Το Θέατρο Απόλλων υποδέχεται τον Theodore

«Τα όνειρα δεν πρέπει να έχουν ταβάνι»

Τον συνθέτη, performer και πολυοργανίστα Theodore υποδέχεται αύριο το βράδυ το νησί της Σύρου σε μία ονειρική μουσική παράσταση στο Θέατρο Απόλλων.

Ο 24χρονος καλλιτέχνης που συστήθηκε για πρώτη φορά στο κοινό του νησιού, στο πλαίσιο του 2ου TEDxUniversityoftheAegean, επιστρέφει στην πρωτεύουσα των Κυκλάδων για να παρουσιάσει μαζί με την προσωπική μπάντα του κομμάτια από τους δύο προσωπικούς δίσκους του («7» και «It Is But It’s Not»).

Δίνοντας τη δική του ιδιαίτερη ηλεκτρονική post-rock τεχνοτροπία και αντίληψη στη σύνθεση, ο Theοdore αφήνει ανοιχτές τις πόρτες του στον κλασικό ρομαντισμό και υπόσχεται στο κοινό μοναδικές μουσικές ακροβασίες.

Σε συνέντευξή του στην «Κοινή Γνώμη» ο νεαρός καλλιτέχνης μιλάει για την έμπνευση και τα ερεθίσματα που διαμόρφωσαν τη μουσική ταυτότητά του, καθώς και για τα όνειρα που αποτελούν το λόγο ύπαρξης του ανθρώπου στη ζωή.

Νέα εμφάνιση, νέες μουσικές συγκινήσεις. Τι εκπλήξεις επιφυλάσσετε σε όσους βρεθούν αύριο στο Θέατρο Απόλλων;

«Την προηγούμενη φορά είχα πάρει απλά μια πρώτη γεύση από την αίσθηση του να παίζεις σε αυτό τον πολύ όμορφο χώρο. Με είχαν φωνάξει οι φοιτητές και είχα παρουσιάσει μόνος μου λίγα τραγουδάκια. Από τότε ονειρευόμουν να επιστρέψω με μια ολοκληρωμένη συναυλία στο Θέατρο Απόλλων. Και είμαι πολύ χαρούμενος που το όνειρό μου γίνεται πραγματικότητα. Το κοινό θα απολαύσει μια ατμοσφαιρική και συγχρόνως πολύχρωμη παράσταση, με κομμάτια από τους δύο προσωπικούς δίσκους μου».

Από την αρχή του μουσικού ταξιδιού σας, είχατε «οδηγούς» που σας ενέπνευσαν και σας βοήθησαν να χαράξετε τη δική σας προσωπική πορεία;

«Όλοι είμαστε μία μίξη των πραγμάτων που κουβαλάμε στο DNA μας και των βιωμάτων μας. Άρα τα ακούσματά μας παίζουν πολύ μεγάλο ρόλο. Αλλά κυρίως, νομίζω έχει να κάνει με το υποσυνείδητο, πώς αυτό προσπαθεί να βγάλει πράγματα απ’ έξω. Οπότε, κάποια πράγματα δεν τα γνωρίζω. Παρόλα αυτά, είχα πάντοτε ιδιαίτερη αγάπη στην κλασική μουσική, μου αρέσουν οι Sigur Ross και οι Radiohead και μεγάλωσα με τον Χατζιδάκι».

Η ακουστική μουσική είναι αρκετά διαδεδομένη στο εξωτερικό. Στη Ελλάδα, το είδος αυτό έχει φανατικούς φίλους;

«Στην Ελλάδα δεν νομίζω ότι υπάρχει η έννοια του «φανατικού» κοινού, τουλάχιστον στη μουσική με την οποία ασχολούμαι εγώ. Υπάρχει σε άλλα είδη, ενδεχομένως πιο σκληρά και σίγουρα στη λαϊκή μουσική. Ωστόσο, αισθάνομαι ότι το κοινό στη χώρα μας διψάει και θέλει πάρα πολύ να ακούσει και να ασχοληθεί με διαφορετικά πράγματα. Αν λοιπόν το αντιμετωπίσεις με σεβασμό, τότε θα σ’ ακολουθεί».

Έχετε κάνει «υποχωρήσεις» στη μουσική σας για λόγους εμπορικούς;

«Μου αρέσει να γράφω τη μουσική που αισθάνομαι και να αποτυπώνω σε αυτή πράγματα που πηγάζουν μέσα από την κάθε στιγμή. Τώρα, όταν φτάσω στα τελικά στάδια, προσπαθώ να δω αν υπάρχει κάτι που θα μπορούσε να φιλτραριστεί λίγο ώστε να ακουστεί με μεγαλύτερη ευκολία. Αυτό συμβαίνει σε κάθε καλλιτέχνη. Η μουσική είναι μια επικοινωνία μεταξύ δύο πλευρών. Και αν ο καλλιτέχνης είναι ειλικρινής με τον εαυτό του, τότε η επικοινωνία αυτή έχει περιεχόμενο και ουσία».

Ποια είναι τα θέματα τα οποία προσεγγίζετε μέσα από τα τραγούδια σας;

«Στον πρώτο δίσκο ασχολήθηκα με το πώς λειτουργεί ο έρωτας, ενώ στο δεύτερο δίσκο ασχολήθηκα με την ενότητα των αντιθέτων θέλοντας να καταλάβω πώς τα αντίθετα απομακρύνονται το ένα από το άλλο και ταυτόχρονα αναμειγνύονται».

Το κοινό σας γνώρισε για πρώτη φορά μουσικά σε ηλικία 18 ετών. Πόσο μεγάλο ήταν αυτό το βήμα;

«Ήταν τόσο έντονη η επιθυμία μου να μοιραστώ αυτό που κάνω με κόσμο, που δεν καταλάβαινα τι ακριβώς συμβαίνει. Όταν ζούσα στο Λονδίνο, βρήκα εύκολα συνεργάτες και κατάφερα να κλείσω κάποιες συναυλίες, αλλά με αγώνα. Από την άλλη, στην Ελλάδα βρήκα γρήγορα το δρόμο για την επικοινωνία μου με τον κόσμο. Όμως τίποτα δεν είναι εύκολο. Το μυστικό είναι να μην εγκαταλείπεις τα όνειρά σου. Τα όνειρα δεν πρέπει να έχουν ταβάνι Όσο δύσκολοι κι αν είναι οι στόχοι που θέτουμε, πρέπει να τους ακολουθούμε και να είμαστε έτοιμοι να ποντάρουμε πάνω σε αυτά που έχουμε μέχρι τώρα, χρόνο, ενέργεια, χρήμα. Τα όνειρα είναι πάνω από όλα, γι’ αυτό γεννηθήκαμε».

Εσείς τι θυσίες κάνατε για τα δικά σας όνειρα;

«Αρχικά για να δουλέψω, πήγα Αγγλία. Έπειτα γύρισα στην Ελλάδα και ξέχασα τι πάει να πει σαββατοκύριακο, ελεύθερος χρόνος, διακοπές. Ό,τι έχω, το δίνω εκεί, προσπαθώ να κάνω τη δουλειά μου με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, να έχω καλούς συνεργάτες και να τους φέρομαι όμορφα. Προσπαθώ να φτιάχνω γύρω μου ένα σύνολο, όπου όλα τα μέλη του θα αγαπάμε τα ίδια πράγματα και θα κυνηγάμε τα όνειρά μας. Αυτή τη στιγμή ζω στην Αθήνα γιατί νομίζω ότι εδώ μπορώ να δουλέψω καλύτερα, να έχω συνταγμένες τις δυνάμεις μου, μπορώ να γράφω τη μουσική στο χώρο μου, να περπατάω και να βλέπω δίπλα μου γνώριμους ανθρώπους, γιατί δεν είμαστε και πάρα πολλοί. Οπότε λίγο πολύ τα πρόσωπα που βλέπεις είναι γνωστά, ενώ στο Λονδίνο δε συναντάς ποτέ τον ίδιο άνθρωπο στο δρόμο. Αυτό με ανακουφίζει και ταυτόχρονα με βοηθάει να συγκεντρωθώ σε αυτό που επέλεξα να κάνω».