Συνέντευξη Βασίλη και Δήμητρας Γαϊτάνου στην “Κοινή Γνώμη”

“Ό,τι δε σε σκοτώνει, σε κάνει πιο δυνατό”

- Ο -σιφνέικης καταγωγής- συνθέτης και η σύζυγός του μιλούν για το πολυετές έργο τους στη διάδοση του ελληνικού πολιτισμού στο εξωτερικό- Παρά τα σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζουν, αντλούν δύναμη από την αγάπη τους στην έντεχνη μουσική

“Χρώμα θαλασσί” κύλησε στις φλέβες όσων είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν τη συναυλία των Βασίλη και Δήμητρας Γαϊτάνου στον προαύλιο χώρο του Μοναστηριού των Φυρρογείων, η οποία άνοιξε και επισήμως το πρόγραμμα πολιτιστικών εκδηλώσεων του δήμου Σίφνου.

Ο διακεκριμένος –σιφνέικης καταγωγής – πιανίστας και δημιουργός μαζί με τη σύζυγό του ερμήνευσαν αγαπημένα ελληνικά τραγούδια, ενώ παρουσίασαν για πρώτη φορά αποσπάσματα τραγουδιών, που ο ίδιος έγραψε πρόσφατα, με βάση τα ποιήματα των μεγάλων Σιφνιών ποιητών Γιάννη Γρυπάρη και Αριστομένη Προβελέγγιου. Στην εκδήλωση συμμετείχαν επίσης, ο Νίκος Κρέτσης στο μπουζούκι και ο Χρήστος Μπέλτσιος στην κιθάρα.

Πρεσβευτής του ελληνικού πολιτισμού

Ο 68χρονος μουσικός, ο οποίος έχει «καθιερωθεί» στους κύκλους της ομογένειας, αφού επί σαράντα τρία χρόνια περιοδεύει ανά την υφήλιο, επιμένοντας ελληνικά, θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους πρεσβευτές του ελληνικού πολιτισμού.

Σε ηλικία 25 ετών, φτάνοντας στην Αμερική, αποφάσισε να αφήσει πίσω του την καριέρα αξιωματικού του εμπορικού ναυτικού και να ακολουθήσει τη μεγάλη του αγάπη, τη μουσική.

Στα πρώτα χρόνια της επαγγελματικής σταδιοδρομίας του είχε την τύχη να συνεργαστεί με τον Μίκη Θεοδωράκη, μέσα από μία σειρά συναυλιών στα ταραγμένα χρόνια της δικτατορίας. Ακολούθησαν συνεργασίες και με άλλους Έλληνες συνθέτες, όπως ο Μ. Χατζιδάκις, ο Γ. Μαρκόπουλος, ο Μ. Πλέσσας και ο Γ. Κατσαρός, οι οποίοι διαμόρφωσαν τη μουσική ταυτότητα του έθνους μας, λειτουργώντας ως καταλύτες της μουσικής έκφρασης.

Επηρεασμένος από την προσωπική διαδρομή του και προικισμένος με τα ακούσματα και τις καταστάσεις που βίωσε ως καλλιτέχνης, ο κ. Γαϊτάνος ασχολείται σήμερα με τη μελοποίηση ποιημάτων, στο πλαίσιο της οποίας συνεργάζεται με τον Ναξιώτη ποιητή και επίσης ομογενή, Κίμωνα Αξαόπουλο. Μέχρι σήμερα έχουν μελοποιηθεί 27 έργα.

Παράδειγμα αυτοθυσίας και αγάπης

Ωστόσο, πέρα από τις μουσικές δημιουργίες, τα προσωπικά βιώματά του συνθέτουν ένα σπάνιο παράδειγμα πείσματος για ζωή και προσφοράς στον πολιτισμό. Η Δήμητρα Γιαννοπούλου, αν και είχε χάσει την όρασή της δεκαοχτώ χρόνια πριν σε σφοδρό τροχαίο ατύχημα, δεν δίστασε να προσφέρει το ένα της νεφρό, προκειμένου να σωθεί ο σύζυγός της. Ο Βασίλης Γαϊτάνος, έχοντας δοκιμαστεί αρκετές φορές από την επιθετικότητα του καρκίνου, με 18 χειρουργικές επεμβάσεις και με ένα νεφρό που του δώρισε η σύζυγός του, τα τελευταία χρόνια συνθέτει και πραγματοποιεί συναυλίες στα ενδιάμεσα της νοσηλείας του, αντλώντας δύναμη από τη μουσική.

“Η Σίφνος είναι το μαργαριτάρι της γης”

Σε συνέντευξη που παραχώρησε στην «Κοινή Γνώμη» ο Έλληνας συνθέτης δηλώνει συγκινημένος κάθε φορά που πατάει το χώμα της πατρίδας του. “Η Σίφνος είναι για μένα το μαργαριτάρι της γης. Όταν επισκέπτομαι την Ελλάδα, έρχομαι στο νησί να “προσκυνήσω” την “εκκλησία” μου” αναφέρει χαρακτηριστικά, εκφράζοντας την επιθυμία του να παρουσιάσει το επόμενο καλοκαίρι τα μελοποιημένα ποιήματα των Γρυπάρη – Προβελέγγιου στον προαύλιο χώρο του Μοναστηριού της Χρυσοπηγής, εκεί όπου γεννήθηκαν.

Η φήμη και η αναγνώριση είναι δύο «έννοιες» που δεν τον ενδιαφέρουν. Σκοπός της πολυετούς αφοσίωσής του στη μουσική είναι η μεταλαμπάδευση των αξιών του ελληνικού πολιτισμού στο εξωτερικό. “Αγαπώ αυτή τη χώρα, σέβομαι το λαό της και την ιστορία της. Εδώ γεννήθηκα, εδώ μεγάλωσα και εδώ είναι οι τάφοι των προγόνων μας. Είναι τα πάντα για μένα. Η ζωή μου, η κουλτούρα μου και δεν αισθάνομαι ούτε πρεσβευτής, ούτε τίποτα”, επισημαίνει.

“Αν δεις τη μουσική σαν χρήμα…έχεις πεθάνει”

Καταθέτοντας τις προσωπικές του εμπειρίες, κρίνει ότι το κοινό του εξωτερικού εκτιμά τόσο την Ελλάδα, όσο και τη μουσική της. «Η επιτυχία μου είναι όταν έρχονται άνθρωποι και μας εξηγούν ότι επισκέπτονται στην Ελλάδα, επειδή άκουσαν τη μουσική μας. Είναι άνθρωποι που δεν ξέρουν καν πού βρίσκεται η χώρα μας και οι συναυλίες μας λειτουργούν σαν τουριστικό γραφείο» τονίζει, υπογραμμίζοντας ότι όσο έχει δύναμη θα συνεχίσει να υπηρετεί την Ελληνική μουσική. “Μου δίνει δύναμη η γυναίκα μου, η αγάπη μου σε αυτό που κάνω, η Ελλάδα μου και η Σίφνος μου”, δηλώνει ενώ αναφέρει πως «η μουσική έχει δύο όψεις. Ή την αντιμετωπίζεις ως αίσθημα ή ως χρήμα. Αν την πάρεις σαν αίσθημα, πέτυχες και δεν πέθανες. Αν την πάρεις σαν χρήμα, ακόμα και να τη ζεις είναι σαν να έχεις πεθάνει», καταλήγει.

“Η άλλη πλευρά του φεγγαριού είναι πολύ πιο όμορφη”

«Όταν μπορείς και μεταδίδεις μέσω της μουσικής στον κόσμο τα συναισθήματα και τα πνευματικά μηνύματά σου είναι ό,τι καλύτερο μπορείς να προσφέρεις σήμερα σε μια παραπαίουσα Ελλάδα πολιτισμικά και πολιτιστικά» δηλώνει “Κοινή Γνώμη” η κ. Δήμητρα Γαϊτάνου. Εκτιμά μάλιστα ότι θα πρέπει να ενταθούν οι προσπάθειες για να διατηρηθεί ζωντανό το κτίσμα του ελληνικού πολιτισμού, που «ανώτερες δυνάμεις προσπαθούν σήμερα να το καταστρατηγήσουν και να το καταβαραθρώσουν». Σύμφωνα με την ίδια, το κοινό που ακολουθεί την ποιοτική μουσική είναι ιδιαιτέρως μικρό και αφορά ανθρώπους κατά μέσο όρο άνω των 45-50 ετών, χάρη στα βιώματα και τα ακούσματα της εποχής τους.

“Δυστυχώς, στα μικρότερα παιδιά δεν έχει καλλιεργηθεί η πνευματική παιδεία τους. Πιστεύω ότι υπήρχαν επιταγές άνωθεν, που βάσει ενός προκατασκευασμένου σχεδίου ήθελαν σιγά-σιγά ο πολιτισμός της Ελλάδας να φθείρεται και να φθίνει, με αποτέλεσμα να τους παρουσιάζουν μέσα από τη δισκογραφία πολύ πιο δεύτερα και αναλώσιμα πράγματα» αναφέρει χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι «το παιδί και το σκυλί, είναι όπως τα μάθεις”. Όπως υπογραμμίζει, “δεν φταίει η νέα γενιά. Φταίμε εμείς οι μεγαλύτεροι, που δεν προσπαθούμε όσο πρέπει για να τους δείξουμε και την άλλη πλευρά του φεγγαριού, η οποία είναι πολύ πιο όμορφη”. Επισημαίνει δε, ότι κόντρα στα σημεία των καιρών, η ίδια και ο σύζυγός της προσπαθούν να μεταλαμπαδεύσουν στον κόσμο ωραία τραγούδια, βασισμένα σε στιχουργήματα μεγάλων στιχουργών και ποιητών.

“Τα μάτια της ψυχής δε λαθεύουν ποτέ”

Αναφορικά με τη σοβαρή περιπέτεια της υγείας της δηλώνει πως «ό,τι δε σε σκοτώνει, σε κάνει πιο δυνατό». Αν και υποχρεώθηκε πριν από πολλά χρόνια να ζήσει σε έναν καινούριο κόσμο, τον κόσμο του σκοταδιού και της επικοινωνίας αποκλειστικά μέσω του λόγου, αυτό δεν την εμπόδισε να συνεχίσει τη δουλειά που τόσο αγαπάει και να ταξιδέψει στην Αμερική. “Νομίζω ότι ο άνθρωπος στη ζωή πρέπει να είναι προετοιμασμένος όχι μόνο για το καλό, αλλά και για το κακό. Αν αποδεχτείς μια κατάσταση που σου φέρνει η μοίρα, η τύχη ή η κακιά στιγμή, τότε είναι βέβαια ότι μπορείς να πορευτείς με την κατάσταση αυτή, να συμβιώσεις και να παράγεις έργο, ακόμα και μέσα από τη δυσκολία σου”, σημειώνει. Κλείνοντας, εξηγεί ότι σήμερα τα μάτια της είναι πιο βαθιά και πιο διεισδυτικά, γιατί είναι τα μάτια της ψυχής που δε λαθεύουν ποτέ».