Επιταγές της τρόικας για κατώτατο μισθό, ασφαλιστικές εισφορές και στο βάθος ομαδικές απολύσεις

Εργασιακές ανατροπές

Η διαμόρφωση του κατώτατου μισθού και η είσπραξη των ασφαλιστικών εισφορών, είναι τα σημεία αιχμής για το υπουργείο Εργασίας, όπου ετοιμάζουν πυρετωδώς το νέο πολυνομοσχέδιο, μέσω του οποίου θα επιχειρηθεί η οριστικοποίηση των συμφωνηθέντων με τους δανειστές.

Οι αλλαγές που προωθούνται και αφορούν στο ασφαλιστικό σύστημα και την αγορά εργασίας, ήταν αποτέλεσμα της συμφωνίας μεταξύ του υπουργού Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικής Ασφάλισης, κ. Γιάννη Βρούτση και της τρόικας και θεωρήθηκαν προαπαιτούμενα για την εκταμίευση της δόσης.

Οι διαρθρωτικές αυτές αλλαγές στοχεύουν στη νομοθέτηση ενός νέου μηχανισμού διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού, με ζητούμενο τη σύγκλιση της χώρας με τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες και του ενιαίου φορέα είσπραξης των ασφαλιστικών εισφορών, για την εισπρακτική αποτελεσματικότητα των ληξιπροθέσμων ασφαλιστικών οφειλών.

Οι νέοι μηχανισμοί

Εξηγώντας ο κ. Βρούτσης τι ακριβώς αφορούν οι δύο νέες αυτές δομές, ανέφερε για τον νέο μηχανισμό διαμόρφωσης του κατώτερου μισθού, ότι πρόκειται για μία πρακτική που ακολουθείται σε 22 από τις 28 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με την εφαρμογή του συστήματος αυτού επιχειρείται η σύγκλιση της χώρα μας με αυτές. Σύμφωνα με τα όσα δήλωσε ο υπουργός στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων: «Η επεξεργασία των διατάξεων έχει ολοκληρωθεί όπως και η εισηγητική έκθεση».

Όσον αφορά στο νέο Οργανισμό που θα επιφορτιστεί με το έργο είσπραξης των ανείσπρακτων οφειλών όλων των ασφαλτικών ταμείων, πρόκειται για το Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (ΚΕΑΟ), το οποίο κατά τον υπουργό, θα έχει συγκροτηθεί το αργότερο έως τις αρχές Οκτωβρίου.

Ένας μηχανισμός ο οποίος στοχεύει στην άμεση είσπραξη των 12 δις ευρώ που οφείλονται προς το ΙΚΑ και τον ΟΑΕΕ, που αποτελούν βραχνά για το οικονομικό επιτελείο. Ο υπουργός Εργασίας σημείωσε ότι «Το σύστημα ήταν έως τώρα κατακερματισμένο και αδύναμο. Δεν εισέπραττε, δεν κυνηγούσε, δεν μπορούσε», ενώ με τις κινήσεις αυτές «θα υπάρξει ενιαία αντιμετώπιση όλων των οφειλετών των ασφαλιστικών Ταμείων».

Ομαδικές απολύσεις

Κατόπιν της εφαρμογής της αύξησης του ορίου απολύσεων, οι εκπρόσωποι των δανειστών περνούν στην επόμενη φάση, ζητώντας από τον υπουργό Εργασίας την αλλαγή του νομικού καθεστώτος σχετικά με τις διαδικασίες ομαδικών απολύσεων.

Ο σχετικός νόμος (3863/2010) προϋποθέτει επίτευξη συμφωνίας με τους εργαζόμενους, στις περιπτώσεις υπέρβασης του ορίου απολύσεων και εάν αυτή δεν επέλθει τότε την τελική απόφαση λαμβάνει ο υπουργός Εργασίας.

Μία διαδικασία στην οποία αντιτίθεται η τρόικα, καθώς σε κανένα Ευρωπαικό κράτος δεν εφαρμόζεται κάτι ανάλογο, παρά μόνο στην Ολλανδία, όπου και εκεί ο φορέας κοινωνικής ασφάλισης που αποφασίζει, αντί του υπουργού, σε συνεργασία με τα εργατικά συνδικάτα, εξασφαλίζουν νέες θέσεις εργασίας για τους απολυμένους.

Σύμφωνα με το πλαίσιο που ορίζουν οι συμβάσεις του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας για τις ομαδικές απολύσεις, θα πρέπει η χώρα να ακολουθεί συγκεκριμένους κανόνες για την εναρμόνιση της με τα ευρωπαϊκά δεδομένα.

Οι κανόνες αυτοί αφορούν στη διαδικασία ουσιαστικών διαβουλεύσεων του εργοδότη πριν από τις απολύσεις με τους εκπροσώπους των εργαζομένων, με την παρουσίαση όλων των θεμελιωδών δεδομένων, την ενημέρωση της δημόσιας αρχής, που εντός προθεσμίας τουλάχιστον 30 ημερών έχει την ευθύνη να βρει λύσεις στα προβλήματα που δημιουργούνται από τις σχεδιαζόμενες ομαδικές απολύσεις ή ακόμη και να τις περιορίσει με προγράμματα εθελούσιας, πρόωρης συνταξιοδότησης κ.λ.π., παρέμβαση τρίτων μερών στη διαδικασία των ομαδικών απολύσεων, υποχρέωση του εργοδότη να εξετάζει και άλλα μέτρα πριν από τη λύση των συμβάσεων, κριτήρια επιλογής των προς απόλυση εργαζομένων και σχέδιο για τη στήριξη, κατάρτιση ή και επαναπρόσληψη, κατά σειρά προτεραιότητας, των απολυομένων αν αλλάξουν οι συνθήκες.

Ένα θέμα για το οποίο μέχρι το τέλος του έτους θα πρέπει να έχουν παρθεί οι τελικές αποφάσεις από πλευράς κυβέρνησης και αυτές να συμβαδίζουν με τις επιταγές των δανειστών.

Πρόκειται για κινήσεις που από τη μία θα εξακοντίσουν στα ύψη τα ποσοστά ανεργίας και από την άλλη διευκολύνουν τους επενδυτές, καθώς θα δημιουργήσουν πρόσφορο έδαφος υπέρ της χαμηλόμισθης απασχόλησης.