Παρουσίαση της ιστορίας και του πολιτισμού της Σύρου από την αρχαιολόγο κ. Μ. Ρώτα, στο πλαίσιο επετειακής συνάντησης για τα 150 χρόνια του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου

Το θαύμα του Ερμή

Μία λιτή, αλλά καθ’ όλα περιεκτική παρουσίαση της ιστορίας και του πολιτισμού της Σύρου, πραγματοποίησε η αρχαιολόγος, κ. Μαίρη Ρώτα, με αφορμή την διεξαγωγή επετειακής συνάντησης στο νησί, για τα 150 χρόνια του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου.

Την παρουσίαση της Συριανής αρχαιολόγου, παρακολούθησαν η Πρόεδρος και μέλη του Συλλόγου Φίλων Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, η Έφορος Ενάλιων Αρχαιοτήτων, κ. Αγγελική Σίμωσι, ενώ το παρών έδωσαν, εκ μέρους του Δήμου Σύρου – Ερμούπολης, η Αντιδήμαρχος Πολιτισμού, κ. Θωμαή Μενδρινού, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σύρου, κ. Δωρόθεος Β’, καθώς και εκπρόσωποι φορέων και της ακαδημαϊκής κοινότητας.

Πρωτοπόρος μητρόπολη και πρωτεύουσα

Στο χαιρετισμό του, ο Σεβασμιώτατος, καλωσόρισε τους παρευρισκόμενους στη συνάντηση, ενώ αναφέρθηκε στην ιστορία της Σύρου, σημειώνοντας μεταξύ άλλων, πως «όταν η Ελλάδα ήταν αποκαΐδια, από την επανάσταση του ’21, εδώ δημιουργήθηκε αυτή η θαυμάσια μεσαιωνική πόλις, με τους ναούς, τα περίβλεπτα κτίρια, τον πολιτισμό, την τέχνη, τη μουσική, το εμπόριο, τη βιομηχανία, τη ναυτιλία, που την κατέστησαν πρωτοπόρο για την εποχή της, και σε ελληνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Γι’ αυτό και σήμερα επαξίως κατέχει και τα σκήπτρα ως μητροπολιτική νήσος, πρωτεύουσα των Κυκλάδων, αλλά και πρωτεύουσα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, στην οποία υπάγονται και τα Δωδεκάνησα».

Ο Μητροπολίτης επεσήμανε τη σπουδαιότητα του έργου του Αρχαιολογικού Μουσείου στη διατήρηση και μεταλαμπάδευση της ιστορικής μνήμης, ενώ τα μέλη του Συλλόγου Φίλων, χαρακτήρισε ως «φύλακες αγγέλους αυτού του εθνικού θησαυρού».

Πολύτιμη προσφορά στην τέχνη

Ξεκινώντας την παρουσίαση της ιστορίας της Σύρου, η κ. Ρώτα αναφέρθηκε στην «πιο ειρηνική επανάσταση, που γνώρισε ποτέ το ανθρώπινο γένος, τη Νεολιθική επανάσταση», το πέρασμα, δηλαδή, του ανθρώπου, από το στάδιο του περιφερόμενου κυνηγού – τροφοσυλλέκτη, στο στάδιο του καλλιεργητή κτηνοτρόφου, με την εγκατάστασή του σε μόνιμο οικισμό.

«Κανένας λαός δεν έζησε τόσο πολύ για τη θάλασσα, από τη θάλασσα, όσο οι Έλληνες και ιδιαίτερα οι Κυκλαδίτες», σημείωσε, τονίζοντας, πως η ανάπτυξη της ναυτιλίας και η επαφή με άλλους λαούς, τροφοδότησαν νέες ιδέες και σκέψεις στους κατοίκους των Κυκλάδων.

«Οι ειδικοί σε όλο τον κόσμο ονόμασαν αυτή την εποχή Πολιτισμό Σύρου-Κέρου 2800 πΧ -2200 πΧ, καθώς είναι τα δύο νησιά, που πρόσφεραν τα σπουδαιότερα ευρήματα σε τέχνη», υπογράμμισε. «Στο τέλος του 19ου αιώνα, ο μεγάλος Έλληνας αρχαιολόγος, Χρήστος Τσούντας, κάνει ανασκαφές στη Σύρο και φέρνει στο φως το καλύτερο και το πιο χαρακτηριστικό δείγμα οργανωμένου, πλούσιου και πολυάνθρωπου οικισμού, κοντά στη θάλασσα, με τεχνητή και φυσική οχύρωση, στην κορυφή του λόφου Καστρί, στο Βορειοανατολικό μέρος του νησιού, στην περιοχή Χαλανδριανή. Εκτός από την προϊστορική ακρόπολη, ο Τσούντας ανέσκαψε πλήθος τάφων, περί τους 600, φέρνοντας στο φως πλούσια, περίτεχνα κτερίσματα», με πρώτη ύλη τον πηλό.

Η αρχαιολόγος μίλησε για τα περίφημα Συριανά κάτοπτρα, με τον πλούσιο χαρακτό και γραπτό διάκοσμο, τα ειδώλια, αφιερώματα των Κυκλαδιτών στους νεκρούς, από άφθαρτο πάλλευκο παριανό μάρμαρο, τα οποία «αποτελούν τη μεγαλύτερη και πολυτιμότερη προσφορά του Κυκλαδικού πολιτισμού στην τέχνη», όπως επίσης και για την κατασκευή εργαλείων, από πέτρα, κόκκαλα ζώων ή οψιδιανό, εκ της Μήλου.

«Ο Κυκλαδικός πολιτισμός έσβησε γύρω στο 1900 πΧ, άφησε όμως πίσω του δείγματα μοναδικής τέχνης», σημείωσε.

Άνω Σύρος, η πρώτη πόλη

Σχετικά με την «πανέμορφη μικρή γραφική πολιτειούλα», όπως τη χαρακτήρισε, η κ. Ρώτα υπενθύμισε, πως η ίδρυση και η ζωή της πόλης είναι στενά δεμένη με την περίοδο των Σταυροφοριών.

«Μετά από πολλούς αιώνες που η Σύρος είναι άσημη και αραιοκατοικημένη, αυτό το βραχονήσι των 85 τετραγωνικών χιλιομέτρων, αποκτά κατοίκους και δημιουργεί τον πρώτο της οικισμό», με αμιγώς καθολικό πληθυσμό.

«Πουθενά αλλού η γη δεν έσφιξε με τόσο πείσμα τα δόντια της, όσο το νησί μας. Αλλά και ποτέ άλλοτε άνθρωποι δεν πολέμησαν τόσο επίμονα για να νικήσουν τη μοίρα τους, όπως οι χωρικοί του νησιού μας. Άνθρωποι και γη στάθηκαν αντιμέτωποι και αναμετρήθηκαν. Νίκησαν οι Συριανοί. Βρήκαν νερό, φύτεψαν δέντρα και σκόρπισαν λαχανόκηπους στους τόσο λίγους κάμπους, έζησαν και συντηρήθηκαν», τόνισε, συμπληρώνοντας, πως στη συνέχεια, Καπουτσίνοι και Ιησουίτες μοναχοί βοήθησαν τους Συριανούς να έρθουν σε επικοινωνία, με τον ευρωπαϊκό κόσμο.

Αναφέρθηκε επίσης και στην ανέγερση του Καθολικού Μητροπολιτικού Ναού του Αγ. Γεωργίου το 1652, με το αξιόλογο και μοναδικό ίσως στις Κυκλάδες ιστορικό αρχείο, που φιλοξενεί σπουδαία και πολύτιμα έγγραφα από το 17ο αιώνα κι έπειτα.

«Ακτινοβολία πλούτου και πνεύματος»

Περνώντας στην ιστορία της Ερμούπολης, η κ. Ρώτα, τόνισε, ότι «αυτό που έγινε εδώ, πριν από έναν αιώνα, δεν έγινε πουθενά αλλού. “Στη Σύρο ξαναγεννήθηκε η Ελλάδα”, είπε κάποτε ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Αυτή η φράση, τα συνοψίζει όλα», επισημαίνοντας, πως «εδώ, σε αυτό το βραχονήσι, άνθισε ο πολιτισμός, όμοιος με αυτούς των μεγάλων ευρωπαϊκών πόλεων».

Σύμφωνα με την κ. Ρώτα, ο περιηγητής Θεόφιλος Γκωτιέ, που επισκέφτηκε τη Σύρο, στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, θα γράψει μεταξύ άλλων: “Κεντρική ορχήστρα, έπαιζε αποσπάσματα από Ιταλικά μελοδράματα. Η εντύπωση ήταν έξοχη. Η Σύρος, είναι περίπου ο ομφαλός της Ελλάδος. Η πρωτεύουσα της κομψότητας και της αρχοντιάς. Ποιος αλήθεια θα φανταζόταν, ότι θα συναντούσε τον κόσμο αυτό φυτεμένο, σε ένα νησί του Αιγαίου;”.

«Τη Σύρα δεν την άγγιξε ο πόλεμος. Ήταν ελεύθερη και προστατευμένη, από μία μεγάλη Ευρωπαϊκή δύναμη, τη Γαλλία», ανέφερε, εξηγώντας, ότι λόγω της έλλειψης του οθωμανικού ζυγού, αναπτύχθηκαν οι κατάλληλες προϋποθέσεις, για τη μετέπειτα ανάπτυξη του εμπορίου και της ναυτιλίας, κάτι που δεν εμπόδισε το λιμάνι της Σύρου, να έχει μεγάλη προσφορά στον αγώνα της ανεξαρτησίας.

Η κ. Ρώτα αναφέρθηκε στους πρώτους κατοίκους της πόλης. «Οι πρώτοι πρόσφυγες που αποβιβάστηκαν ήταν Χιώτες. Πάμφτωχοι και ρακένδυτοι, αλλά πλούσιοι σε πείρα και γνώσεις», σημείωσε. «Σαν εργατικές μέλισσες, αυτοί οι νέοι κάτοικοι ρίχνονται με πάθος στη δουλειά. Ενώ όλη η Ελλάδα ζει την περιπέτεια της Επανάστασης, η Σύρος περνά την ειρηνική και δημιουργική της φάση και ήδη στα χρόνια του κυβερνήτη Καποδίστρια, θα οδηγηθεί στην ακμή».

«Η Ερμούπολη έμελλε να παίξει πρωταρχικό ρόλο στην οικονομική και πολιτιστική ζωή της Ελλάδας, σε ολόκληρο το 19ο αιώνα», υπογράμμισε, σημειώνοντας, ότι η πόλη ονομάστηκε από τους Δημογέροντες “Ερμούπολη” και «ο Ερμής έκανε το θαύμα του».

Εκτενή αναφορά έκανε στους ιστορικούς ναούς της πόλης και τα μοναδικά αρχιτεκτονικά και ιστορικά χαρακτηριστικά τους, αλλά και στις “πρωτιές” της Ερμούπολης. Η κατασκευή του πρώτου νοσοκομείου στην Ελλάδα, του πρώτου Δημόσιου Γυμνασίου, το πρώτο μνημείο ατάφων ηρώων στην Ευρώπη, που φιλοξενείται στο κηπάριο του Ι.Ν. Αγ. Νικολάου, η έκδοση της πρώτης ξενόγλωσσης εφημερίδας στη χώρα, του πρώτου βρυσοδεψίου κλπ.

Παράλληλα, σημείωσε, πως η Ερμούπολη αποτέλεσε την πρώτη βιομηχανική πόλη της χώρας, αλλά και το πρώτο λιμάνι της, γεγονός, που υποδείκνυε την ακτινοβολία πλούτου και πνεύματος του νησιού την εποχή εκείνη. Όπως ανέφερε, «η ίδρυση Βιβλιοθήκης, Μουσείου, οι τοπικές εφημερίδες και τα τυπογραφεία, σημαίνουν οικονομική ευρωστία και πνευματική ανάπτυξη».

Περνώντας στην αρχιτεκτονική και με πρώτη αναφορά στο Δημαρχιακό Μέγαρο, η κ. Ρώτα σημείωσε, πως χτίστηκε από τον Ερνέστο Τσίλλερ πάνω στα ομηρικά ανακτορικά πρότυπα, αντιγράφοντας τα ανάκτορα του βασιλέα Πριάμου της Τροίας. Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στην επικράτηση του ρομαντικού κλασικισμού στην αρχιτεκτονική των κτιρίων της πόλης, όπως επίσης και στη σπουδαιότητα των ταφικών μνημείων, με πλούσιο και καλοδουλεμένο γλυπτικό διάκοσμο, που βρίσκονται στα δύο κοιμητήρια.

«Αυτή είναι η Σύρος. Οι δύο πόλεις. Αδελφωμένοι οι δύο λόφοι, αντικρυστά. Καθολικοί και ορθόδοξοι, κοντά-κοντά, δίνουν τα χέρια. Ο Θεός είναι ένας, ο Θεός της Ελλάδας», κατέληξε η κ. Ρώτα, καταχειροκροτούμενη από το σεβαστό ακροατήριο.