Λόρδος Βύρων

Ο λαμπρότερος των Φιλελλήνων

190 χρόνια από τον θάνατό του (1824)
  • Πέμπτη, 25 Σεπτεμβρίου, 2014 - 06:10
  • /   Συντάκτης: Μαίρη Ρώτα

Ο Φιλελληνισμός ως ενεργό κίνημα προέκυψε μετά το 1821, όταν Έλληνες είχαν πάρει αποφασισμένοι τα όπλα, έτοιμοι να εξεγερθούν για να αποκτήσουν την ελευθερία τους. Αυτή η εξέγερση κίνησε τη συμπάθεια και τον θαυμασμό των Ευρωπαίων, που τους προηγούμενους αιώνες όλοι οι περιηγητές που έφθαναν κατά κύματα στην Ελλάδα, είχαν σταθερά προσηλωμένο το ενδιαφέρον τους στις μετόπες του Παρθενώνα ή σε άλλα αρχαιοελληνικά μνημεία.

Ακόμη και ο Λόρδος Βύρων, στο πρώτο του ταξίδι έφτασε ως αρχαιολάτρης και προσκυνητής του ένδοξου παρελθόντος (1809-1811) για να καταλήξει στο δεύτερο ταξίδι του (1823-1824) υπέρμαχος της ανεξαρτησίας της Νέας Ελλάδας. Σε μια επιστολή του γράφει λίγο πολύ ως περιηγητής, αλλά και ως συνεργός στην Επανάσταση: «Έχω υπό τις διαταγές μου και μισθοδοτώ μερικές εκατοντάδες άνδρες στην υπηρεσία του Ελληνικού Έθνους». Ξεκίνησε λοιπόν ο Βύρων από ρομαντικός περιηγητής και κατέληξε «ρομαντικός» της Ελληνικής Επανάστασης.

Πρώτο ταξίδι στην Ελλάδα. Ήταν Σεπτέμβριος του 1809 όταν επισκέπτεται την Ελλάδα με τον στενό φίλο του J. Hobhouse (Χομπχάουζ) που έμεινε κοντά του σε όλες τις δραστηριότητές του. Ξεκίνησαν με φρεγάτα από την Μάλτα, πέρασαν τα νησιά του Ιονίου και έφτασαν στην Πάτρα. Έκαναν μια πρώτη επίσκεψη στις γύρω περιοχές και συνέχισαν το ταξίδι τους με κατεύθυνση το Μεσολόγγι, (όπου, λίγα χρόνια αργότερα θα γραφούν οι τελευταίες σελίδες της ζωής του Βύρωνα). Ακολούθησε άλλο ταξίδι με προορισμό την Πρέβεζα. Επισκέπτονται τη Νικόπολη, το Άκτιον και ακολουθώντας βόρεια κατεύθυνση φθάνουν στα Ιωάννινα, όπου ο Βύρων συναντά για πρώτη φορά τον Αλή Πασά ο οποίος, προς έκπληξή τους, τους υποδέχεται με εγκαρδιότητα και στο πρόσωπο του Βύρωνα συγχαίρει τη βρετανική κυβέρνηση για την κατάληψη των Ιονίων νήσων κ.α. Ο Βύρων ανακαλύπτει τις αντιθέσεις του χαρακτήρα του Αλή Πασά. Από τη μια το στοιχείο της ευγένειας και από την άλλη αυτό της τραχύτητας και της βαρβαρότητας. Αυτές οι αντιθέσεις του πρόσφεραν το υλικό για να γράψει το: «Δον Ζουάν» και τη «Νύφη της Αβύδου» με επιτυχία. Από την Πρέβεζα συνέχισαν το ταξίδι τους προς την άλλη Ελλάδα, όχι με πλοίο, αλλά με τα άλογα που οδηγούσαν οι Σουλιώτες, που τους πρόσφεραν όχι μόνο φαγητά από σούβλες κ.α. αλλά και άρχιζαν χορούς και τραγούδια το βράδυ, στα χωριά που σταματούσαν. Ο Βύρων ήταν εμποτισμένος με την κλασσική παιδεία και ανεκάλυψε τη σύγχρονη Ελλάδα, τους απλούς ανθρώπους και τη φύση. Τον Νοέμβριο του 1809 επισκέπτονται πάλι το Μεσολόγγι με στόχο να φθάσουν στην Αθήνα, αφού προηγουμένως περάσουν από Δελφούς, όπου ακόμα δεν είχαν γίνει ανασκαφές.

Ακρόπολη. Χριστούγεννα του 1809. Η Αθήνα είναι μια απλή πόλη χωρίς τίποτε ιδιαίτερο. Ο Βύρων φιλοξενείται στο σπίτι της κ. Μακρή, χήρα του Βρετανού προξένου. Όταν επισκέφθηκαν την Ακρόπολη έμειναν άφωνοι. Ο Παρθενώνας γοήτευσε! Ήταν επιθυμία ζωής να γνωρίσουν τον υπέροχο ναό της Αθηνάς, που γνώριζαν διαβάζοντας και ακούγοντας την ιστορία του. Είναι η εποχή που ο T. Bruce και ο Lord Elgin λεηλατούν και καταστρέφουν τον Παρθενώνα. Ο Βύρωνας και ο φίλος του γίνονται έξαλλοι και τότε γράφει το ποίημα, που μαζί με άλλα, έγινε γνωστό στην Ευρώπη: «Η κατάρα της Αθηνάς». Ο Βύρων άρχισε να μαθαίνει ελληνικά και πολύ γρήγορα άρχισε να γράφει και να μιλάει ελληνικά. Στο Σούνιο, στο ναό του Ποσειδώνα χάραξε σ’ ένα μάρμαρο τ’ όνομά του και υπάρχει ακόμα. Γνωρίζοντας άριστα την Ελληνική ιστορία επιθυμεί και καταφέρνει να επισκεφθεί τη Σμύρνη, την Έφεσο, την Τροία αλλά όχι την Κωνσταντινούπολη. Επιστρέφει στην Αγγλία συνεχίζοντας το συγγραφικό του έργο για την Ελλάδα που λάτρεψε.

Δεύτερο ταξίδι (1823-1824). Η Ελληνική επανάσταση έχει αρχίσει. Ο Βύρων είναι φλογερός υποστηρικτής της απελευθέρωσης των Ελλήνων και τη εξέφραζε αυτή την ιδέα σε πολλά κείμενά του. Το 1823 ήρθε για δεύτερη φορά στην Ελλάδα με στόχο να βοηθήσει και να αγωνισθεί γι αυτή τη χώρα που λάτρεψε. Παράλληλα είχε φροντίσει να δημιουργηθούν φιλελληνικά κομιτάτα όχι μόνο στην Αγγλία αλλά και Ελβετία, Γερμανία κ.α. Είχε αλληλογραφία με σημαίνοντες Έλληνες, πολιτικούς, στρατιωτικούς όπως ο Μάρκος Μπότσαρης, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος κ.α. Τον Ιανουάριο του 1824 έφθασε στο Μεσολόγγι, όπου τον υποδέχθηκαν οι Έλληνες με ενθουσιασμό και λαμπρότητα. Οι Έλληνες είχαν ζητήσει την παροχή ενός δανείου και ο Βύρων μεσολάβησε για να λάβει η Ελλάδα 800.000 λίρες, στερλίνες αλλά και ο ίδιος προσέφερε 30.000 και όχι μόνο. Παράλληλα αποφάσισε να στρατολογήσει και να συντηρήσει με δικά του έξοδα 500 Σουλιώτες, οργανώθηκε τακτικός στρατός, γεγονός που προκάλεσε την άφιξη στο Μεσολόγγι και πολλών Ευρωπαίων αξιωματικών. Έφθασε ακόμη και ομάδα Άγγλων τεχνιτών και έστησαν μηχανουργείο όπλων και πυρομαχικών κ.α. Τον Μάρτιο του 1824, η δημογεροντία ανεκήρυξε τον Byron πολίτη του Μεσολογγίου. Δέχθηκε ακόμη τον θαυμασμό και την φιλία του Σπυρίδωνος και του Χαριλάου Τρικούπη και όχι μόνον.

Αιφνίδια ασθένεια και θάνατος. Μια ασθένεια ξαφνική, που δεν αντιμετωπίστηκε ούτε με τους καλούς γιατρούς που ήλθαν από την Αγγλία έφερε το τέλος στη ζωή του στις 9 Απριλίου 1824. Στις τελευταίες του στιγμές, μίλησε στον φίλο του Πιέτρο Γκάμπα, που ήταν κοντά του και του είπε για την Ελλάδα: «Της έδωσα το χρόνο μου, την περιουσία μου, την υγεία μου… και τώρα της δίνω και τη ζωή μου».

Η δράση του Byron στην Ελλάδα τον ανέδειξε ως τον ενδοξότερο Φιλέλληνα. Πέθανε στην ενδοξότερη πόλη στο Μεσολόγγι, τερματίζοντας μια ζωή που θυμίζει τους ρομαντικούς ήρωες της ποίησής του.

Ήταν υποστηρικτής του Ελληνικού Αγώνα. Έφθασε στο Μεσολόγγι να αγωνισθεί και να πεθάνει ένδοξος!