Αξιοποιώντας εναλλακτικές μορφές τουρισμού στην Σύρο

«Ξυπνά» η λίθινη εποχή της Πρωτεύουσας των Κυκλάδων

Το λίθινο χρονικό της Σύρου, το οποίο μελετήθηκε πριν τρία χρόνια και η έρευνα του δημοσιεύτηκε τον περασμένο Σεπτέμβρη, προσφέρει ακόμη μια πτυχή αξιοποιήσιμου τουριστικού στοιχείου με στόχο να προσελκύσει ξένους τουρίστες που θαυμάζουν και σέβονται τον ελληνικό πολιτισμό.

Η πρωτεύουσα των Κυκλάδων, παράλληλα με την προώθηση της πολιτισμικής της ιδιαιτερότητας που κατέχει εξέχουσα θέση στον προσδιορισμό της ταυτότητας του νησιού με απώτερο σκοπό την προσέλκυση και την ενίσχυση της τουριστικής κίνησης στον τόπο, κατέχει πλέον και την δυνατότητα ανάδειξης του ιστορικού της πλούτου μέσα από τα νέα στοιχεία που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας σχετικά με τις αρχαίες επιγραφές που ανακαλύφθηκαν από ξένο ερευνητή, στους βράχους των περιοχών της Σύρου. Μια νέα εναλλακτική μορφή τουρισμού βρίσκεται στα προπύλαια της εν δυνάμει αξιοποίησης του, με την βασική προϋπόθεση ότι οι αποδέκτες του θα τρέφουν άσβεστο ενδιαφέρον για την ελληνική ιστορία, την μυθολογία της Ελλάδας και την ναυτική υπεροχή των νησιών του Αιγαίου.

Η Σύρος μέσα από τα μάτια ενός επισκέπτη

«Επέλεξα το Συριανό Τοπίο επειδή το βρήκα ουσιαστικό, σκληρό, σχεδόν ασκητικό και έγινα κάτοικος της Σύρου. Από τη μια η ζωντανή μικρή πόλη με μια επαρκή ανθρωποκοινωνία, από την άλλη ένα φυσικό πάρκο στη βόρεια πλευρά του νησιού, μια αρμονική φυσική ενότητα, μια άθικτη φυτοκοινωνία. Σε τούτα τα μέρη είχε γεννηθεί ο Αιγαιακός πολιτισμός (πολιτισμός Σύρου-Κέρου), που οι αρχαιολόγοι τον περιγράφουν σαν την αυγή του ανθρώπινου πολιτισμού», αναφέρει συγκεκριμένα ο ξένος ερευνητής που επέλεξε να μελετήσει την ιστορικότητα της Σύρου «κρυμμένη» μέσα στους βράχους των βόρειων περιοχών του νησιού. Ως «εμπειρία ζωής» χαρακτήρισε το ταξίδι του στο νησί με την χειμωνιάτικη μοναδικότητα, όπου φωτογράφισε και αρχειοθέτησε όλο αυτό το “χαραγμένο χρονικό” που αποτελεί μέρος της ιστορίας ενός νησιού του Αρχιπελάγους και του έδωσα τη μορφή βιβλίου.

Στη Χαλανδριανή, στο Καστρί, στο Γαλησσά, στο όρος Σκόπελος και στις βουνοπλαγιές περιπλανήθηκε ο ερευνητής ανακαλύπτοντας τις “λίθινες μαρτυρίες” χιλιάδων χρόνων οι οποίες αφηγούνται καθημερινές ιστορίες των κατοίκων του νησιού και των περαστικών ταξιδιωτών. «Πάνω στα βράχια του νησιού βρίσκονταν χαραγμένη η συνέχεια της ελληνικής γλώσσας» εκμυστηρεύεται ο κ. Ρόμβος ο οποίος εντόπισε τα πρώτα ίχνη ναυτικών επιγραφών, στην περιοχή Γράμματα, στα σκαλοπάτια που οδηγούσαν εκεί που χτίστηκε ο ναός της Ίσιδος και της Σεράπιδος, οι προστάτες θεοί των πλεόντων και σωτήρες των ναυτικών που θαλασσοδέρνονταν. Σύμφωνα με τις επιγραφές, στον απάνεμο κόλπο των Γραμμάτων κατέφευγαν οι ταξιδιώτες, που χρησιμοποιούσαν το Αιγαίο ως γέφυρα εμπορίου και συναλλαγών, στην προσπάθεια τους να σωθούν από την θαλασσοταραχή. Στις πέτρες και τους βράχους της περιοχής, καταγράφονται οι ευχαριστίες των ναυτικών στους θεούς που τους βοηθήσαν να σωθούν από τον κίνδυνο του πνιγμού.

Σχετικά με τις επιγραφές

«Οι χαραγμένες επιγραφές είναι στην πλειοψηφία τους ευχές. Περιέχουν παρακλήσεις προς τους θεούς, τον Ήλιο και τους Διόσκουρους για να τους δώσουν καλό ταξίδι ή ευχαριστίες για τη σωτηρία τους από την τρικυμία. Είναι μαρτυρίες για τους κινδύνους που αντιμετώπισαν οι ταξιδιώτες που προσορμίστηκαν στα Γράμματα, εξαιτίας των αντίξοων συνθηκών και τις κακουχίες που συνάντησαν στα ανοιχτά του Αιγαίου». Συμπληρωματικά αναφέρει ο ερευνητής πως «Κάποιες από τις επιγραφές αναφέρουν ονόματα ανδρών, καπετάνιων, ναυτικών ή επιβατών, που υποχρεώθηκαν, από την τρικυμία που συνάντησαν στο πέρασμα των Γιούρων, να καταφύγουν στον όρμο των Γραμμάτων και να περιμένουν τη βελτίωση του καιρού για να συνεχίσουν το ταξίδι τους. Πατρίδες αυτών που χάραξαν τις επιγραφές προς τους θεούς είναι η Άνδρος, η Πάρος, η Έφεσος, η Μήλος, τα Πίναρα, το Πηλούσιο, η Μίλητος και ως προς το επάγγελμα ή το αξίωμα ήταν ναυτικοί, ναύκληροι, στρατιώτες και μοναχοί».

Προσεγγίζοντας την δυτική πλευρά του νησιού αποκαλύπτονται περισσότερες επιγραφές ελληνιστικές και ρωμαϊκές, που χαρακτηρίζονται κατά κύριο λόγο χριστιανικές που έγιναν κατά τη διάρκεια της βυζαντινής αυτοκρατορίας, και είναι καλλιγραφημένες. Στην κορυφή της περιοχής, η οποία αποτέλεσε φάρο για τα περαστικά πλοία, οι επιγραφές παρέχουν πληροφορίες τόσο για τους ανθρώπους και τα πλοία που κατέφευγαν εκεί όσο και για τον χριστιανισμό, καθώς στα ελάχιστα απομεινάρια της εκκλησίας, καταγράφονται οι επικλήσεις βοήθειας, με γραφές που αρχίζουν συνήθως με το «Κύριε βοήθι» ή με το «Κύριε σώσον».

Αξιοποιήσιμη ιστορική πραγματικότητα

Ανάγκη για έκφραση και επικοινωνία καταδεικνύουν οι μελετημένες επιγραφές για τα πλοία που βρήκαν καταφύγιο στον όρμο, τα οποία, όπως γίνεται φανερό, αποδεικνύουν πως από τον ερημικό αυτό ορμίσκο της Σύρου πέρασαν στη διάρκεια των αιώνων πέρασαν ναυτικοί -έμποροι, ταξιδιώτες, πειρατές, Κυκλαδίτες, Μικρασιάτες, Πόντιοι, Σύριοι, Αιγύπτιοι, Ρωμαίοι, Καρχηδόνιοι, Βυζαντινοί-, που διέπλεαν το Αρχιπέλαγος για να μεταφέρουν εμπορεύματα και επιβάτες από το ένα μεσογειακό λιμάνι στο άλλο, και άφησαν τις επιγραφές και τις υπογραφές τους πάνω στα βράχια των Γραμμάτων.

Μια αρχαιολογική ανακάλυψη που δύναται να προσφέρει τουριστικό κίνητρο για πληθώρα τουριστών που ενδιαφέρονται για την ιστορική και θρησκευτική πραγματικότητα του Αιγαίου. Μια μυθολογική σε συνδυασμό με μια χριστιανική ιστορικότητα ξεδιπλώνεται μέσα από τις επιγραφές των βράχων κατά μήκος του νησιού της Σύρου, προσελκύοντας τόσο τουρίστες αρχαιολογικού ενδιαφέροντος όσο και θρησκευτικό τουρισμό. Ταυτόχρονα, η έκταση των συγκεκριμένων επιγραφών και οι διαφορετικές τους τοποθεσίες, δίνουν την δυνατότητα στο νησί να προωθήσει καινούργια ειδυλλιακά τοπία, προσφέροντας στον επισκέπτη « νέες γεύσεις και εμπειρίες» από κάθε πτυχή του αιγαιοπελαγίτικου τόπου. Η βαριά βιομηχανία του τουρισμού, η οποία αποτελεί πλέον και τον οικονομικό πνεύμονα κάθε τοπικής αγοράς στην χώρα, οφείλει να αξιοποιηθεί με κάθε ικανό τρόπο προσεγγίζοντας κάθε προφίλ τουρίστα που είναι δυνατόν να ικανοποιηθεί από τις παροχές και τα πολιτισμικά στοιχεία της Σύρου.