Κορύφωση της πολιτικής αντιπαράθεσης με φόντο τις τηλεοπτικές αδειοδοτήσεις

Το τηλεοπτικό τοπίο υπό διαμόρφωση

  • Τρίτη, 6 Σεπτεμβρίου, 2016 - 06:17
  • /   Eνημέρωση: 6 Σεπ. 2016 - 21:30
  • /   Συντάκτης: Τέτα Βαρλάμη

Τι είναι τελικά αυτό που αλλάζει στο τηλεοπτικό τοπίο της χώρας ή μήπως τίποτε δεν πρόκειται να αλλάξει, παρά μόνο να κάνουν μία καλή είσπραξη τα κρατικά ταμεία και οι υπεράνω νόμου ή αυτοί που διαμόρφωναν τους νόμους, να λάβουν υποχρεωτική νομιμοποίηση, εάν επιθυμούν να συνεχίσουν να υπάρχουν στον τηλεοπτικό χάρτη;

Πολλά τα ερωτήματα που προέκυψαν, από τις εξελίξεις σχετικά με τις τηλεοπτικές αδειοδοτήσεις, τόσο όσον αφορά αυτούς που αδειοδοτήθηκαν, όσο και όσους έμειναν εκτός τηλεοπτικού νυμφώνα.

Παράλληλα, στοιχεία που οφείλουν να αξιολογηθούν είναι οι κυβερνητικές ενέργειες σε αντιδιαστολή με τον πολιτικό αντίλογο που αρθρώνεται, αλλά και τα εργασιακά θέματα που προκύπτουν, όπως και οι δράσεις αντιμετώπισης τους.

Αδειοδότηση υπέρ συμφερόντων

Από τη διαδικασία των τηλεοπτικών αδειών αλλά και την τελική έκβαση της εξάγονται σαφή συμπεράσματα για την στάση που τηρήθηκε, αλλά και για αυτή που ακολούθησε.

Το ύψος των τιμημάτων των αδειών, δεκάδων εκατομμυρίων για κάθε μία από αυτές, προϋποθέτει την ύπαρξη ευρείας οικονομικής δυνατότητας των καναλαρχών, ακόμα και αυτών που τελικώς δεν κατάφεραν να επιτύχουν την πολυπόθητη αδειοδότηση.

Βάσει αυτού του δεδομένου, η απορία που προκαλείται είναι γιατί οι εργαζόμενοι των τηλεοπτικών σταθμών είτε έμεναν απλήρωτοι είτε υποβάλλονταν σε εκβιαστικές περικοπές μισθών και μεταβολή των συμβάσεων τους, εάν αυτές δεν ήταν απλώς πρακτικές εφαρμογής συγκεκριμένων πολιτικών και αυταπόδεικτα στοιχεία εργασιακής εκμετάλλευσης;

Σε ότι αφορά δε την μεμψιμοιρία όλου του προηγούμενου διαστήματος, περί τραγικού περιορισμού των εσόδων, την κατάρρευση της τηλεοπτικής-διαφημιστικής αγοράς και τις υπέρογκες οικονομικές υποχρεώσεις των καναλιών, κρίνεται τελικώς πως επρόκειτο για μία προσπάθεια αιτιολόγησης των εργασιακών περικοπών, όταν παρά το τόσο ερεβώδες, κατά τις περιγραφές τους, επιχειρηματικό τοπίο, καταθέτουν δεκάδες εκατομμύρια ευρώ για την απόκτηση μίας άδειας για μία παθητική επιχείρηση.

Άρα, γίνεται αντιληπτό πως τα οφέλη που αποκομίζουν οι ολιγάρχες των μέσων είναι πολύ περισσότερα και σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα, τα οποία επιθυμούν να διεκδικήσουν με κάθε τίμημα, καθώς με το παιχνίδι των αδειοδοτήσεων διακυβεύονται άλλα και πολύ μεγαλύτερα συμφέροντα.

Η μεγιστοποίηση των αντιδράσεων που καταγράφεται από τα κανάλια που έμειναν εκτός αδειοδότησης περισσότερο φαίνεται να εξυπηρετεί τον πολιτικό αντίλογο παρά το τηλεοπτικό τους μέλλον, καθώς ως μέσα θα μπορούν να συνεχίσουν να υφίστανται στο τηλεοπτικό στερέωμα διεκδικώντας θεματικές άδειες, οι οποίες αναμένεται να προκηρυχθούν.

Η άλλη δε προοπτική που υπάρχει αφορά στους δύο νέους «παίκτες» του τηλεοπτικού χώρου που απέκτησαν ήδη άδειες, οι οποίοι αναμένεται ότι θα εμπλακούν στο παιχνίδι καταμερισμού της μετοχικής δύναμης καναλιών που έχουν μείνει εκτός, ενώ έχουν ήδη ξεκινήσει οι διεργασίες εκείνες που σχετίζονται με συμπράξεις, εξαγορές ή συγχωνεύσεις τηλεοπτικών δυνάμεων.

Σε κάθε περίπτωση, ζητούμενο είναι το να μην απωλεσθεί η ισχύς της τηλεοπτικής δύναμης, που επιβάλλει τους κανόνες των πολιτικο-οικονομικών παρεμβάσεων.

Πολιτικός λόγος

Σαφώς και το επί δεκαετίες σύστημα που επικρατούσε στον τομέα των ισχυρών των μέσων ανατράπηκε, με την πολιτική εφαρμογή της κυβέρνησης για τις αδειοδοτήσεις τους, γεγονός που αιτιολογεί και την ένταση του πολιτικού αντίλογου εκ μέρους μίας εκτεθειμένης αντιπολίτευσης.

Τα έσοδα των 246 εκ. ευρώ που αποκόμισε το ελληνικό δημόσιο από τις πρώτες τηλεοπτικές άδειες, έδωσε την ευκαιρία στην κυβέρνηση να μεταστρέψει τις αντιπολιτευτικές κραυγές σε πολιτικό όφελος για την ίδια, ανακοινώνοντας πως τα συγκεκριμένα ποσά θα διοχετευτούν στο σύνολο τους σε δράσεις υπέρ των ευπαθών κοινωνικών ομάδων.

Σαφώς και η διαδικασία που ακολουθήθηκε, εφαρμόζοντας και στις συγκεκριμένες επιχειρήσεις την αυτονόητη αδειοδότηση, όπως ισχύει για κάθε μικρή ή μεγάλη επιχειρηματική δραστηριότητα, έδωσε στην κυβέρνηση το ηθικό πλεονέκτημα του τερματισμού της 25ετούς τηλεοπτικής ανομίας.

Σε επίπεδο διαδικασιών, θα ακολουθήσει ο δεύτερος έλεγχος «πόθεν έσχες» για τους πλειοδότες που κέρδισαν τις 4 άδειες, οι οποίοι κατόπιν αυτού θα πρέπει να καταβάλλουν άμεσα και την πρώτη δόση, η οποία συνολικά ανέρχεται στα 82 εκ. ευρώ.

Σαν μέσο άσκησης πολιτικής πίεσης των καναλαρχών επελέγη και η δικαστική προσφυγή για την συνταγματικότητα του νόμου για την αδειοδότηση, οπότε σε αναμονή βρίσκεται και η εξέταση της προσφυγής στο Συμβούλιο της Επικρατείας.

Η χρησιμοποίηση των εργαζομένων

Καθώς τίποτε δεν επιβεβαιώνει πως τα κανάλια που δεν αδειοδοτήθηκαν θα πάψουν να υφίστανται, αφού αναμένεται να εκμεταλλευτούν είτε τις θεματικές αδειοδοτήσεις είτε άλλου τύπου επιχειρηματικές συμφωνίες, ο υψηλός τόνος που χρησιμοποιείται σχετικά με τους χιλιάδες ανέργους που θα προκύψουν, περισσότερο παραπέμπει σε εξυπηρέτηση ενός πολιτικού αντίλογου παρά πείθει για το όψιμο ενδιαφέρον των εν λόγω επιχειρηματιών.

Σύμφωνα με τα όσα εκ του νόμου ορίζονται, ο ελάχιστος αριθμός απασχολούμενων στα κανάλια που αδειοδοτήθηκαν είναι 400 εργαζόμενοι, αριθμός ο οποίος αναμένεται να είναι πολύ υψηλότερος λόγω των μεγαλύτερων απαιτήσεων που θα προκύψουν από την αύξηση του διαφημιστικού οφέλους, όταν τα διαφημιστικά μερίδια θα κατανεμηθούν σε μόλις 4 κανάλια.

Ο λόγος γίνεται για τους 1.600 εργαζόμενους των τριών καναλιών που δεν αδειοδοτήθηκαν και του Μεγάλου καναλιού, οι μέτοχοι του οποίου το οδήγησαν σε οριακή οικονομική κατάσταση.

Σίγουρα η κυβέρνηση θα πρέπει να προετοιμαστεί για την αντιμετώπιση της ανεργίας που πιθανόν να προκύψει, όσο και αν εκ μέρους της αντιπολίτευσης ήδη έχει ξεκινήσει η χρησιμοποίηση αυτών των εργαζομένων, κάνοντας μάλιστα παραλληλισμό με τους εργαζόμενους της ΕΡΤ, λόγος συνεπικουρούμενους και με την επικοινωνιακή τακτική των καναλιών που κάνουν λόγο για «μαύρο» στα κανάλια.

Ουδεμία ταύτιση δεν μπορεί να ισχύει στην περίπτωση του «Μεγάλου» καναλιού, που ως ιδιωτική επιχείρηση καταποντίστηκε από τις τους μετόχους της και στην ΕΡΤ η οποία έκλεισε με πολιτική απόφαση της κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου.

Αυτή η πολιτική αντιπαράθεση με χρησιμοποίηση των εργαζομένων εκ μέρους της αντιπολίτευσης την εκθέτει ανεπανόρθωτα, επιτρέποντας σε κυβερνητικά στελέχη να

της καταλογίζουν «ένα υπέρμετρο ενδιαφέρον για τους εργαζόμενους. Ενδιαφέρον που σε καμία περίπτωση δεν είδαμε όταν 700 άνθρωποι απολύθηκαν χωρίς αποζημιώσεις από το ALTER. Όταν 800 άνθρωποι απολύθηκαν ακριβώς με τον ίδιο τρόπο από την Ελευθεροτυπία. Όταν 200 άνθρωποι έχασαν την δουλειά τους κατά τη μεταβίβαση του ALPHA. Όταν η αδιανόητη πρακτική των ιδιοκτητών του ΜΕGΑ οδηγεί 500 ανθρώπους στον δρόμο».

Για την διασφάλιση των εργαζομένων έκανε λόγο ο υπουργός Επικρατείας, Νίκος Παππάς, ο οποίος αναφέρθηκε σε ανοίκειες επιθέσεις που δέχεται η κυβέρνηση, καθώς θίγονται επιχειρηματικά συμφέροντα, που χρησιμοποιούν ως ασπίδα τους εργαζόμενους.

 

 

 

Ετικέτες: