Xαράτσια, έριδες και διαφωνίες

Του Φίλιππου Ζάχαρη (phil.zaharis@gmail.com)

Ευνόητο ήταν να υπάρξουν κάποια στιγμή διαφωνίες στην κυβέρνηση μεταξύ των τριών κομμάτων που την απαρτίζουν, με δεδομένο ότι είναι διαφορετικές οι πολιτικές και οι προσανατολισμοί. Η εμμονή, για παράδειγμα, της ΔΗΜΑΡ για την κατάργηση του χαρατσιού στα ακίνητα έχει να κάνει με την κοινωνική πολιτική του κόμματος που παρόλο ότι συμμετέχει στην κυβέρνηση, δεν επιθυμεί να βάλει το χέρι στην φωτιά. Οι συναντήσεις, βέβαια, των τριών πολιτικών αρχηγών είναι αλλεπάλληλες λόγω και της επικείμενης έλευσης της τρόικα, και ο στόχος δεν είναι άλλος από την σύγκλιση των διαφορετικών απόψεων. Εδώ όμως φαίνεται και η διαφορά της χάραξης πολιτικής αλλά και οι προγραμματικές δεσμεύσεις. Όπως έχει βέβαια ως τώρα η κατάσταση, κανέναν δεν συμφέρει – πολύ περισσότερο την τρικομματική κυβέρνηση – να υπάρξουν τριγμοί και διαφωνίες. Όμως από τις διαφωνίες αυτές καταλαβαίνει κανείς πως άλλη πολιτική θέλει να εφαρμόσει ο πρωθυπουργός με τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ, και άλλα επιθυμεί κατά βάθος ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ. Οι ενστάσεις του τελευταίου έχουν εκδηλωθεί αρκετές φορές σε διάφορα ζητήματα. Πάντα όμως στο τέλος βρισκόταν η μέση λύση που ικανοποιούσε και τους τρεις. Αυτή την φορά, η προειδοποίηση Κουβέλη είναι σαφής, πως δεν πρόκειται να υπερψηφίσει την ρύθμιση στην Βουλή. Την ίδια στιγμή που συμβαίνουν αυτά, στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στην Γερμανία, πληθαίνουν οι αναλύσεις και τα δημοσιεύματα αναφορικά με την εισφορά στα ακίνητα. Αναρωτιούνται λοιπόν οι αναλυτές και αρθρογράφοι πολλών γερμανικών ΜΜΕ, γιατί οι Έλληνες και οι Ισπανοί, για παράδειγμα, που είναι κάτοχοι μεγάλης ακίνητης περιουσίας που δεν συγκρίνεται με την δική τους, να μην πληρώνουν φόρους και εισφορές, την στιγμή μάλιστα που, καθώς λένε, είναι πολλοί αυτοί που κερδοσκόπησαν στις κατά τα άλλα «φτωχές χώρες του ευρωπαϊκού Νότου». Με την πρώτη ματιά, το επιχείρημα αυτό έχει κάποια βάση. Με την δεύτερη ματιά όμως καταλαβαίνει κανείς πως τα δεδομένα είναι τελείως διαφορετικά. Ό Έλληνας, για παράδειγμα, έχει συνηθίσει σε μια διαφορετικού τύπου ζωή, που δεν του εξασφάλιζε ούτε οικονομική ευημερία ούτε την στοιχειώδη υγειονομική κάλυψη. Πολλοί ασχολήθηκαν με αγοροπωλησίες γιατί μέσω αυτού του τρόπου επιβίωναν και κινούταν χρήμα στην αγορά. Έτσι ήταν και είναι η ζωή στην Ελλάδα, που διαφέρει άρδην από του Γερμανού και του Γάλλου. Έχοντας χαμένα εξαρχής τα αυτονόητα, που στις χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης θεωρούνταν δεδομένα, αναγκάστηκε και επένδυσε σε ακίνητη περιουσία προκειμένου κάποια στιγμή να καλύψει τις στοιχειώδης ανάγκες του. Αυτό βέβαια δεν απέτρεψε την δημιουργία των διάφορων lobby’s που λυμαίνονταν τις εν λόγω αγοροπωλησίες. Όμως η επένδυση σε ακίνητη περιουσία ήταν από παλιά βασικός όρος επιβίωσης για τον Έλληνα. Τουναντίον, στην Γερμανία, για παράδειγμα, ή την Σουηδία, πολλά ήταν εξασφαλισμένα εξαρχής και ο μέσος πολίτης δεν είχε ανάγκη να επενδύσει σε γη. Οι απορίες λοιπόν των ξένων αρθρογράφων έχουν να κάνουν περισσότερο με την οργάνωση της κοινωνικοοικονομικής ζωής και όχι με το αν ο Ευρωπαϊκός Νότος φοροδιαφεύγει και κερδοσκοπεί σε βάρους της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης. Δεν είναι σωστά σε καμία περίπτωση τα «άκρα» και οι τοποθετήσεις περί «τυχοδιωκτών» και «κερδοσκόπων στην Νότια Ευρώπη. Η δε καταβολή της εισφοράς για τα ακίνητα που επιζητείται με πάθος δεν θα πρέπει να συγχέεται με κάποιες κερδοσκοπικές φούσκες που έσκασαν στην Ελλάδα τα προηγούμενα χρόνια. Το όλο θέμα είναι σαφώς λεπτό και σχετίζεται με την κοινωνική πολιτική του ελληνικού κράτους, που τώρα καλείται να επιβάλλει λύσεις όπως το χαράτσι στα ακίνητα, λύσεις που δεν γίνονται αποδεκτές ακόμη και μέσα στην ίδια την κυβέρνηση. Ο ελληνικός λαός έχει ήδη καταβάλλει πολλά και αυτό ας το έχουν υπόψιν και στην τρόικα αλλά και οι αναλυτές ξένων έγκριτων ξένων περιοδικών και εφημερίδων. Οι απορίες περί της παρατεταμένης διαφθοράς στην Ελλάδα δεν θα πρέπει να αφήνει απέξω τα σκάνδαλα που λαμβάνουν χώρα στις πλούσιες χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, που σε πολλές των περιπτώσεων επιβιώνουν από τις έξωθεν αγοροπωλησίες που έχουν να κάνουν από διακίνηση ναρκωτικών μέχρι όπλα. Και σε αυτό βέβαια δεν θα πρέπει να υπάρξει υπερβολή, αποκαλώντας τους πλούσιους του Βορρά, υποχθόνιους και παράνομους διακινητές, υπερασπιζόμενοι την αθωότητα του ελληνικού κράτους. Τουναντίον, οι σκέψεις θα πρέπει να είναι αποκλειστικά για την επόμενη μέρα, για το πώς θα επιβιώσουμε στην χώρα που από καιρό έχει βρεθεί σε δεινή οικονομική κρίση όχι μόνο ιδίας ευθύνης. Μέτρα λοιπόν όπως η επιβολή χαρατσιού στα ακίνητα είναι μη αποδεκτά. Ειδικά αυτή την στιγμή που οι πολίτες αγκομαχούν από τις στερήσεις και τις αλλεπάλληλες περικοπές. Και το ότι έρχεται κάθε φορά η τρόικα και θα πρέπει να παίρνουμε σκληρές αποφάσεις ποτ της είναι αρεστές, δεν έχει λογική βάση. Όπως λογικές δεν είναι και οι απαιτήσεις των εταίρων για περαιτέρω μειώσεις και άρον-άρον ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, χωρίς δεύτερη σκέψη, μη υπολογίζοντας ότι η Ελλάδα πρέπει κάποια στιγμή να εισπράξει και όχι πάντα να δίνει.