε να καλύπτει κάποια κενά που ενδεχομένως να άφηνε η δημόσια υγεία και όχι να καλύψει τελείως τον δημόσιο τομέα. Για παράδειγμα, στη Νάξο δεν έχουμε Παιδίατρο στο νοσοκομείο και άρα ο κάτοικος θα πρέπει να πάει το παιδί του σε ιδιώτη. Ποιος έχει τη δυνατότητα αυτές τις μέρες να πληρώσει από 30-50 ευρώ για να πάει το παιδί του στο γιατρό για ένα απλό εμβόλιο;».

Τέλος, η κ. Μαρδάκη τονίζει την ιδιαίτερη σημασία που έχει η συμμετοχή των πολιτών στον αγώνα των εργαζομένων, εξηγώντας, πως «οι 20 εργαζόμενοι του κάθε Κέντρου Υγείας, όσο και να “φωνάξουν” δε θα ακουστούν. Χρειάζεται να κινητοποιηθούν όλες οι τοπικές κοινωνίες, στο κάθε νησί. Αυτό ακόμη δεν το έχουμε καταλάβει. Κατ’ εμέ, πρέπει να υπάρξει γενικός ξεσηκωμός, όχι μόνο από τους εργαζομένους, αλλά από όλους τους κατοίκους των νησιών, διότι πρωτίστως, το ζήτημα αφορά τους ίδιους. Μόνο έτσι υπάρχει ελπίδα να αλλάξει κάτι».